2018-12-17 14:46:36
Φωτογραφία για Υπόθεση Μανώλη Δουρή: ο άγραφος νόμος των φυλακών αλλά και οι ισχυρές κοινωνικές αντιδράσεις και πιέσεις
Της Αγγελικής Καρδαρά

Στις 31 Δεκεμβρίου του 1993 ο εξάχρονος γιος μιας πολυμελούς οικογένειας βρίσκεται νεκρός και βάναυσα κακοποιημένος, κοντά στο σπίτι της οικογένειάς του στην Ερμιόνη. Έχουμε, συνεπώς, να κάνουμε με ένα διπλό έγκλημα: της ανθρωποκτονίας ανηλίκου και του βιασμού. Για το διπλό έγκλημα κρίθηκε ένοχος ο ίδιος ο πατέρας του αγοριού, γεγονός που συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία, η οποία ερχόταν αντιμέτωπη με μια ακραία μορφή εγκληματικότητας, την πρωτοφανή αγριότητα της οποίας δεν μπορούσε να συλλάβει ο ανθρώπινος νους[1].

Το κουβάρι της υπόθεσης άρχισε να ξετυλίγεται το βράδυ της Παραμονής Πρωτοχρονιάς του 1993, όταν το ζεύγος Δουρή  δήλωσε στην αστυνομία την εξαφάνιση του γιου τους. Αν και δεν είχαν περάσει οι απαιτούμενες ώρες μετά τις οποίες αρχίζουν επίσημα οι έρευνες, οι αρχές κινητοποιήθηκαν αμέσως. Παράλληλα, η τοπική κοινωνία της Ερμιόνης κινητοποιήθηκε για να βρεθεί το αγόρι. Τελικά ο ίδιος ο πατέρας -Μανώλης Δουρής- μαζί με έναν από τους γιους του βρήκαν το άψυχο κορμάκι κρυμμένο στο μαντρότοιχο μιας αλάνας, κοντά στο σπίτι της οικογένειας. Ήταν άγρια κακοποιημένο. Σύμφωνα με το ιατροδικαστικό πόρισμα, το παιδί είχε πέθανε από ασφυξία, καθώς ο δράστης του είχε κλείσει τη μύτη και το στόμα, αφού πρώτα το είχε βιάσει.


Η ιστορία εξελίχθηκε σε «τηλεοπτικό θρίλερ». Όλες οι εκπομπές και τα δελτία ειδήσεων αφιέρωναν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στην υπόθεση, σε καθημερινή βάση. Τελικά, ο ίδιος ο πατέρας συνελήφθη και ομολόγησε το έγκλημά του. Οι αντιφάσεις στην κατάθεση του και το γεγονός ότι βρήκε ο ίδιος το πτώμα σε ένα μέρος που μόνο κάποιος που ήξερε θα έψαχνε, κίνησαν τις υποψίες των αστυνομικών. Στην ανάκριση φέρεται να είπε: «Με κυριεύει μια σπάνια ασθένεια, με μεταμορφώνει. Με έπιαναν κρίσεις και δεν έβλεπα μπροστά μου. Ο καθένας στη θέση μου το ίδιο μπορεί να έκανε».

Το κλίμα αντιστράφηκε αμέσως. Η κοινή γνώμη, η οποία μέχρι και πριν από λίγες ώρες, στεκόταν στο πλευρό του πατέρα, ταυτίστηκε με χαρακτηρισμούς όπως «ανθρωπόμορφο τέρας» και «κτήνος», απαιτώντας την παραδειγματική τιμωρία του.

Αναλύοντας τον τρόπο με τον οποίο η υπόθεση παρουσιάστηκε στα ΜΜΕ, καταλήγουμε στις εξής σημαντικές διαπιστώσεις:

·         Αρχικά, το κοινό συμπάσχει με τον πατέρα και ολόκληρη την οικογένεια. Όταν ο πατέρας ομολογεί ότι ο ίδιος είναι ο δράστης τόσο του βιασμού, όσο και της δολοφονίας του παιδιού του, το κοινό αντιδρά εντόνως. Το ανθρώπινο δράμα κυριαρχεί, ενώ οι βασικοί τίτλοι του αστυνομικού ρεπορτάζ χαρακτηρίζουν τον Δουρή «τέρας», «δράκο», «ανθρωπόμορφο κτήνος», «βιαστή και παιδοκτόνο» (σημειώνω εδώ ότι ο ορθός νομικός όρος είναι «ανθρωποκτόνος» και όχι «παιδοκτόνος»). ‘

·         Η υπόθεση Δουρή είχε όλα εκείνα τα στοιχεία που την κατέστησαν πρώτο θέμα στο αστυνομικό ρεπορτάζ: το θύμα ήταν ανήλικο, δράστης ο ίδιος ο πατέρας, ο τρόπος τέλεσης του εγκλήματος ειδεχθής.

