2019-03-30 12:00:23
Φωτογραφία για Για το ρόλο και τη λειτουργία των Δημοτικών Περιφερειακών Θεάτρων
Αυτήν τη στιγμή, σε όλη την Ελλάδα λειτουργούν 14 Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα, τα οποία είναι εποπτευόμενοι φορείς του υπουργείου Πολιτισμού και βρίσκονται στην ευθύνη των δήμων, στους οποίους και ανήκουν.

Τα ΔΗΠΕΘΕ ιδρύθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του '80, με μεγάλο αγώνα των ηθοποιών, παρότι ορισμένα περιφερειακά θέατρα είχαν συσταθεί λίγα χρόνια νωρίτερα. Ιδρύθηκαν για να καλύψουν, από τη μια, τις ανάγκες του λαού για ποιοτικό θέατρο στην περιφέρεια και, από την άλλη, για να συμβάλλουν ώστε να υπάρχουν θέσεις εργασίας για τους ηθοποιούς, που είναι ένας κλάδος ο οποίος μαστίζεται από την ανεργία.

Για πολλά χρόνια, από τα ΔΗΠΕΘΕ πέρασαν σπουδαίοι καλλιτέχνες και έγιναν αξιόλογες παραγωγές. Πολλοί μεγάλοι ηθοποιοί αλλά και σκηνοθέτες ξεκίνησαν τη σταδιοδρομία τους από τέτοια θέατρα. Στεγάστηκαν μάλιστα κάποια απ' αυτά και σε κτίρια ιστορικής σημασίας, στα οποία ξανάδωσαν ζωή, όπως το θέατρο «Απόλλων» της Πάτρας, που είναι μια μικρογραφία της Σκάλας του Μιλάνου, ή το Εθνικό Θέατρο της Ρόδου (δεν βρίσκεται πια σε λειτουργία), που χρονολογείται από τα 1930.


Οικονομική ασφυξία και απομάκρυνση από το ρόλο τους

Σήμερα η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Ηδη από τα χρόνια πριν από την κρίση, η κατεύθυνση των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και τελικά του ΣΥΡΙΖΑ, σχεδιασμένα οδήγησε τα ΔΗΠΕΘΕ σε μαρασμό, στην αναζήτηση χορηγών και στις συμπαραγωγές. Οσα δεν κατάφεραν μέσα από αυτούς τους τρόπους να χρηματοδοτηθούν, τελικά έκλεισαν, αφήνοντας τεράστια κενά στην πολιτιστική μόρφωση κάθε περιοχής.

Αλλωστε, στην τριετή προγραμματική συμφωνία που υπογράφηκε πέρσι για τα ΔΗΠΕΘΕ, με την προηγούμενη υπουργό Πολιτισμού, έμπαιναν σαφείς όροι, ώστε να περάσουν τα θέατρα αυτά στη «νέα εποχή». Κάποιοι από αυτούς τους όρους είναι οι συμπαραγωγές με φορείς του κέντρου (δηλαδή ιδιωτικές θεατρικές - και όχι μόνο - επιχειρήσεις), η δημιουργία διεθνών συμπαραγωγών, καθώς και η ενίσχυση της νεανικής δημιουργίας και κινητικότητας. Αξιολογείται επιπλέον και η συμπαραγωγή ανάμεσα στα διάφορα ΔΗΠΕΘΕ, έτσι ώστε να μειώνεται το κόστος. Φυσικά μπαίνει στην προγραμματική συμφωνία και το ευχολόγιο για παραγωγές υψηλής καλλιτεχνικής αξίας, καθώς και για απασχόληση επαγγελματιών καλλιτεχνών.

