2017-07-16 10:06:31
Φωτογραφία για ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ' ΣΥΝΟΔΟΥ
Η ΘΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

                 Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,18)

Νομοθέτες, ἀγαπητοί μου, εἶδε πολλοὺς ὁ κόσμος. Ὁ Δράκων, ὁ Σόλων, ὁ Λυκοῦρ γος, ὁ Νουμᾶς, ὁ Πομπήιος, ὁ Ἰουστινιανὸς εἶνε ἀπὸ τοὺς πιὸ γνωστούς.

Παρ᾽ ὅλο, βλέπετε, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐπιθυμοῦν νὰ εἶνε ἐλεύθεροι καὶ δυσανασχετοῦν ὅταν κάποιος ἐπιχειρῇ νὰ τοὺς ἐπιβάλῃ περιορισμὸ τῆς ἐλευθερίας τους, ἐν τούτοις παρατηροῦμε ὅτι οἱ ἴδιοι ἀνέχονται ἢ καὶ ἀναζητοῦν τὸ νομοθέτη, κάποιον δηλαδὴ ποὺ ἔ χει τὴν ἱκανότητα νὰ ὁρίζῃ μέτρα καὶ νὰ θέτῃ ὅρια στὴν ἐλευθερία τους, νὰ θεσπίζῃ νόμους· καὶ πειθαρχοῦν σ᾽ αὐτόν.

Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό; Τὸ ἐπιβάλλει ἡ ἀνάγκη τῆς συμβιώσεως μέσα σὲ μιὰ κοινωνία. Πράγματι, ἐὰν δὲν τεθοῦν φραγμοὶ καὶ ὅρια, δὲν εἶνε δυνατὴ ἡ συμβίωσις, ὅπως καὶ στὰ ὀ χήματα ἡ ἀσφαλὴς κίνησις ἐὰν οἱ ὁδηγοὶ δὲν πειθαρχοῦν στοὺς κανονισμοὺς τῆς τροχαίας
. Γιὰ νὰ συμβιώσουν οἱ ἄνθρωποι, πρέπει ἡ ἐλευθερία τοῦ ἑνὸς νὰ σταματᾷ ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζει ἡ ἐλευθερία τοῦ ἄλλου, ὥσ­τε ν᾽ ἀποφεύγωνται οἱ συγκρούσεις. Ἔχει καὶ ὁ ἄλλος δικαίωμα νὰ ζήσῃ καὶ νὰ κινηθῇ. Διαφορετικά, ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει κοινωνία· «ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ συν άνθρωπό του γίνεται λύκος» καὶ ἡ κοινωνία μεταβάλλεται σὲ ζούγκλα ἀγρίων θηρίων. Ἔτσι λοιπὸν ἐξηγεῖται πῶς ἀναδείχθηκαν ὄχι μόνο αὐτοὶ ποὺ ἀναφέραμε ἀλλὰ καὶ τόσοι ἄλλοι φημισμένοι νομοθέτες, ὅπως ὁ Χαμμουραμπὶ κ.λπ., σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι.

Μὲ τοὺς νόμους τους οἱ νομοθέτες αὐτοί, παλαιοὶ καὶ νέοι, ἐπιδίωκαν νὰ ῥυθμίσουν τὰ διάφορα ζητήματα τῆς κοινωνίας, νὰ κάνουν ὅ σο τὸ δυνατὸν πιὸ ἁρμονικὲς τὶς σχέσεις τῶν κοινωνικῶν τάξεων μεταξύ τους, νὰ ἐπιβάλουν τὴ δικαιοσύνη, τὴν τάξι καὶ τὴν πειθαρχία· γιατὶ χωρὶς αὐτὲς τὰ ἔθνη καὶ οἱ κοινωνίες δὲν μποροῦν νὰ εὐημερήσουν. Πολλοὶ οἱ νομοθέτες, πολλὲς καὶ διάφορες οἱ νομοθε σίες, περισσότερο ἢ λιγώτερο ἐπιτυχημένες, ἀφοῦ ὅλες εἶνε ἀνθρώπινες.

