2012-06-02 22:47:43
Φωτογραφία για «Εφεύρεση» του 19ου αιώνα οι υπηρεσιακές κυβερνήσεις
Του Τάκη Κατσιμάρδου*

Ο θεσμός των υπηρεσιακών κυβερνήσεων μέχρι να διαμορφωθεί, όπως ισχύει σήμερα, πέρασε από... σαράντα κύματα. Κάθε άλλο παρά ουδέτερες και ακομμάτιστες ήταν οι περισσότερες. Συχνά βρίσκονταν σε διατεταγμένη υπηρεσία και χρησιμοποιήθηκαν κυρίως ως εργαλεία για την υλοποίηση πολιτικών σχεδίων του ανώτατου άρχοντα στο ελληνικό βασίλειο. Πρώτη στο σχετικό κατάλογο φιγουράρει η κυβέρνηση Μωραϊτίνη στο τέλος του 1867 και τις αρχές του 1868. Την περίοδο εκείνη ο βασιλιάς είχε παύσει το «Μέγα Υπουργείον» Κουμουνδούρου, λόγω διαφωνιών του με την ασκούμενη πολιτική, κυρίως στο Κρητικό Ζήτημα, αλλά και γι' άλλα θέματα.

Σύμφωνα με την πρακτική, εκείνα τα χρόνια του πρώιμου κοινοβουλευτισμού, αλλά και της κρατούσας ερμηνείας του Συντάγματος του 1864, ο Γεώργιος Α' έπαυε και διόριζε τις «κυβερνήσεις του». Χωρίς να παίρνει υπόψη του τις πλειοψηφίες στη Βουλή (το κόμμα του Αλ. Κουμουνδούρου διέθετε 120 από τις 200 βουλευτικές έδρες).


Κανονικά έπρεπε ν' αναθέσει το σχηματισμό νέας κυβέρνησης στη μειοψηφούσα αντιπολίτευση (κόμμα του Δ. Βούλγαρη), αυτή να διαλύσει τη Βουλή και να προκηρυχθούν εκλογές. Άλλες, όμως, ήταν οι βουλές της Αυλής. Προς γενική κατάπληξη αναθέτει το σχηματισμό κυβέρνησης στον πρόεδρο του Αρείου Πάγου Αρ. Μωραϊτίνη. «Ο βασιλεύς», διηγείται ο Τρ. Ευαγγελίδης στην ιστορία του για τα γεγονότα μετά τον Οθωνα, «ηνάγκασε τον πανίσχυρον Κουμουνδούρον εις παραίτησιν τη 20ή Δεκεμβρίου 1867, έφερεν εις την εξουσίαν τον Μωραϊτίνην, άνδρα χρηστόν, του οποίου η θυγάτηρ ήτο κυρία της τιμής. Μέγας θόρυβος ηγέρθη εν τη Βουλή, της οποίας τας εργασίας διέκοψεν επί τεσσαρακονθήμερον και εν τη πόλει επί τη πρωτοφανή εκείνη του βασιλέως αποφάσει, το πρώτον ήδη ασκούντος συνταγματικόν δικαίωμα... Τη δε 21η Δεκεμβρίου αναγινώσκεται εν βραχυτάτη και παγερά συνεδριάσει έγγραφον του νέου πρωθυπουργού... αναγγέλλοντος τον σχηματισμόν νέου υπουργείου, του γνωστού τότε αχρόου επονομασθέντος...».

Κανονικά η αυλική κυβέρνηση θα έπρεπε μετά τη διακοπή των εργασιών της Βουλής, να συγκαλέσει το σώμα, να προχωρήσει στη διάλυση και να διενεργήσει η ίδια εκλογές. Πλην, όμως, για λόγους όχι τόσο ευκρινείς, δεν ήταν σε θέση ή δεν επιθυμούσε να προχωρήσει σ' αυτό το δρόμο. Ορισμένοι υπουργοί της, μάλιστα, έθεταν ως όρο, προκειμένου να συμφωνήσουν για τη διάλυση της Βουλής, να παραμείνουν υπουργοί και μετά τις εκλογές! Ο βασιλιάς, θέλοντας να «διορθώσει» την αντισυνταγματική και αντικοινοβουλευτική στάση του, έπαυσε την κυβέρνηση και διόρισε νέα υπό το Βούλγαρη (25 Ιανουαρίου του 1868) για να διενεργήσει τις εκλογές (από τις πιο νόθες της περιόδου).

