2017-07-13 17:38:55
Φωτογραφία για H σφεντόνα του Δαβίδ: Η αποτροπή για την Κύπρο… εφικτή!
■ Πως θα μπορούσε η Κύπρος να αντιμετωπίσει στρατιωτικά την Τουρκία επενδύοντας στη λογική του «βληματο-κεντρικού» πολέμου.

■ ΕΙΝΑΙ ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΟΤΙ Η ΓΕΙΤΩΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ... ΚΑΝΕΙ ΜΙΑ ΧΑΨΙΑ ΤΗ ΜΕΓΑΛΟΝΗΣΟ ΟΠΟΤΕ ΤΟ ΘΕΛΗΣΕΙ, ΑΡΑ ΜΙΑ ΚΑΚΗΝ ΚΑΚΩΣ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΤΙΜΟΤΕΡΗ ΑΠΟ ΜΙΑ ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ.

■ ΑΝ ΤΑ ΒΛΗΜΑΤΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΜΕΤΑΚΙΝΗΘΟΥΝ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ, ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΤΑΙ ΔΡΑΣΤΙΚΑ, ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ, ΟΠΩΣ Η ΚΥΠΡΟΣ.

του ΔΡ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΡΙΒΑ*

Ενώ η Τουρκία οδηγείται ολοένα και περισσότερο προς έναν μοναχικό γεωπολιτικό δρόμο που απειλεί να τη μετατρέψει σε βάθος χρόνου σε ένα είδος Βόρειας Κορέας της Μεσογείου, συνεχίζεται ακάθεκτη η διαδικασία «επίλυσης» του Κυπριακού, η οποία, αν ολοκληρωθεί, θα απειλήσει να εντάξει -τυπικά ή άτυπα- την Κυπρι­ακή Δημοκρατία στη σφαίρα επιρ­ροής της Άγκυρας. Κατά συνέπεια, μια τέτοια εξέλιξη θα υπονομεύσει τη γενικότερη θέση και λειτουργία της Κύπρου μέσα στον δυτικό κόσμο, δεδομένου ότι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελαν οι Δυτικοί σήμερα θα ήταν μια ακόμη πιο ισχυρή Τουρκία, που θα προέκυπτε μετά την «επίλυση» του Κυπριακού.


Κατά την άποψη του γράφοντος, ένας λόγος που ωθεί το «φιλοευρωπαϊκό» κομμάτι της κυπριακής ηγεσίας σε αυτή τη σχιζοειδή πολιτική είναι μια ακραία απαισιόδοξη άποψη αναφο­ρικά με τις στρατιωτικές δυνατότητες τόσο της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και της Ελλάδας να αντιμετωπίσουν τυχόν τουρκική στρατιωτική επίθεση εναντίον του ελεύθερου κομματιού της Μεγαλονήσου. Πολύ απλά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αντίληψη αυτή συμπυκνώνεται στην άποψη ότι η γείτων μπορεί να κάνει μια χαψιά την Κύπρο όποτε το θελήσει, άρα μια όπως όπως «επίλυ­ση» του Κυπριακού είναι προτιμότε­ρη από μια μετωπική αντιπαράθεση που θα απειλούσε να οδηγήσει σε τουρκική εισβολή και σε συντριπτική ήττα πιθανώς και σε πλήρη εξάλειψη της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η αντίληψη αυτή δρα αποδομητικά εδώ και καιρό, δημιουργώντας έναν ηττοπαθή βρόχο ανάδρασης.

Συγκεκριμένα η πίστη στη ματαιό­τητα της στρατιωτικής αντίστασης σε περίπτωση τουρκικής εισβολής οδηγεί σε απαξίωση των μαχητικών ικανοτήτων της Εθνικής Φρουράς που με τη σειρά της εδραιώνει πε­ραιτέρω την αντίληψη της «βέβαιης ήττας», που εν συνεχεία οδηγεί σε περαιτέρω απαξίωση των μαχητικών ικανοτήτων της και πάει λέγοντας.