Παραπάνω ὅμως ἀπ᾽ ὅλες τὶς νομοθεσίες τοῦ κόσμου διακρίνεται, αἰῶνες τώρα, μία νομοθεσία ποὺ χαρακτηρίζεται γιὰ τὴν ἄφθαστη τελειότητά της· καὶ αὐτὴ εἶνε ἡ νομοθεσία τοῦ Χριστοῦ. Τὴν τελειότητά της ἔχουν θαυμάσει οἱ σοφοὶ καὶ νομομαθεῖς, ποὺ τὴ μελετοῦν καὶ τὴ συγκρίνουν μὲ τὶς ἀνθρώπινες νομοθεσίες. Τὴν τελειότητά της πιστοποιεῖ καὶ ἡ ἱστορία μὲ ἄπειρα παραδείγματα, ὅπου φαίνεται στὴν πρᾶξι ἡ ἀποτελεσματικότητά της. Τὴν τελειότητά της βεβαιώνει πρὸ παντὸς ὁ Κύριος, ὅταν λέῃ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο· «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,18). Τὸ κῦρος καὶ ἡ ἰσχὺς τοῦ νόμου τοῦ Κυρίου θὰ μείνῃ ἀκλόνητο καὶ ἀκατάλυτο.

* * *

Ἀλλ᾽ ἂς ρωτήσουμε, ἀγαπητοί μου· ποῦ ἀ κριβῶς ἔγκειται ἡ τελειότης τῆς νομοθεσίας τοῦ Χριστοῦ; Ὅτι εἶνε τέλεια ἡ νομοθεσία του αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ κάθε ἄποψι· ἐδῶ θὰ τὸ ἐξετάσουμε ἀπὸ τρεῖς συγκεκριμένες ἀ πόψεις. Εἶνε τέλεια λόγῳ σοφίας, εἶνε τέλεια λόγῳ ἀγάπης, εἶνε τέλεια λόγῳ αἰωνιότητος. Ἂς δοῦμε σύντομα τοὺς τρεῖς αὐτοὺς χαρακτῆρες, ποὺ ἀναδεικνύουν τὴν τελειότητα τῆς θείας νομοθεσίας τοῦ Χριστοῦ.

⃝ Εἴπαμε ὅτι εἶνε τέλεια λόγῳ σοφίας. Τί ἐν νοοῦμε μ᾽ αὐτό; Ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶνε ὄχι ἁ πλᾶ σοφὸς ἀλλὰ ὁ Σοφός, μὲ σῖγμα κεφαλαῖο, μέσα στὸν ὁποῖο ὑπάρχουν ὅλοι «οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως» (Κολ. 2,3), ἑπόμενο εἶνε καὶ τὸ ἔρ γο του, ἡ εὐαγγελικὴ νομοθεσία, νὰ διακρίνεται γιὰ τὴν ἀσύγκριτη σοφία της. Δὲν ἔχει τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ χάσματα, ποὺ χαρακτηρίζουν τὶς νομοθεσίες τῶν ἀνθρώπων. Ὅ,τι νο μοθετεῖ ὁ Κύριος, φέρει τὴ σφραγῖδα τῆς θείας σοφίας. Τίποτε, οὔτε μιὰ γραμμὴ ἀπὸ τὸ νόμο του, δὲν ἀποδείχθηκε ἐσφαλμένο.

Ὁ νόμος τοῦ Κυρίου, ἡ Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία (βλ. Ματθ. κεφ. 5ο-7ο) καὶ ἡ ὑπόλοιπη διδασκαλία τῶν Εὐαγγελίων, ἔχει ὑπ᾽ ὄψιν της τὸ παρελθόν, τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὅλο ἄνθρωπο δηλαδή· ἀνταποκρίνεται στοὺς βαθύτερους πόθους τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς· καὶ σὰν τεράστιος προβολέας ῥίχνει τὸ οὐράνιο φῶς του σὲ ζητήματα στὰ ὁποῖα δίχως αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος μένει σὲ σκοτάδι ψηλαφη τό.

Σκοτεινοί, γριφώδεις, ἐσφαλμένοι σὲ πολλὰ σημεῖα παρουσιάζονται οἱ νόμοι τῶν σοφῶν τῆς γῆς· ἐνῷ ἡ νομοθεσία τοῦ Κυρίου εἶνε φωτεινή, καθαρή, ἀλάνθαστη· καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ διψᾶ τὴν ἀλήθεια, σπεύδει ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς, ὀρθρίζει πρὸς τὸν νομοθέτη Κύριο σύμφωνα μὲ τὴν ὡραία εἰκόνα ποὺ λέει ὁ προφήτης· «Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦ μά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9).