·         Η δραματοποίηση της υπόθεσης έγινε ακόμα πιο έντονη με την παρουσίαση φωτογραφιών του θύματος, τοποθετημένες δίπλα στις φωτογραφίες του καθ’ ομολογίαν δράστη, με αποτέλεσμα η συγκινησιακή φόρτιση του κοινού να γίνεται ακόμα μεγαλύτερη.

Η υπόθεση Μανώλη Δουρή, συνεπώς, αποτελεί μια «ιδιάζουσα» υπόθεση ως προς την απεικόνισή της στα ΜΜΕ. Στον Δουρή εφαρμόστηκε ο άγραφος νόμος της φυλακής που δεν συγχωρεί όσους έχουν σκοτώσει τα παιδιά τους. Θα προχωρήσω όμως ένα βήμα παρακάτω και θα υποστηρίξω ότι οι τρόφιμοι των φυλακών, μέσω των «τιμωριών» που φέρεται να επέβαλαν στον Δουρή, ικανοποιούσαν ταυτόχρονα και το «λαϊκό αίσθημα», καθώς εκείνη την περίοδο η ελληνική κοινωνία που παρακολουθούσε από τα ΜΜΕ τις εξελίξεις της υπόθεσης είχε ξεσηκωθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε ήταν κατά κάποιο τρόπο «αναπόφευκτο» να υπάρξουν τόσο έντονες αντιδράσεις και στα καταστήματα κράτησης.

Άλλωστε, τεχνητά είναι τα τείχη που χωρίζουν τις φυλακές από την ελεύθερη κοινωνία, επομένως ο έγκλειστος πληθυσμός αφουγκράζεται τις κοινωνικές αντιδράσεις, οι οποίες δεν αφήνουν ανεπηρέαστο τον χώρο των καταστημάτων κράτησης, όσο κλειστό και περιοριστικό κι αν είναι αυτό το πλαίσιο στο οποίο συμβιώνουν οι έγκλειστοι.

Μάλιστα, η επιστημονική κοινότητα έκανε λόγο τότε για ισχυρές κοινωνικές πιέσεις που λειτούργησαν ακόμα και ανασταλτικά στο να πέσει φως σε όλες τις σκοτεινές πτυχές της υπόθεσης, δεδομένου ότι η «κοινή γνώμη»  απαιτούσε να  αποδοθεί πολύ γρήγορα δικαιοσύνη και να επιβληθεί η αυστηρότερη των ποινών στον Δουρή. Οι τρόφιμοι των φυλακών, συνεπώς, δεν μπορούσαν να μείνουν αμέτοχοι και απαθείς σε αυτό το κλίμα κοινωνικής οργής που είχε δημιουργηθεί. Η κατάσταση ήταν έκρυθμη και εκτός φυλακών, επομένως ήταν αδύνατον να μη μεταφερθεί αυτό το κλίμα και αυτό το δυνατό συναίσθημα -αγανάκτησης, οργής, μίσους- και εντός φυλακής. Όπως άλλωστε εξετάσαμε στο άρθρο με τίτλο «Ο άγραφος νόμος της φυλακής», ο κώδικας των εγκλείστων είναι σκληρός αλλά ταυτόχρονα κατανοητός και απέριττος. Το αξιοσημείωτο είναι ότι, παρά τη σημαντική θέση που κατέχει μεταξύ των τροφίμων, στην πράξη ουδέποτε εφαρμόστηκε ως ένας άτεγκτος κώδικας, χωρίς ωστόσο να χάνει τη συμβολική αξία του. Βλ. σχετικά  http://www.bloko.gr/2018/12/blog-post_121.html

Το κυριότερο ερώτημα που τέθηκε εκείνη την εποχή από την επιστημονική κοινότητα και εξακολουθεί να προβληματίζει είναι το εξής: «Ήταν ο Δουρής ένοχος, τελικά; Ή ήταν ο μόνος ένοχος στην υπόθεση;».

Οι αμφιβολίες που διατυπώθηκαν από εγκληματολόγους ότι ενδεχομένως υπήρξε και δεύτερος δράστης και ότι άλλο άτομο διέπραξε το έγκλημα του βιασμού και άλλο άτομο το έγκλημα της ανθρωποκτονίας, έμειναν για πάντα αναπάντητες. Επομένως, το φλέγον ερώτημα που τίθεται στο σημείο αυτό είναι εάν και σε ποιο βαθμό τα ΜΜΕ έπαιξαν κάποιο ρόλο στο να μην πέσει φως σε όλες τις πτυχές της υπόθεσης;

Ας εξετάσουμε όμως τις αμφιβολίες, όπως διατυπώθηκαν τότε: Ο Ομ. Καθηγητής Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Γιάννης Πανούσης, είχε δηλώσει εκείνες τις μέρες στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία»: «Από την έκθεση πραγματογνωμοσύνης των εγκληματολογικών εργαστηρίων μπορεί να τεθεί εν αμφιβόλω η ταυτότητα του δολοφόνου του παιδιού. Μπορεί άλλος να είναι ο βιαστής κι άλλος ο δολοφόνος». Πράγματι, σχετικό πόρισμα των εργαστηρίων αναφέρει ότι στα ρούχα του παιδιού βρέθηκαν τρίχες γεννητικών οργάνων που δεν ανήκουν στον Μανώλη Δουρή.  Αυτό είναι, κατά την κρίση μου, ένα εξαιρετικά σοβαρό στοιχείο που θα έπρεπε να έχει απαντηθεί με τρόπο σαφή.