Με άλλα λόγια, έχει δημιουργηθεί μια μοιρολατρική αντίληψη ότι η Κύπρος είναι έρμαιο των τουρκικών διαθέσεων και κατά συνέπεια η «ρεαλιστική» επιλογή είναι η «επίλυση» του Κυπριακού έστω και υπό τους όρους της Άγκυρας τουτέστιν η εθελούσια εξάλειψη της Κυπριακής Δημοκρατίας ως ανεξάρτητου γεωπολιτικού δρώντος.

Ανύπαρκτη έννοια η απόλυτη στρατιωτική ισχύς

Τα τελευταία χρόνια, η φαταλιστική αυτή αντίληψη έχει ενισχυθεί υπέρμετρα από τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα -και συνεπακόλουθα οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις-, με αποτέλεσμα το δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και γενικότερα η ικανότητα της χώρας μας να υποστηρίξει στρατιωτικά τη Μεγαλόνησο να προβάλλονται από κάποιους ως εξαιρετικά μειωμέ­να. Ωστόσο, η αντίληψη αυτή είναι απλώς λανθασμένη. Όπως ο γράφων έχει τονίσει και σε προηγούμενα άρ­θρα του στα «Επίκαιρα», δεν υπάρχει απόλυτη στρατιωτική ισχύς, παρά μόνο σχετική, η οποία λαμβάνει υπό­σταση ανάλογα με τα γεωγραφικά, τα πολιτικά και τα άλλα δεδομένα της εκάστοτε αντιπαράθεσης. Κατά συνέπεια, οι τεράστιες διαφορές στα μεγέθη της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Τουρκίας θα έπαιζαν τον κυ­ρίαρχο ρόλο μόνο στο πλαίσιο ενός παρατεταμένου ολοκληρωτικού πο­λέμου, ο οποίος εύκολα γίνεται σε κάποιο πολεμικό παίγνιο, δύσκολα όμως μπορεί να προκύψει στην πολύπλοκη σημερινή διεθνή γεωπολιτική πραγματικότητα.

Βέβαια, εδώ προκύπτουν μια σειρά από οργισμένες αντιρρήσεις από πλευράς των οπαδών της «ρεαλιστικής ηττοπάθειας». Η πρώτη εξ αυτών είναι ότι δεν βρισκόμαστε στο 1974, η Τουρκία κατέχει ήδη σημαντικό μέρος της Κύπρου και διαθέτει εκεί μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις. Η δεύτερη είναι ότι η τουρκική Αεροπορία απολαμβάνει πλήρη κυριαρχία πάνω από τη Μεγαλόνησο και σχεδόν από μόνη της μπορεί να συντρίψει την κυπριακή άμυνα. Παρεμπιπτόντως η άποψη αυτή ενισχύεται από μια γενικότερη αντίληψη περί πρωτοκαθεδρίας της αεροπορικής ισχύος και της δυνατότητάς της να ολοκληρώσει επιτυχώς μια πολεμική αναμέτρηση από μόνη της. Τέλος προβάλλεται η άποψη ότι κι αν ακόμη ήταν δυνατή η επιτυχής άμυνα της Εθνικής Φρουράς αυτό θα απαιτούσε την αγορά ακριβών οπλικών συστημάτων, η απόκτηση και συντήρηση των οποίων είναι εκτός των οικονομικών ορίων της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η λύση για μικρότερες εκτάσεις Ωστόσο, μια αρχική ανάγνωση διεθνών εξελίξεων στην τέχνη, την επιστήμη και την τεχνολογία του πολέμου μάς υποδεικνύει ότι υπάρχει σοβαρός αντίλογος και για τις τρεις αυτές απόψεις. Ας αρχίσουμε από το θέμα των χρημάτων για τους εξοπλισμούς. Εδώ θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι το μεγαλύτερο μέρος του κόστους στις αγορές οπλικών συστημάτων είναι συνήθως αυτό της απόκτησης πλατφορμών μάχης, δηλαδή μαχητικών αεροσκαφών, ελικοπτέρων, αρμάτων μάχης κ.λπ.