Μελετώντας λοιπὸν καὶ ἐφαρμόζοντας ὁ ἄνθρωπος τὴ νομοθεσία τοῦ Κυρίου βρίσκει μέσα σ᾽ αὐτὴν κρυμμένους θησαυροὺς σοφίας καὶ γνώσεως ποὺ δὲν ὑπάρχουν σὲ καμμιά ἄλλη νομοθεσία. Νά γιατί ἡ νομοθεσία τοῦ Χριστοῦ εἶνε τέλεια, θεϊκή.⃝ Εἶνε ἀκόμη τέλεια καὶ θεϊκὴ λόγῳ ἀγάπης. Ὁ Κύριος, δηλαδή, νομοθετεῖ ἀπὸ ἀγάπη καὶ μόνο ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο.

Οἱ ἄνθρωποι – νομοθέτες, ὅσο κι ἂν εἶνε ἀ πηλλαγμένοι ἀπὸ κακία, μέσα στοὺς νόμους θ᾽ ἀναμείξουν καὶ τὰ προσωπικά τους συμφέροντα ἢ θὰ ὑποστηρίξουν περισσότερο τὰ δίκαια ὡρισμένων τάξεων ἢ προσώπων. Ὑ πάρχουν νόμοι ποὺ χαρακτηρίζονται «φωτογραφικοί», ἀφοῦ εἶνε φανερὸ ὅτι στοχεύουν νὰ ἐξυπηρετήσουν συγκεκριμένα συμφέρον τα. Ὑπάρχουν δὲ καὶ νόμοι σὲ ὅλες τὶς χῶρες καὶ τὶς ἐποχές, ποὺ χρησιμεύουν ὡς μέσα γιὰ ἐκ δίκησι, γιὰ ἐπικράτησι, γιὰ πραγματοποίησι κα ταχθονίων σκοπῶν καὶ σχεδίων.

Ἐλατήρια ποικίλα κινοῦν τὴ μηχανὴ τῶν ἀν θρωπίνων νόμων· ἀλλὰ τοὺς νόμους τοῦ Χριστοῦ ἕνα καὶ μόνο ἐλατήριο τοὺς κινεῖ, ἡ ἀ γάπη· ἡ ἀγάπη ἐκείνη πρὸς τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀνέβασε τὸν Θεάνθρωπο στὸ σταυρό. Μὲ τὶς ἐντολές του ὁ Κύριος δὲν χαρίζεται σὲ κανένα, δὲν μεροληπτεῖ εἰς βάρος ἄλλων, δὲν ἀ πο βλέπει στὸ συμφέρον ὡρισμένης τάξεως ἢ φυλῆς καὶ στὴν ἐξουδένωσι τῶν ἄλλων, ἀλλὰ θέλει νὰ διδάξῃ, νὰ ὠφελήσῃ, νὰ σώσῃ κάθε ἄν θρω πο, ἀδιαφορώντας ἂν αὐτὸς εἶνε ἄν τρας ἢ γυναίκα, λευκὸς ἢ μαῦρος, Ἕλληνας ἢ βάρβαρος. Ἡ νομοθεσία τοῦ Χριστοῦ εἶνε δῶρο τῆς ἀγάπης του πρὸς τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο ἐπιθυμεῖ νὰ βλέπῃ νὰ ζῇ εὐτυχισμένος στοὺς κόλπους τοῦ οὐρανίου Πατρός. Γι᾽ αὐ τὸ εἶνε ἡ τέλεια, ἡ θεία νομοθεσία.