 

Αξιοσημείωτα είναι και όσα ανέφερε τότε ο συνήγορος υπεράσπισης, Βασίλης Καρύδης, ότι πριν καταδικαστεί ο Μανώλης Δουρής, για τον οποίο πίστευε ότι είναι αθώος, δεν έγινε ούτε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη που είχε ζητήσει η υπεράσπιση του κατηγορούμενου, ούτε έλεγχος με DNA των τριχών που είχαν βρεθεί στο στόμα και στον πρωκτό του θύματος.

 

Σαφώς, η απόφαση του δικαστηρίου οφείλει να γίνει σεβαστή και ο Δουρής μπορεί, πράγματι, να ήταν ο μοναδικός ένοχος για το έγκλημα του βιασμού και της ανθρωποκτονίας του ανήλικου γιου του. Από τη στιγμή, άλλωστε, που η υπόθεση δεν πρόλαβε να εκδικαστεί σε δεύτερο βαθμό, δεν μπορούμε να την αμφισβητήσουμε. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε ότι η υπόθεση παρουσιάζει ενδιαφέρον, καθώς υπήρξαν σημεία στα οποία δεν χύθηκε φως, όπως τόνισαν έγκριτοι νομικοί και εγκληματολόγοι. Ταυτόχρονα, προβληματίζουν οι συνθήκες ζωής του άτυχου αγοριού και ο βαθμός στον οποίο το αποτρόπαιο έγκλημα θα μπορούσε να είχε προληφθεί.

Στις 25 Φεβρουαρίου του 1996, πέφτει και η αυλαία της ιστορίας. Ο Μανώλης Δουρής αυτοκτόνησε με το καλώδιο της κεραίας της τηλεόρασης. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι βρήκαν το σώμα του να αιωρείται μέσα στο κελί του στις φυλακές της Τρίπολης. Ο Δουρής χρησιμοποίησε το καλώδιο της τηλεόρασης για να δώσει τέλος στη ζωή του, το οποίο είχε κρύψει στα ρούχα του. Βρέθηκε απαγχονισμένος στις εξωτερικές τουαλέτες των φυλακών Τριπόλεως. Οι συγγενείς του υποστηρίζουν ότι τους είχε προαναγγείλει τη βούλησή του να δώσει τέλος στη ζωή του, λίγες ημέρες νωρίτερα. Σε κάθε περίπτωση η επιλογή της αυτοκτονίας με το καλώδιο της τηλεόρασης έχει ένα μοιραίο συμβολισμό: η τηλεόραση τον καταδίκασε, προτού καν γίνει η δίκη σε δεύτερο βαθμό.

Συνοψίζοντας, η καταδίκη τόσο ειδεχθών εγκλημάτων είναι δεδομένη. Αυτό, ωστόσο, που η κοινωνία πρέπει να απαιτεί, σε τόσο σοβαρές υποθέσεις, είναι να φωτίζονται όλες οι σκοτεινές πτυχές των εγκλημάτων.

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Καρδαρά, Α. (2017-πρόλογος Καθηγητή Γ. Πανούση). Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας για τον Αστυνομικό και Δικαστικό Συντάκτη, Αθήνα: Παπαζήσης.

Πρακτικά, (2000). Σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών και παιδοφιλία στο Internet, Αθήνα: Ι. Σιδέρης.

Σκάρη, Ρ. (2005). Συλλογή συμβάσεων και διεθνών κειμένων για τα δικαιώματα του παιδιού,  Αθήνα: ΑΝΤ. Ν. Σάκκουλα.

Τσιγκρής, Α. (2000). Τα Σεξουαλικά Εγκλήματα: Εγκληματολογικές Προσεγγίσεις της Σεξουαλικής Βίας, Αθήνα-Κομοτηνή: ΑΝΤ. Ν. Σάκκουλα.

Τσιγκρής, Α. (1999), Σεξουαλική Κακοποίηση Παιδιού: Όψεις Κοινωνικού Ελέγχου, Αθήνα: ΑΝΤ. Ν. Σάκκουλα.

Τσουραμάνης, Χ. (1998), Ο φόνος στην Ελλάδα, Αθήνα: ΑΝΤ. Ν. Σάκκουλα.

 

Διαδικτυακή Πηγή

https://www.mixanitouxronou.gr/manolis-douris-o-viastis-ke-pedoktonos-tou-6chronou-giou-tou-aftoktonise-afou-kakopiithike-epanillimenos-sti-filaki/

 

[1] Το Νοέμβριο του 1994 ο Μανόλης Δουρής κρίνεται ένοχος και καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κάθειρξη 20 ετών για βιασμό, φυλάκιση ενός έτους για άσελγεια και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων για 10 χρόνια.
_
bloko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