Τείνουμε όμως να ξεχνάμε ότι κατ' ουσίαν η δουλειά κάθε πλατφόρμας είναι να μεταφέρει βλήματα, τα οποία καταστρέφουν στόχους. Όλες αυτές οι πλατφόρμες δηλαδή, αποτελούν μέσα μεταφοράς βλημάτων. Αν, λοιπόν, τα βλήματα μπορούν να μετακινηθούν από το σημείο Α στο σημείο Β χωρίς να χρειάζεται η πλατφόρμα μεταφοράς τότε το κόστος περιορίζεται δραστικότατα. Κι αυτό είναι κάτι που μπορεί να συμβεί σε γεωγραφικά περιορισμένους χώρους όπως είναι η Κύπρος σε συνδυασμό με την ανάπτυξη συστημάτων πυροβολικού αυξημένου βεληνεκούς που είναι μια από τις κυρίαρχες τάσεις στην τεχνολογία του πολέμου, ή με την ανάπτυξη υβριδικών συστημάτων πυροβολικού - αεροπορικών όπλων.

Για παράδειγμα, ένα από τα πιο εξελιγμένα αεροπορικά όπλα των Ηνωμένων Πολιτειών είναι η «Βόμβα Μικρής Διαμέτρου» (Small Diameter Bomb / SDB). Το «έξυπνο» αυτό όπλο μπορεί να μεταφερθεί στον στόχο του στην εσωτερική αποθήκη οπλισμού ενός πανάκριβου μαχητικού αεροσκάφους stealth F-35 ή πάνω σε μια ρουκέτα του πολλαπλού εκτοξευτή ρουκετών MLRS. Παρόμοιο είναι και το σερβικό σύστημα Kosava, το οποίο μεταφέρει αεροπορική βόμβα με σύστημα ανεμοπορίας πάνω στην κεφαλή ρουκέτας. Άρα, αν ο χώρος της μάχης είναι αρκετά μικρός ώστε η βόμβα να μπορεί να φτάνει τους στόχους της μεταφερόμενη πάνω σε ρουκέτα, δεν χρειάζεσαι το πανάκριβο αεροπλάνο μεταφοράς. Επιπροσθέτως, οι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών τείνουν να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο βεληνεκές διεθνώς.

Το κινεζικό σύστημα WS-2D, για πα­ράδειγμα, φτάνει σε βεληνεκές τα 400 χλμ., ενώ 300 χλμ. είναι το βεληνεκές του πολωνικού WR-300 Homar και του βραζιλιάνικου ASTROS 2020 και 200 χλμ. του λευκορωσικού Polonez. Το άκρως φονικό ρωσικό Smerch φτάνει σε βεληνεκές τα 90 χλμ., ενώ μεγάλη ποικιλία σχετικών σύστημά των διαθέτουν και οι Ισραηλινοί. Μάλιστα, οι τελευταίοι με το σύστημα Trajectory Correction System (TCS) επιτρέπουν την ενοποίηση πολλαπλών εκτοξευτών ρουκετών σ' ένα δικτυοκεντρικό σύστημα, όπου ένας κινούμενος στόχος όπως π.χ., μια επιλαρχία αρμάτων, βρίσκεται διαρ­κώς υπό επιτήρηση από κάποιους αισθητήρες και οι ρουκέτες ανανεώνουν τα δεδομένα στοχοποίησης ενώ βρίσκονται εν πτήσει, μέσω ζεύξης δεδομένων, τροποποιώντας ανάλογα την τροχιά τους ώστε να την προσβάλλουν. Μπορούν, δηλαδή, να λειτουργούν ως υποκατάστατα αεροπορίας σε αποστολές κρούσης εναντίον κινούμενων μηχανοκίνητων σχηματισμών.