Εἶνε, τέλος, τέλεια καὶ θεία νομοθεσία λόγῳ αἰωνιότητος. Δὲν μοιάζει καθόλου μὲ τὶς νομοθεσίες ἐκεῖνες, ποὺ ἰσχύουν μόνο γιὰ ἕνα μικρὸ χρονικὸ διάστημα καὶ γιὰ ὡρισμένη ἐποχή, κ᾽ ἔπειτα ἐνταφιάζονται μαζὶ μὲ τὴν πτῶσι ἢ τὸ θάνατο τοῦ νομοθέτου. Ἡ  νομοθεσία τοῦ Κυρίου θὰ ἔχῃ διάρκεια αἰώνων ὁ λοκλήρων· θὰ μείνῃ ἀκατάλυτη μέχρις ὅτου ὑπάρχει ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Γενεὲς θὰ διαδέχωνται γενεές, ἔθνη θὰ ἐξαφανίζωνται· νέες ἰδέες θὰ παρουσιάζωνται, θὰ συνταράσσουν τὸν κόσμο, θὰ παλιώνουν καὶ θὰ διασκορπίζωνται σὰν σκόνη· ἀλλὰ μέσα σ᾽ ὅλες αὐτὲς τὶς ἀλλοιώσεις ἡ νομοθεσία τοῦ Κυρίου, ποὺ ἀκούστηκε ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους Σινὰ καὶ συμπληρώθηκε στὴ Γαλιλαία, θὰ παραμείνῃ ἀναλλοίωτη. Πρὸς αὐτὴν θὰ ἐπιστρέφῃ ἡ ἀν­θρωπότης ὅσες φορὲς πλάνοι ὁδηγοὶ θὰ τὴν παρασύρουν μακριὰ ἀπὸ τὸν προορισμό της.

* * *

Ἀγαπητοί μου! Τὴ νομοθεσία τοῦ Κυρίου ἔχουμε συμφέρον νὰ τὴ γνωρίσουμε τελειότερα καὶ νὰ τὴν ἐφαρμόσουμε πληρέστερα. Ζώντας κατὰ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θείου Νομοθέτου βρισκόμαστε ἐπάνω στὴν σωτήριο τροχιὰ τοῦ προορισμοῦ μας. Γιατὶ οἱ νόμοι τοῦ Κυρίου χαράζουν τὴν τροχιὰ ποὺ πρέπει ν᾽ ἀκολουθήσῃ ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν δὲν θέλῃ νὰ χαθῇ σὰν οἰκτρὸ ναυάγιο στὸ κενό. Ὅπως τὰ οὐράνια σώματα, ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν τροχιὰ ποὺ τοὺς καθώρισε ὁ Δημιουργός τους, δὲν συγκρούονται ἀ ναμεταξύ τους, ἀλλὰ παρουσιάζουν μιὰ θαυμάσια ἁρμονία καὶ τάξι μέσα στὸ σύμ παν, παρομοίως κ᾽ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἐὰν ἀ κολουθήσουμε τὴν πνευματική μας τροχιά, ὅ πως τὴν καθορίζουν οἱ γεμᾶτοι σοφία, ἀγάπη καὶ παν τοδυναμία νόμοι τοῦ Κυρίου, δὲν θὰ συγκρου­ώμεθα ἀναμεταξύ μας, δὲν θὰ βάφουμε μὲ αἷμα τὴ γῆ, δὲν θὰ ζοῦμε μὲ ἀνησυχίες καὶ θλίψεις καὶ φόβους, ἀλλὰ γαλήνιοι θὰ ταξιδεύουμε πρὸς τὰ ὑψηλά, ἐκεῖ ὅπου ἐπικρατεῖ ἡ τάξις, ἡ ἁρμονία καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ οὐρανίου κόσμου.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

«Ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι»

«Μη νομίσητε ὀτι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας.  (Ματθ. 5, 17).

Ευαγγελική περικοπή Κυριακής Αγ.Πατέρων Δ'Οικ.Συνόδου

 Η αυτάρκεια είναι ένα από τα μεγάλα όνειρα της ανθρώπινης ζωής. Να μη μας λείπει κάτι που να μας κάνει να αισθανόμαστε ότι στερούμαστε. Να μην έχουμε εμπόδια, εντολές, διατάξεις, ελέγχους που να μας απαγορεύουν να χαρούμε όπως θεωρούμε ότι είμαστε προορισμένοι, από τον χαρακτήρα, τις ρίζες μας, τον τρόπο που προσλαμβάνουμε τον πολιτισμό και τον κόσμο. Ο πλούσιος θεωρείται αυτάρκης. Αυτός που μπορεί να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του, τουλάχιστον τις πιο βασικές, θεωρείται αυτάρκης. Αυτός που δεν εξαρτιέται από τους άλλους θεωρείται αυτάρκης. Αυτός που έχει εξουσία στον εαυτό του και στους άλλους, αλλά και στις περιστάσεις της ζωής, θεωρείται αυτάρκης. 

