2012-06-01 14:12:04
Φωτογραφία για Τι προβλέπει το σχέδιο προεδρικού διατάγματος για την διαδικασία αναγνώρισης σε αλλοδαπούς και ανιθαγενείς του καθεστώτος του πρόσφυγα
Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης, Δικηγόρος Αθηνών

Το προεδρικό διάταγμα εφαρμόζεται σε όλες τις αιτήσεις παροχής διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται στο έδαφος της ελληνικής επικράτειας, περιλαμβανομένων των συνόρων, ή στις ζώνες διέλευσης της χώρας, καθώς και στις διαδικασίες ανάκλησης χορηγηθέντος καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Όλες οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας εξετάζονται καταρχήν ως αιτήσεις ασύλου και, εφόσον δεν πληρούνται τα κριτήρια της Σύμβασης της Γενεύης ως προς το καθεστώς του πρόσφυγα, εξετάζονται με βάση τα κριτήρια του καθεστώτος επικουρικής προστασίας.

Κάθε αλλοδαπός ή ανιθαγενής έχει δικαίωμα υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας. Οι αρμόδιες αρχές παραλαβής της αίτησης μεριμνούν, ώστε κάθε ενήλικος να μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα υποβολής αίτησης, υπό την προϋπόθεση ότι θα παρουσιασθεί αυτοπροσώπως ενώπιον των αρχών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9 παρ. 1 περ. α. Σε περίπτωση που ο αιτών υπόκειται σε διαδικασία πρώτης υποδοχής ή είναι κρατούμενος, οι αρμόδιες υπηρεσίες πρώτης υποδοχής ή κράτησης μεριμνούν, υπό την επιφύλαξη των προθεσμιών της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του ν.3907/2011 (Α 7), για την άμεση ενημέρωση και παραπομπή αυτού στην κατά τόπον αρμόδια αρχή εξέτασης.


Οι αιτούντες επιτρέπεται να παραμένουν στη χώρα μέχρι την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησης και δεν απομακρύνονται με οποιοδήποτε τρόπο.

Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου οι αρμόδιες αρχές είτε παραδίδουν τον αιτούντα σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3251/2004 (Α΄ 127), είτε εκδίδουν αυτόν σε τρίτη χώρα με την εξαίρεση της χώρας καταγωγής του αιτούντος ή σε διεθνή ποινικά δικαστήρια, με βάση τις διεθνείς υποχρεώσεις της Χώρας. Η παράδοση ή η έκδοση δεν πρέπει να οδηγεί σε έμμεση ή άμεση επαναπροώθηση του ενδιαφερόμενου κατά παράβαση του άρθρου 33 παρ. 1 της Σύμβασης της Γενεύης ή σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης σύμφωνα με το άρθρο 15 του π.δ. 96/2008. Κανένας δεν εκδίδεται πριν εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της αίτησής του, εφόσον επικαλείται φόβο δίωξης στο εκζητούν κράτος.

Το δικαίωμα παραμονής του αιτούντος στη Χώρα, σύμφωνα με την παρ. 1, δεν θεμελιώνει δικαίωμα για χορήγηση άδειας διαμονής.

Αλλοδαπός ή ανιθαγενής που αιτείται διεθνούς προστασίας, δεν κρατείται για μόνο το λόγο ότι εισήλθε και παραμένει παράνομα στη χώρα.

Αλλοδαπός ή ανιθαγενής που υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας ενόσω κρατείται, παραμένει υπό κράτηση εφόσον η κράτησή του νομιμοποιείται από άλλες διατάξεις της νομοθεσίας. Εάν κρατείται βάσει των σχετικών διατάξεων των ν. 3386/2005 και 3907/2011 όπως ισχύουν, κατ εξαίρεση και εφόσον κριθεί ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν εναλλακτικά μέτρα όπως αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 3907/2011, παραμένει υπό κράτηση:

α. για τη διαπίστωση των πραγματικών στοιχείων της ταυτότητας ή της καταγωγής του, ή

β. εφόσον συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη για λόγους που αναλύονται ειδικώς στην απόφαση κράτησης ή

γ. εφόσον η κράτησή του κρίνεται αναγκαία για την ταχεία ολοκλήρωση εξέτασης της αίτησής του, συμπεριλαμβανομένης και αυτής που υποβάλλεται εντός περιφερειακών υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας δύνανται να αποφασίσουν την κράτηση συγκεκριμένου αιτούντος, κατ εξαίρεση και εφόσον κρίνουν ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν εναλλακτικά μέτρα, όταν κρίνουν ότι ο αιτών συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη για λόγους που αιτιολογούνται ειδικώς στην απόφαση κράτησης.

Η απόφαση για την κράτηση των αιτούντων διεθνή προστασία λαμβάνεται από τον οικείο Αστυνομικό Διευθυντή και, προκειμένου περί Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, τον αρμόδιο για θέματα αλλοδαπών Αστυνομικό Διευθυντή και περιέχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Σε κάθε περίπτωση, ενημερώνεται αμέσως ο Προϊστάμενος του αρμόδιου Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου ή ο Διευθυντής της Αρχής Προσφυγών ο οποίος μεριμνά για την κατά προτεραιότητα εξέταση της αίτησης.