Στα μισά

Το γεγονός είναι ότι η πρώτη «υπηρεσιακή κυβέρνηση», που σχηματίστηκε για να οδηγήσει στις κάλπες, σταμάτησε στα μισά του δρόμου.

Αλλά ούτε και η δεύτερη υπηρεσιακή κυβέρνηση, είκοσι χρόνια αργότερα, διενήργησε εκλογές.

Βρισκόμαστε στο 1886 και «η αρχή της δεδηλωμένης» έχει καθιερωθεί άτυπα πριν από μια δεκαετία.

Η κυβέρνηση Δηληγιάννη, που είχε προέλθει από τις εκλογές της προηγούμενης χρονιάς, έχει χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή. Ο βασιλιάς κατέφυγε πάλι σε εξωκοινοβουλευτική λύση, αναθέτοντας την εντολή στον πρόεδρο του Αρείου Πάγου Δ. Βάλβη. Δεν διορίστηκε ακριβώς με σκοπό να διενεργήσει εκλογές, αλλά για ν' αποσαφηνιστούν οι συσχετισμοί στη Βουλή, ύστερα από μαζικές μετακινήσεις βουλευτών. Όμως, στον ορίζοντά της βρίσκονταν οι εκλογές, εφόσον στη Βουλή δεν σχηματιζόταν πλειοψηφία ικανή να δώσει βιώσιμη κυβέρνηση.

Η υπηρεσιακή εξωκοινουβουλευτική κυβέρνηση Βάλβη είχε ζωή μόλις εννέα ημερών (30 Απριλίου έως 8 Μαΐου), καθώς στη Βουλή σχηματίστηκε ευρύτατη πλειοψηφία του Χ. Τρικούπη (προσχώρησαν οι βουλευτές που είχαν αποχωρήσει από το κόμμα του Θ. Δηληγιάννη) και δεν χρειάστηκαν νέες εκλογές. Αυτές θα γίνουν από την κυβέρνηση Τρικούπη λίγους μήνες αργότερα (Ιανουάριος του 1887). Το συμπέρασμα είναι ότι οι υπηρεσιακές εξωκοινοβουλευτικές κυβερνήσεις στη γέννησή τους δεν είναι συνυφασμένες με τις εκλογές. Οι πρώτες υπηρεσιακές, που διεκπεραίωσαν εκλογές ήταν του Κ. Κωνσταντόπουλου (1892) και του Ν. Δηληγιάννη (1895). Ο θεσμός θα περιπέσει ουσιαστικά σε αχρηστία κατοπινά για να επανέλθει το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.

Ζητούμενο οι ανόθευτες εκλογές

Οι υπηρεσιακές - εκλογικές κυβερνήσεις είναι ελληνική «πατέντα». Γέννημα της πολιτικής πρακτικής από το 19ο κιόλας αιώνα, που επιβίωσε το πρώτο μισό του επόμενου και συστηματοποιήθηκε μετά τον πόλεμο. Προέκυψαν, θεωρητικά τουλάχιστον, από την ανάγκη για τη διεξαγωγή τίμιων εκλογών. Στην πράξη, όμως, τις περισσότερες φορές κατά το παρελθόν, χρησιμοποιήθηκαν προσχηματικά. Τυπικά, ως υπηρεσιακή ορίζεται μια κυβέρνηση, που δεν έχει εκλεγεί, ούτε έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή. Αναλαμβάνει να διενεργήσει βουλευτικές εκλογές, επομένως ο βίος της είναι βραχύς. Συνήθως στη σύνθεσή της δεν περιλαμβάνονται κοινοβουλευτικοί ή πρόσωπα μ' ενεργό πολιτική δράση.