Επίσης υπάρχει μια τάση για ολοένα μεγαλύτερη αύξηση στη φονικότητα των πολλαπλών εκτοξευτών ρουκετών, διά της ενίσχυσης τόσο της καταστρεπτικότητας των κεφαλών των ρουκετών όσο και του όγκου πυρός που μπορεί να εκπέμψουν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του συστήματος Jobaria MCL των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, μιας χώρας, παρεμπιπτόντως που φημίζεται για τον πετρελαϊκό της πλούτο, αλλά επ' ουδενί για την πολεμική της βιομηχανία. Η αραβική εταιρεία πήρε, λοιπόν, έναν αρματοφορέα, πάνω στον οποίο τοποθέτησε εκτοξευτές με κοντέινερ ρουκετών στο «κλασικό» σοβιετικό διαμέτρημα των 122 χιλιοστών, με τη λογική ότι είναι ένα φθηνό όπλο και υπάρχουν πολλοί κατασκευαστές στον πλανήτη που το παράγουν. Κάθε ρουκετοβόλο μεταφέρει, ούτε λίγο ούτε πολύ, 240 ρουκέτες με βεληνεκές 40 χλμ. και έχει πλήρωμα μόλις τριών ατόμων. Δέκα τέτοιοι εκτοξευτές μπορούν να εξαπολύσουν μέσα σε μερικά λεπτά μια ομοβροντία 2.400 ρουκετών. Εφοδιασμένες με θερμοβαρικές κεφαλές, οι ρουκέτες αυτές μπορούν να επιτύχουν καταστρεπτι­κό αποτέλεσμα ανάλογο με αυτό μιας ατομικής βόμβας. Σε περιορισμένους χώρους όπως είναι η Μεγαλόνησος, παρόμοιες ομοβροντίες είναι σε θέση να κρίνουν τα αποτελέσματα μιας σύγκρουσης («game changers»).

Τα αποτελέσματα παρόμοιων συστημάτων προσβολής στόχων -περιοχής μπορούν να συμπληρωθούν με τα επιλεκτικά πυρά συστημάτων προσβολής σημειακής ακρίβειας. Η πιο υποσχόμενη κατηγορία σ' αυτό τον τομέα είναι οι εξελιγμένοι διάδοχοι βαρέων όπλων πεζικού, που μπορούν να προσβάλλουν στόχους σε αποστάσεις δεκάδων χιλιομέτρων. Σε αυτή την κατηγορία χαρακτηρι­στικός είναι ο ισραηλινός πύραυλος Spike NLOS (non line of sight), που παλαιότερα αναφερόταν ως Tamuz, ο οποίος αποτελεί έκδοχο του αντιαρματικού πυραύλου Spike, εκτοξεύεται από ένα μικρό όχημα σαν το Humvee και μπορεί να προσβάλλει στόχους σε αποστάσεις 25 χλμ. Διαθέτει σύστημα ραδιοζεύξης μέσω του οποίου ο αισθητήρας του πυραύλου μεταδίδει την εικόνα που βλέπει στον χειριστή του συστήματος ο οποίος τον καθοδηγεί ανάλογα. Έτσι, μπορεί να εξαπολυθεί προς τη γενική κατεύθυνση κάποιου στόχου -ας πούμε, μιας ομάδας αρμάτων μάχης- και εν συνεχεία ο χειριστής του να επιλέξει ποιο από αυτά θα προσβάλει μόλις εμφανιστούν στην οθόνη του.

Ισραηλινό είναι όμως και το πυραυλικό σύστημα Nimrod 3 με βεληνεκές 50 χλμ. Κι αυτός είναι ένας μικρός πύραυλος που μπορεί να εκτοξευτεί από ένα μικρό φορτηγό ή ένα ταχύπλοο σκάφος αλλά, σε αντίθεση με τον Spike NLOS, χρησιμοποιεί σύστημα ημιενεργού καθοδήγησης με κατάδειξη λέιζερ (SAL) για την προσβολή του στόχου. Δηλαδή θα πρέπει κάποιος (για παράδειγμα, ένας στρατιώτης των Ειδικών Δυνάμεων) να «φωτίζει» τον στόχο ώστε το βλήμα να τον προσβάλει. Στην ίδια κατηγορία εντάσσεται και ο μικρός σέρβικός πύραυλος ALAS-C, που καθοδηγείται με οπτική ίνα και έχει βεληνεκές περί­που 25 χλμ.