Η αυτάρκεια όμως είναι ψευδαίσθηση. Ο άνθρωπος έχει πάντοτε να παλέψει με την κατάσταση που ονομάζουμε «πλεονεξία». Πάντοτε θέλουμε περισσότερα από όσα έχουμε. Κι αυτό διότι συγκρίνουμε τους εαυτούς μας με όσους έχουν παραπάνω. Κάποτε αισθανόμαστε ότι το μέλλον είναι επίφοβο και όσα έχουμε, όχι κατ’ ανάγκην μόνο υλικά, αλλά και γνώσεις και ιδέες και σχέσεις, δε θα επαρκούν. Άλλοτε προκύπτουν εμπόδια που πιθανολογούμε ότι θα μας αποτρέψουν από το να διατηρήσουμε ή να προσθέσουμε στα όσα έχουμε και στα όσα είμαστε, με κορυφαίο τον θάνατο και, επομένως, κάπως θα πρέπει να έχουμε «παραπάνω», για να δυσκολευτούμε λιγότερο. Η αυτάρκεια λοιπόν, ακόμη κι αν υπάρχει, δεν μπορεί να διατηρήσει την ευτυχία που ονειρευόμαστε. Πάντοτε θα υπάρχει έλλειψη!

Υπάρχει ένας όμορφος ευαγγελικός λόγος, από την επί του Όρους ομιλία του Χριστού, που μας δείχνει τον δρόμο για την αληθινή αυτάρκεια, η οποία δεν είναι απορριπτέα από την πνευματική μας παράδοση. Το αντίθετο. Δεν νοηματοδοτείται όμως μόνο από τα υλικά. Έχει βαθύτερη προοπτική. 

«Μη νομίσητε ὀτι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας.  (Ματθ. 5, 17). «Μην πιστέψετε ότι ήρθα να καταργήσω τον μωσαϊκό νόμο ή τα παραγγέλματα

των προφητών. Δεν ήρθα για να καταργήσω, αλλά για να τα ολοκληρώσω και να τα τελειοποιήσω».

 Ο λόγος αυτός δεν έχει να κάνει μόνο με την αποφυγή των καινοτομιών στην πίστη, τις οποίες κάνουν οι αιρετικοί. Με την άρνηση της Παλαιάς Διαθήκης και την αίσθηση ότι το Ευαγγέλιο καταργεί τα προηγούμενα, τα αλλάζει όλα. Με τις προσθήκες «ιώτα και οξείας» στα λόγια του Χριστού, που κάνουν διάφοροι ανά τους αιώνες. Ο λόγος του Κυρίου αναφέρεται στο αίσθημα της αυτάρκειας, το οποίο διακατέχει τους «θρησκευτικούς» ανθρώπους, αλλά και όποιον επιζητεί κάθε είδους αυτάρκεια στη ζωή του.

Ο θρησκευτικός άνθρωπος αγκιστρώνεται στον τρόπο ερμηνείας της παράδοσής του, εμμένοντας στο γράμμα. Ο Χριστός δεν το απορρίπτει. Όποιος όμως θέλει να έχει σχέση μαζί Του, καλείται να προσθέσει στην ακεραιότητα του γράμματος την λάμψη των καλών έργων, τη λάμψη του φωτός που εμφανίζεται όταν δοξάζει με τον τρόπο του τον Πατέρα τον εν ουρανοίς. 

Οι «θρησκευτικοί» άνθρωποι διατηρούμε την αυτάρκεια των λόγων, αλλά δε ζούμε το φως του Ευαγγελίου. Κι αυτό διότι βλέπουμε τους λόγους όπως τα υλικά αγαθά. Κανείς δεν πρέπει να μας τα στερήσει, διότι αλλιώς κινδυνεύουμε να μην μπορούμε να υλοποιήσουμε τα όνειρά μας. Η στέρηση της ακεραιότητας των λόγων γίνεται κίνδυνος για τη σωτηρία μας. Έτσι παλεύουμε να έχουμε πληθώρα θρησκευτικών γνώσεων, οχυρωνόμαστε πίσω απ’ αυτές και συχνά αρνούμαστε να δούμε ότι δεν είμαστε φως και δεν φωτίζουμε. Κρίνουμε και κατακρίνουμε, χωρίς όμως να μπορούμε να αγαπούμε και να μοιραζόμαστε με ταπείνωση αυτό που έχουμε, μας δόθηκε ή αποκτήσαμε, χωρίς δηλαδή την δοξολογία του Θεού, προς τον Οποίο απευθύνεται κάθε σκέψη και κάθε κίνησή μας, ακόμη κι αν περνά από τον πλησίον. 