Οι αιτούντες κρατούνται στους χώρους κράτησης που προβλέπονται στο άρθρο 31 του ν. 3907/2011.

Η κράτηση αιτούντων επιβάλλεται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα και σε καμία περίπτωση δεν δύναται να υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες. Εάν ο αιτών έχει προηγουμένως κρατηθεί εν όψει διοικητικής απέλασής του ή διαδικασίας επιστροφής, ο συνολικός χρόνος κράτησης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 30 του ν.3907/2011, δεν δύναται να υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα (180) ημέρες.

Οι αιτούντες που κρατούνται, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, έχουν τα δικαιώματα προσφυγής και υποβολής αντιρρήσεων που προβλέπονται στις παρ. 3 και 4 του άρθρου 76 του ν.3386/2005, όπως ισχύει.

Στις περιπτώσεις κράτησης αιτούντων, οι αρμόδιες αρχές, με την επιφύλαξη των διεθνών και εθνικών κανόνων δικαίου που διέπουν την κράτηση, εφαρμόζουν, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα:

α. Μεριμνούν ώστε οι γυναίκες να κρατούνται σε χώρο χωριστά από τους άντρες.

β. Αποφεύγουν την κράτηση των ανήλικων. Ανήλικοι που έχουν χωριστεί από τις οικογένειές τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται μόνο για το απαραίτητο χρόνο έως την ασφαλή παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας ανηλίκων.

γ. Αποφεύγουν την κράτηση εγκύων κατά τη διάρκεια της κύησης και για τρεις μήνες μετά τον τοκετό.

δ. Παρέχουν στους κρατούμενους την προσήκουσα ιατρική φροντίδα.

ε. Διασφαλίζουν το δικαίωμα για νομική εκπροσώπηση των κρατούμενων.

στ. Μεριμνούν ώστε οι κρατούμενοι να ενημερώνονται σε γλώσσα που κατανοούν για τους λόγους και τη διάρκεια της κράτησης.

Όταν εκλείψουν οι λόγοι που δικαιολογούν την κράτηση ενός αιτούντος για τους λόγους που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, οι αρχές που διέταξαν την κράτηση, με αιτιολογημένη απόφασή τους αφήνουν ελεύθερο τον αιτούντα και ενημερώνουν αμελλητί τις αρχές εξέτασης ή απόφασης.

Διαδικασία εξέτασης:1.Οι αρμόδιες αρχές εξέτασης εξετάζουν τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις του Κεφαλαίου Β με την κανονική ή με την ταχύρρυθμη διαδικασία. Η υπαγωγή μίας αίτησης στην ταχύρρυθμη διαδικασία αιτιολογείται από τον χειριστή ειδικά, βάσει των διατάξεων της παραγράφου 4. Η ταχύρρυθμη διαδικασία δεν διαφοροποιείται από την κανονική κατά την εξέταση της αίτησης σε πρώτο βαθμό αλλά μόνο κατά την εξέταση τυχόν προσφυγής.

2. Η εξέταση των αιτήσεων ολοκληρώνεται το ταχύτερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός έξι μηνών στις περιπτώσεις εφαρμογής της κανονικής διαδικασίας ή τριών στις περιπτώσεις εφαρμογής της ταχύρρυθμης. Στις περιπτώσεις που η εξέταση διαρκεί πέραν του ανώτατου κατά περίπτωση χρονικού ορίου, ο αιτών έχει δικαίωμα να ζητά πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές εξέτασης για το χρόνο κατά τον οποίο αναμένεται η απόφαση επί της αίτησης. Η ενημέρωση αυτή δε θεμελιώνει υποχρέωση των ανωτέρω αρχών να λάβουν απόφαση εντός συγκεκριμένης προθεσμίας.

3. Οι αρμόδιες αρχές εξέτασης δύνανται να εξετάζουν κατά προτεραιότητα αιτήσεις διεθνούς προστασίας οι οποίες αφορούν:

α. άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες,

β. άτομα που υποβάλλουν αίτηση ενόσω κρατούνται, υποβάλλουν αίτηση βάσει του άρθρου 24 ευρισκόμενα σε ζώνες διέλευσης λιμένων ή αερολιμένων της χώρας ή παραμένουν εντός Περιφερειακών Υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής,

γ. άτομα που ενδέχεται να υπαχθούν στις διαδικασίες του Κανονισμού 343/2003,

δ. άτομα των οποίων οι αιτήσεις εύλογα πιθανολογείται ότι είναι βάσιμες,

ε. άτομα των οποίων οι αιτήσεις χαρακτηρίζονται ως προδήλως αβάσιμες

στ. άτομα για τα οποία η Ελληνική Αστυνομία με αιτιολογημένο έγγραφό της αναφέρει ότι συνιστούν κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της χώρας.