Τροποποιημένες φθηνές ρουκέτες

Μια άλλη, ιδιαίτερα υποσχόμε­νη κατηγορία μικρών, φθηνών και αποτελεσματικών βλημάτων είναι οι τροποποιημένες «χαζές» ρουκέτες Hydra 70 των 2,75 ιντσών (70 χιλιο­στά). Υπάρχουν πολλά σχετικά προ­γράμματα διεθνώς, ωστόσο αυτό που θα βόλευε περισσότερο την Εθνική Φρουρά, κατά την άποψη του γράφοντος, θα ήταν ένα αντίστοιχο του συστήματος LOGIR (LOw cost Guided Imaging Rocket) της κορεα­τικής Hanwha και της αμερικανικής Raytheon. Το σύστημα αυτό δεν χρη­σιμοποιεί ημιενεργό καθοδήγηση λέιζερ, αλλά κεφαλή υπερύθρων που καθιστά τη ρουκέτα όπλο «fire and forget». Δηλαδή ο αισθητήρας της ρουκέτας μπορεί να εντοπίσει τον στόχο της χωρίς την παρέμβαση του χειριστή. Επίσης, οι ρουκέτες μπορούν να εξαπολυθούν σε ομοβρο­ντίες εναντίον ομάδων οχημάτων. Το μόνο που έχει να κάνει το πλήρωμα του εκτοξευτή είναι να εξαπολύσει τα βλήματα προς τη γενική περιοχή των στόχων (π.χ., ομάδα οχημάτων), έστω κι αν αυτά βρίσκονται εκτός της θέας πίσω από κάποιο λόφο. Δεδομένου του μικρού μεγέθους των ρουκετών, ένας πολλαπλός εκτοξευτής μπορεί να τοποθετηθεί σ' ένα μικρό αγροτι­κό φορτηγάκι. Επιπροσθέτως, εκτός από επίγειους στόχους μπορούν να χρησιμοποιηθούν και εν είδει αντι­αεροπορικού συστήματος εναντίον μιας ομάδας, για παράδειγμα, επερχόμενων ελικοπτέρων, μαχητικών ή μεταφορικών.

Όλα τα προαναφερθέντα οπλικά συστήματα είναι χαμηλού έως πολύ χαμηλού κόστους και χαμηλής τεχνο­λογίας, με εξαίρεση την SDB, η οποία έτσι κι αλλιώς λόγω της αμερικανικής προέλευσής της πολύ δύσκολα θα έβρισκε τον δρόμο της για το οπλο­στάσιο της Εθνικής Φρουράς. Σε πε­ριορισμένης έκτασης χώρους επιχει­ρήσεων, όπως είναι η Κύπρος παρό­μοια όπλα θεωρούνται στρατηγικά ή έστω υποστρατηγικά, υπό την έννοια ότι μπορεί να παίξουν αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξη μιας σύγκρουσης. Επιπροσθέτως σ' έναν μικρό χώρο, όπου θα κυριαρχούν παρόμοια συστήματα ικανά να ασκήσουν σαρωτικό πλήγμα εναντίον μεγάλων μηχανοκίνητων σχηματισμών σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, η συγκέντρωση μεγάλων δυνάμεων από πλεονέκτημα μπορεί να μετατραπεί σε μειονέκτημα, προσφέροντας απλώς μεγαλύτερους στόχους στα μέσα προσβολής του αντιπάλου. Ιδιαίτερα δε αν η δομή και η φιλοσοφία της διοίκησης των «πλατφορμοκεντρικών» μονάδων είναι συγκεντρωτική, όπως φαίνεται ότι συμβαίνει με τις τουρκικές δυνάμεις. Κι εδώ προκύπτει και μια απάντηση στο πρόβλημα της τουρκικής αεροπορικής κυριαρχίας που είναι η αποκεντρωτική φιλοσο­φία επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με τεχνικές και τακτικές απόκρυψης, παραλλαγής και παραπλάνησης. Η γερμανική σχολή αποκεντρωτικής διοίκησης που βασίζεται στην αντί­ληψη της Auftragstaktik (στα αγγλικά αποδίδεται ως Mission Command και στα ελληνικά ως διοίκηση διά της αποστολής), καθώς και οι μεθοδολο­γίες υβριδικού πολέμου μπορούν να προσφέρουν σημαντικές λύσεις όσον αφορά στην αντιμετώπιση της τουρ­κικής αεροπορικής ισχύος ενώ και η δραστική ενίσχυση των συστημάτων αεράμυνας της Εθνικής Φρουράς δεν είναι εκτός πραγματικότητας.