Δεν είναι αρκετές οι διατυπώσεις, γιατί μας παγιδεύουν στην αυτάρκεια του «έχειν». Χρειάζεται να περνούμε στην πράξη της αγάπης, που είναι το αγκάλιασμα του άλλου συνολικά, με ό,τι έχουμε και, κυρίως, με ό,τι είμαστε.

Ο λόγος του Χριστού μεταφράζεται και στους αυτάρκεις της ζωής και των υλικών πραγμάτων. Τι ωφελεί να τα έχουμε ή να στηριζόμαστε σ’ αυτά όταν δεν φωτιζόμαστε, δεν φωτίζουμε και δε δοξάζουμε τον Θεό διά των έργων μας; Όταν κατέχουμε και δεν μοιραζόμαστε. Όταν μαζεύουμε, όταν αυτοθαυμαζόμαστε, όταν ελπίζουμε στο «έχειν» μας, στην δόξα, στην εξουσία μας, στις νίκες μας, στην καλοπέρασή μας, στον τρόπο του εγώ μας; Όταν δεν βλέπουμε τον άλλον όχι ως ευκαιρία ηδονής, αλλά ως χαρά; Όταν η συνάντησή μας μαζί του δεν γίνεται ευκαιρία να δώσουμε και να πάρουμε αγάπη και ελπίδα; Όταν δεν έχουμε νόημα και δεν δίνουμε νόημα;

Στη ζωή νικητής θα είναι ο θάνατος. Αληθινά αυτάρκης δεν μπορεί να υπάρξει όποιος στηρίζεται στο «έχειν» του. Όποιος φοβάται την κατάλυσή του και εγκλωβίζεται στο «εγώ» του. Αυτάρκης είναι όποιος αφήνει τον Χριστό, το Φως και τη Ζωή, να συμπληρώνει, να ολοκληρώνει, να τελειοποιεί ό,τι έχει και να του δίνει υπόσταση αιωνιότητας. Γιατί η πίστη και η σχέση με τον Θεό, όπως αυτή μεταφράζεται στη χαρά της αγάπης, στην ετοιμότητα συνάντησης με τον άλλο, στον τρόπο της Εκκλησίας, συμπληρώνει και δεν καταργεί. Η πίστη δεν απορρίπτει τον αγώνα του ανθρώπου να κερδίσει, να έχει, να αισθάνεται όσο μπορεί καλύτερα. Του δείχνει όμως τι του λείπει. Κι αυτό είναι ο Χριστός ως Φως, ως εμπιστοσύνη, ως χαρά, ως αγάπη και το μοίρασμα στην πράξη όλων αυτών των βιωμάτων και διά του λόγου και διά των έργων και διά της ελεημοσύνης και διά της φιλαδελφίας. 

Ο "θρησκευτικός" άνθρωπος συχνά δεν βλέπει αυτή την μεγάλη αλήθεια. Δεν μπορεί όμως και να κατανοήσει ότι όσες γνώσεις και όσες καλές πράξεις και όσο ευαγγελικό ήθος και να επιδεικνύει, δεν αρκεί. Διότι το Φως θέλει καθαρότητα καρδιάς, θέλει Χριστό, θέλει κοινότητα αγάπης για να συμπληρώσει ό,τι έχουμε. Όλα αυτά βιώνονται στη ζωή της Εκκλησίας, στην κοινότητα της πίστης που υπερβαίνει την αυτάρκεια, δείχνοντας τα πραγματικά της όρια!

πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ      (Ματθ. 5, 14-19)

Στά χαρακτηριστικά τῶν ἀληθινῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ ἀναφέρεται, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή. Εἶναι ἀπό τήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία τοῦ Κυρίου καί μέ ἁπλές ἀλλά δυνατές εἰκόνες θυμίζει στόν ἀκροατή τόσο τά θεωρητικά ὅσο καί τά πρακτικά του καθήκοντα. Διαβάζεται σήμερα αὐτή ἡ περικοπή, γιατί σήμερα ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τή μνήμη τῶν Πατέρων πού συγκρότησαν τήν Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο (451 μ.Χ. στή Χαλκηδόνα), καί διετράνωσαν τήν ὀρθόδοξη πίστη, ὅτι ὁ Χριστός ὑπῆρξε τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος, χωρίς ἁμαρτία. Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας στάθηκαν μέ λόγια καί ἔργα ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ.