Παρόμοια κυβερνητικά σχήματα προβλέπονται και σ' άλλες χώρες σε περιόδους που προκηρύσσονται εκλογές. Η ιδιομορφία των ελληνικών υπηρεσιακών έγκειται, κυρίως, στα πρόσωπα, που την απαρτίζουν. Η ανάληψη της πρωθυπουργίας από ανώτατο δικαστικό δεν συναντάται αλλού κι έτσι προσδίδεται μια ελληνική αποκλειστικότητα στο θεσμό.

Η προσφυγή σε πρωθυπουργό - δικαστικό υπαγορεύτηκε από την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι δεν θα χρησιμοποιείται ο κρατικός μηχανισμός για ν' αλλοιωθεί το εκλογικό αποτέλεσμα. Η ανόθευτη έκφραση της θέλησης των πολιτών στις περιπτώσεις αυτές εξασφαλιζόταν, υποτίθεται, με τον έλεγχο και την εποπτεία ενός υπερκομματικού προσώπου από το χώρο της δικαιοσύνης. Η υπηρεσιακή ήταν η απάντηση, που δόθηκε στην εκτεταμένη διαχρονικά νοθεία και διαβλητότητα των ελληνικών εκλογών.

Με την έννοια αυτή θεωρείται ως εκδήλωση δημοκρατικής ανωριμότητας και δυσπιστίας για την αντικειμενικότητα όσων ασκούν εξουσία και συγχρόνως διενεργούν εκλογές. Αυτός ήταν και ο λόγος, που η εγκατάλειψη του «θεσμού» κατά τη μεταπολίτευση, εκτιμήθηκε ως δείγμα ωριμότητας του πολιτικού συστήματος. Αρκούσε μετά το 1974 να τοποθετούνται υπηρεσιακοί υπουργοί σε κρίσιμα για τις εκλογές υπουργεία και η κυβέρνηση να παραμένει κατά τ' άλλα η ίδια.

Δεκαέξι εξωκοινοβουλευτικά σχήματα σε 120 χρόνια

Από τη θέσπιση του Συντάγματος του 1864 και μέχρι την αναθεώρησή του (1911) η πρακτική του διορισμού υπηρεσιακών κυβερνήσεων εμφανίζεται σπάνια και σποραδικά. Συνολικά σε πέντε περιπτώσεις.

Μέχρι τη θέσπιση του Συντάγματος του 1952 θα διοριστούν τέσσερις, ενώ έως την επιβολή της δικτατορίας του 1967 θα σχηματιστούν άλλες έξι. Τελευταίος υπηρεσιακός πρωθυπουργός, πριν από το σημερινό, υπήρξε ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ι. Γρίβας στο τέλος του 1989.

Στα 120 χρόνια που χωρίζουν την πρώτη από την τελευταία υπηρεσιακή κυβέρνηση (Μωραϊτίνη 1867-68 και Γρίβα 1989) μεσολάβησαν συνολικά άλλες 14 της ίδιας κατηγορίας (ποσοστό 10% στο σύνολο των ελληνικών κυβερνήσεων). Ο αριθμός αυξάνεται αν προστεθούν και άλλου τύπου κυβερνητικά σχήματα, που ορίστηκαν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, για να διενεργήσουν εκλογές.

Μερικά περιορίστηκαν στο έργο αυτό, αν και υπήρξαν περιπτώσεις που δεν ανταποκρίθηκαν στο σκοπό για τον οποίο συγκροτήθηκαν. Ενώ άλλες άσκησαν κι άλλα ευρύτερα κυβερνητικά καθήκοντα.

Τυπικά καμιά κυβέρνηση δεν ήταν «υπηρεσιακή», αφού κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται στα νεοελληνικά Συντάγματα. Ακόμη και στο ισχύον όταν αναθέτει το σχηματισμό κυβέρνησης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου δεν ορίζεται ως τέτοια. Αλλά ως κυβέρνηση «από όλα τα κόμματα της Βουλής για τη διενέργεια εκλογών» είτε «όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής» υπό ανώτατο δικαστικό.

 Ο όρος χρησιμοποιείται από τη συνταγματική θεωρία, πολιτικούς και ιστορικούς, με διάφορες επεξηγήσεις. Μέσω αυτής της χρήσης καθιερώθηκε. Είναι ένας «θεσμός κατ' έθος», όπως έλεγαν παλιότερα.

*στην ΗτΣ
planet-greece
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