4. Οι αρμόδιες αρχές εξέτασης εξετάζουν μία αίτηση με την ταχύρρυθμη διαδικασία, όταν:

α. η αίτηση είναι προδήλως αβάσιμη, ή

β. ο αιτών παραπλάνησε τις αρχές εξέτασης με την παρουσίαση ψευδών πληροφοριών ή εγγράφων ή με την απόκρυψη σχετικών πληροφοριών ή εγγράφων όσον αφορά την ταυτότητα ή/και την εθνικότητά του, που μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την απόφαση, ή

γ. ο αιτών υπέβαλε άλλη αίτηση διεθνούς προστασίας στην οποία δηλώνει άλλα προσωπικά δεδομένα, ή

δ. ο αιτών δεν έχει παράσχει πληροφορίες ώστε να αποδειχθεί με εύλογο βαθμό βεβαιότητας η ταυτότητα ή η εθνικότητά του ή είναι πιθανόν ότι έχει καταστρέψει ή πετάξει κακόπιστα έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδιωτικό έγγραφο που θα βοηθούσε στον προσδιορισμό της ταυτότητας ή της εθνικότητάς του, ή

ε. ο αιτών έχει παρουσιάσει ασυνεπείς, αντιφατικές, απίθανες ή μη τεκμηριωμένες πληροφορίες που καθιστούν σαφώς μη πειστική τη δήλωσή του ότι αποτέλεσε θύμα διώξεων δυνάμει του π.δ. 96/2008 ή

ζ. ο αιτών έχει υποβάλει την αίτηση μόνο για να καθυστερήσει ή να εμποδίσει την εκτέλεση προγενέστερης ή επικείμενης απόφασης απέλασης ή με άλλο τρόπο απομάκρυνσής του, ή

η. ο αιτών παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 ή

θ. ο αιτών αρνείται να συμμορφωθεί με την υποχρέωση να υποβληθεί σε λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία, ή

ι. η αίτηση υποβλήθηκε από άγαμο ανήλικο για τον οποίο είχε ήδη υποβληθεί αίτηση από τους γονείς ή τον γονέα του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφο 2, η οποία απορρίφθηκε και ο αιτών δεν επικαλείται νέα κρίσιμα στοιχεία σχετικά με την προσωπική του κατάσταση ή την κατάσταση στη χώρα καταγωγής του.

5. Οι αρχές εξέτασης χαρακτηρίζουν μια αίτηση ως προδήλως αβάσιμη όταν ο αιτών, κατά την υποβολή της αίτησης και τη διεξαγωγή της συνέντευξης, κάνει επίκληση λόγων που προδήλως δεν συνάδουν με την ιδιότητα του πρόσφυγα ή του δικαιούχου επικουρικής προστασίας.

Απαράδεκτες αιτήσεις:Η Αποφαινόμενη Αρχή απορρίπτει ως απαράδεκτη, με σχετική πράξη της, αίτηση διεθνούς προστασίας, εφόσον:

α. άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. έχει χορηγήσει στον αιτούντα καθεστώς διεθνούς προστασίας ή

β. άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. ή άλλο κράτος που δεσμεύεται από τον Κανονισμό 343/2003 του Συμβουλίου έχει αναλάβει την ευθύνη εξέτασης της σχετικής αίτησης, κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού αυτού ή

γ. ο αιτών απολαμβάνει επαρκούς προστασίας από χώρα που δεν είναι κράτος μέλος της Ε.Ε. και θεωρείται ως πρώτη χώρα ασύλου για αυτόν, σύμφωνα με το άρθρο 19 ή

δ. οι αρμόδιες αρχές εξέτασης κρίνουν ότι μία χώρα συνιστά ασφαλή τρίτη χώρα για τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 20 ή

ε. H αίτηση αποτελεί μεταγενέστερη αίτηση του αιτούντος και η προκαταρκτική εξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 2, δεν κατέδειξε την ύπαρξη νέων ουσιωδών στοιχείων ή

στ. μέλος της οικογένειας του αιτούντος υποβάλλει ξεχωριστή αίτηση, παρότι το πρόσωπο αυτό έχει ήδη συναινέσει, σύμφωνα με το άρθρο 4, να συμπεριληφθεί η περίπτωσή του ως τμήμα αίτησης υποβαλλόμενης για λογαριασμό του και δεν υπάρχουν στοιχεία τα οποία να δικαιολογούν την υποβολή χωριστής αίτησης.

Η έναρξη ισχύος του παρόντος προεδρικού διατάγματος αποφασίζεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

Ένδικα μέσα:Οι αιτούντες διεθνή προστασία έχουν δικαίωμα άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 3 του ν.3068/2002 (Α΄ 274), όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3900/2010 και όπως ισχύει , κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος προεδρικού διατάγματος. Για τη δυνατότητα αυτή καθώς και για το αρμόδιο δικαστήριο γίνεται ρητή αναφορά επί του σώματος της απόφασης.

Υποχρέωση εχεμύθειας:Το προσωπικό των αρμοδίων Υπηρεσιών που εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος προεδρικού διατάγματος καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην εφαρμογή του παρόντος υποχρεούται να τηρεί εχεμύθεια για όλα τα στοιχεία και προσωπικά δεδομένα που περιέρχονται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή επ΄ ευκαιρία αυτών.
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