Στήν ἀρχή ὁ Κύριος λέγει στούς μαθητές Του ὅτι εἶναι τό «φῶς τοῦ κόσμου». Πιό τιμητικός χαρακτηρισμός δύσκολα βρίσκεται. Τούς ὀνόμασε μέ τό δικό Του ὄνομα, διότι Αὐτός εἶναι «τό φῶς τό ἀληθινόν, ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Ὅταν θέλησε νά ἀποκαλύψῃ τήν οὐσία τῆς ἀποστολῆς Του διεκήρυξε: «Ἐγώ φῶς εἰς τόν κόσμον ἐλήλυθα». Φυσικά αὐτό τό φῶς οἱ μαθητές δέν τό ἔχουν ἀπό μόνοι τους, ἀλλά τό παίρνουν ἀπό τό Χριστό πού εἶναι τό «φῶς τό ἀληθινόν». Ἀπό τό Χριστό παίρνουν τό φῶς οἱ πιστοί καί τό καθρεπτίζουν πρός τούς ἄλλους. Γίνονται ἔτσι τό πνευματικό φῶς τοῦ κόσμου. Μέ τό φῶς τους καθοδηγοῦν, κρίνουν καί σώζουν τόν κόσμο. Ἔτσι ἦταν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πού ἐφώτισαν τόν κόσμο, ὄχι μόνο στήν ἐποχή τους, ἀλλά πάντοτε.

Ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ ὅμως δέν κρύβει τό φῶς, ἀλλά μεταδίδει τό φῶς καί στούς ἄλλους μέ τήν ἱεραποστολή. Τό φῶς ἄναψε μέσα μας, δέν δόθηκε ἀποκλειστικά γιά μᾶς, γιά νά τό ἀπολαμβάνουμε τελείως προσωπικά. Ἄν τό κρύψουμε «ὑπό τόν μόδιον», ἄν τοῦ στερήσουμε τόν ὁρίζοντα ἀκτινοβολίας, ὄχι μόνο δέν θά ἀνταποκριθῆ στό σκοπό τῆς ὑπάρξεώς του, ἀλλά καί τελικά θά σβήση. Κάθε φῶς πρέπει νά λάμπη. Εἶναι στή φύση του νά διακρίνεται, νά φαίνεται.

Μιά φωτισμένη ἀπό τό Χριστό ψυχή θά φανῆ ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐκφράζεται˙ ἀπό τό πῶς συμπεριφέρεται, πῶς κινεῖται, πῶς ἀντιδρᾶ. Τό φῶς ἀποκαλύπτει ὅ,τι κρύβει τό σκοτάδι. Προειδοποιεῖ γιά τούς κινδύνους, βοηθεῖ στόν καθορισμό τῆς σωστῆς πορείας, διαλύει τήν ἀβεβαιότητα, δίνει στό βῆμα ρυθμό καί σταθερότητα.

Ὁ πραγματικός ἑπόμενος μαθητής τοῦ Χριστοῦ ἀρχικά φωτίζει μέ τήν ἀρετή του. Μέ τήν ἀκτινοβολία τῆς προσωπικότητάς του. Ἡ ζωή του εἶναι ἕνα φωτεινό παράδειγμα γιά μίμηση. Γιατί ἀντιγράφει, μέσα στά ἀνθρώπινα πλαίσια, τή ζωή τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ἡ ἐνάρετη ζωή του, ἡ συμπεριφορά του, τόν ἀναδεικνύει ἡγέτη στό περιβάλλον του. Δέν ἔχει σημασία ἡ κοινωνική του θέση. Εἴτε βρίσκεται στή βάση, εἴτε στήν κορυφή τῆς κοινωνικῆς πυραμίδας ἐπιβάλλεται μέ τήν τιμιότητα, τήν εἰλικρίνεια, τή σοβαρότητα καί τή σεμνότητα του. Δέν παίρνει ἀξία τό πρόσωπο ἑνός τέτοιου χριστιανοῦ ἀπό τό ἀξίωμα του ἤ τή θέση πού κατέχει, ἀλλά ἡ θέση καί τό ἀξίωμα παίρνουν ἀξία ἀπό αὐτόν. Ἐκεῖνο πού τόν ἐνδιαφέρει δέν εἶναι τό ποῦ θά φθάσει, ἀλλά ἄν θά ἀκτινοβολῆ ἀπό ἐκεῖ πού βρίσκεται μέ τά καλά του ἔργα.