Όχι αδύνατη, αλλά αποφευκτέα

Όπως και να 'χει, όλα τα παραπάνω είναι ενδεικτικά και δεν αποσκοπούν να αποδείξουν ότι η αντιμετώπιση της τουρκικής πολεμικής μηχανής από την Εθνική Φρουρά είναι εύκολη υπόθεση. Σε καμία περίπτωση όμως δεν είναι μια αδύνατη υπόθεση. Άλλωστε, η ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα όπου ο ισχυρός στα χαρτιά ηττήθηκε στο πεδίο της μάχης ακόμη κι αν η διαφορά ισχύος φάνταζε συντριπτική υπέρ του. Βέβαια, κάθε πολεμική αντιπαράθεση στην Κύπρο θα ήταν μια άκρως επικίνδυνη κατάσταση που θα πρέπει να αποφευχθεί παντί τρόπω. Όμως η «ρεαλιστική ηττοπάθεια», δηλαδή η άκριτη και άλογη πίστη στην τουρκική στρατιωτική παντοδυναμία, δεν είναι η κατάλληλη μέθοδος για την αποφυγή του πολέμου.

Αντιθέτως μια αποτρεπτική λογική, που θα βασίζεται στην πιθανότητα της νίκης της Εθνικής Φρουράς σε τυχόν πολεμική αντιπαράθεση, είναι μια πολύ πιο σίγουρη μέθοδος για τη διατήρηση της ειρήνης. Επίσης ακόμη και οι πιο φανατικοί οπαδοί της «συμβιβαστικής» επίλυσης του Κυπριακού λογικά θα πρέπει να καλοδέχονταν μια ασάφεια αναφορικά με τα πιθανά αποτελέσμα­τα μιας στρατιωτικής αντιπαράθεσης Κύπρου - Τουρκίας η οποία πιθανώς θα μείωνε την αυταρέσκεια και την αλαζο­νεία της τουρκικής πλευράς και θα την οδηγούσε σε πιο μετριοπαθείς θέσεις. Εκτός κι αν αυτό δεν είναι και τόσο επιθυμητό από κάποιους και η πραγματι­κή στόχευση των πιο ακραίων οπαδών της «πάση θυσία λύσης» δεν είναι μια ενιαία και ανεξάρτητη Κύπρος αλλά η μετατροπή της σε γεωπολιτικό εξάρτη­μα της Τουρκίας. 

______________________________________________

* Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Αθηνών.

(ΕΠΙΚΑΙΡΑ-07/07-20/07/17, Τίτλος και φωτό από Defence-Point)

__________________

Υ.Γ.: Το παρόν άρθρο δημιουργήθηκε σε μορφή κειμένου (με κόπο και σε βάρος της πρεσβυωπίας μας) από το ιστολόγιο μας, όπως συμβαίνει ΠΑΝΤΑ σε άρθρα εφημερίδων ή περιοδικών. Παρακαλούνται όποια «μεγάλα» site ή blog ή διάφορες ενώσεις τα αναδημοσιεύουν να βάζουν την πηγή του ιστολογίου μας ώστε να τηρείται η στοιχειώδης δεοντολογία! Οι αναρτήσεις στο ιστολόγιο μας δεν αποτελούν θέση ή άποψη δική μας άλλα Πολιτών και Blogger. Επίσης δημοσιεύονται άρθρα εφημερίδων και περιοδικών. Ιδιαίτερα άρθρα που αφορούν τις Ένοπλες Δυνάμεις - Σώματα Ασφαλείας και τους Αποστράτους των.
staratalogia
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