Δέν εἴμαστε οἱ χριστιανοί ἁπλῶς φῶς γιά τόν ἑαυτό μας, πρέπει νά εἴμαστε «φῶς τοῦ κόσμου» καί νά λάμπουμε στήν καρδιά τῆς ἀνθρωπότητας, «ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων», εἶπε ὁ Χριστός. Ὄχι μέ θεωρίες ἀλλά μέ «καλά ἔργα» πού στρέφουν τήν προσοχή στό Θεό. Στήν ἐποχή ἐκείνη τῶν εὐαγγελίων ἡ λέξη «καλός» δέν σήμαινε ἁπλῶς ἀντίθετος τοῦ «κακός». Εἶχε εὐρύτερη ἔννοια καί εἶχε τήν ἔννοια τοῦ ὡραίου, τοῦ ἐλκυστικοῦ, τοῦ χαριτωμένου. Τά «καλά ἔργα» ἑπομένως πού ζητεῖ ὁ Χριστός, δέν εἶναι μιά ἀναγκαστική ἐκτέλεση καθήκοντος, μιά αὐστηρή ἀγαθοεργία, μιά ψυχρή προσφορά βοήθειας σέ εἶδος ἤ σέ χρῆμα. Εἶναι χαριτωμένα. Γεμάτα χάρη Θεοῦ, ἀγάπη καί χαρά. Ὄχι παγερή ἐξυπηρέτηση, εὐγένεια κατά παραγγελία, ἀλλά αὐθόρμητη καλωσύνη, γεμάτη φῶς στήν καρδιά καί στό πρόσωπο. Στήν καλωσύνη τῶν ἁγίων ὑπάρχει πάντα κάτι ἤρεμο, θελκτικό στήν συμπεριφορά τῶν ἁγίων, στά λόγια, στίς πράξεις, στή σιωπή τους. «Οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων». Ἔτσι στήν ἐποχή τῶν Πατέρων ξαπλώθηκε τό Εὐαγγέλιο σ' ὁλόκληρο τόν κόσμο.

Καί ἐδῶ ἔρχεται τό ἑπόμενο χαρακτηριστικό τοῦ ἀληθινοῦ μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ, αὐτοῦ πού εἶναι πραγματικό φῶς πού φωτίζει πνευματικά τόν κόσμο. Ὁ πραγματικός μαθητής ζῆ καί διδάσκει ὁλόκληρη τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, χωρίς περικοπές ἤ προσθέσεις, ἀνόθευτη. Φαίνεται εὐκολο αὐτό, ἀλλά δέν εἶναι. Γιατί τό ἄπλετό φῶς κουράζει τά ἀσθενικά μάτια καί ὁ ἥλιος ξεσκεπάζει τά ἐλαττώματα πού κρύβει τό μισοσκόταδο. Γι' αὐτό καί οἱ ἄνθρωποι ἀγαποῦν τό σκότος καί ὄχι τό φῶς, ἐπειδή, ὅπως λέγει ἀλλοῦ ὁ Χριστός, εἶναι πονηρά τά ἔργα τους.

Δύσκολος ὁ δρόμος τῆς ἀλήθειας, ἀλλά λυτρωτικός. Τό πλησίασμα στό φῶς εἶναι στήν ἀρχή δύσκολο, ὕστερα ὅμως τά μάτια τῆς ψυχῆς συνηθίζουν, ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται καί γίνεται ὁ ἴδιος φῶς πού φωτίζει καί τούς ἄλλους. Ἔτσι ἔγινε μέ τούς Ἀποστόλους καί τούς Πατέρες, ἔτσι μπορεῖ νά γίνει μέ ὅλους μας. Ἀρκεῖ νά δεχθοῦμε τό φῶς, νά τό συντηρήσουμε, νά τό κρατήσουμε ἀναμμένο, γιά νά τό μεταδώσουμε ἀνόθευτο σ' αὐτούς πού περιμένουν νά τό παραλάβουν ἀπό ἐμᾶς. Ἀμήν.
kranos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