Και το ευχολόγιο αυτό έρχεται να συμπληρωθεί με μειωμένη χρηματοδότηση, ειδικά για τη χρονιά που διανύουμε, τη μικρότερη των τελευταίων χρόνων (έως και 40.000 για κάθε ΔΗΠΕΘΕ), και από το υπουργείο, αλλά και από τις Περιφέρειες. Οπως είναι κατανοητό, ο οικονομικός αυτός στραγγαλισμός δημιουργεί σοβαρότατα προβλήματα. Με ευθύνη των τελευταίων κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ - ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αλλά και των δημοτικών αρχών, ουσιαστικά επιβάλλεται στα ΔΗΠΕΘΕ μια στυγνά ανταποδοτική λειτουργία με αποκλειστικό γνώμονα το κέρδος. Πρώτα - πρώτα οι συμπαραγωγές, όπως φαίνεται και από τον τίτλο τους, δεν απευθύνονται κύρια στο κοινό της περιφέρειας, δηλαδή δεν επιτελούν το ρόλο της ίδρυσής τους, που είναι η συμβολή στην πολιτιστική εξύψωση των λαϊκών στρωμάτων της επαρχίας. Μια συμπαραγωγή ενός τοπικού ΔΗΠΕΘΕ με το Φεστιβάλ Αθηνών, για παράδειγμα, πραγματοποιεί για λίγους μήνες κάποιες παραστάσεις σε 2-3 πόλεις στην περιφέρειά του και στη συνέχεια περιοδεύει σε μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, στο Ηρώδειο ή την Επίδαυρο. Επιπλέον, η επιδίωξη του μέγιστου κέρδους συνήθως επιβάλλει στα ΔΗΠΕΘΕ μια τιμολογιακή πολιτική, που κάνει απαγορευτική την πρόσβαση των πλατιών λαϊκών στρωμάτων στο θέατρο. Συχνά η επιλογή του έργου, των ηθοποιών και του όλου προγραμματισμού γίνεται από τον ισχυρό εταίρο της παραγωγής, αντί να γίνεται από τα ΔΗΠΕΘΕ με κριτήριο τις μορφωτικές - πολιτιστικές ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του κοινού στο οποίο κύρια απευθύνονται. Εκτός από τον έλεγχο του ιδεολογικού και καλλιτεχνικού περιεχομένου της παραγωγής ακόμη και απευθείας από ιδιώτες επιχειρηματίες, η εμπορευματοποίηση γίνεται παράγοντας για την πτώση του επιπέδου της θεατρικής παραγωγής, αφού οι απαράδεκτοι όροι και οι συνθήκες εργασίας της πλειονότητας των ηθοποιών και του υπόλοιπου προσωπικού υπονομεύουν την ανάπτυξη της δημιουργικότητας και τη σωστή προετοιμασία των παραστάσεων.

Το μεγαλύτερο μέρος των ΔΗΠΕΘΕ, για παράδειγμα, απασχολούν ως επί το πλείστον ερασιτέχνες. Οσο για τους μισθούς των επαγγελματιών ηθοποιών, οριακά αγγίζουν τα 500 ευρώ.

Το παράδειγμα του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αφού πραγματικά το υπουργείο έχει αυτή την κατεύθυνση, είναι πολύ λίγα έως και μηδενικά τα όσα μπορούν να κάνουν οι δήμοι. Είναι όμως στ' αλήθεια έτσι; Φυσικά δεν αναιρείται η ευθύνη της κυβέρνησης για την κατάσταση αυτή, όμως μπορούμε να εντοπίσουμε διαφορές από δήμο σε δήμο, ανάλογα με την κατεύθυνση που έχει κάθε δημοτική αρχή.

Το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, το οποίο φέτος πήρε τη χαμηλότερη - και σε καμία περίπτωση αντιπροσωπευτική των αναγκών του - επιχορήγηση των τελευταίων χρόνων (35.000 ευρώ), λειτουργεί ουσιαστικά από τον προϋπολογισμό του δήμου, ο οποίος για τη χρονιά 2018-2019 το επιχορήγησε με 90.000 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 95% της συνολικής επιχορήγησης. Την τελευταία 5ετία, που στο τιμόνι του δήμου βρίσκεται η «Λαϊκή Συσπείρωση», το ΔΗΠΕΘΕ έχει κάνει αξιόλογες παραγωγές. Με έργα πολυπρόσωπα, που σπάνια ανεβαίνουν ακόμα και στις κεντρικές θεατρικές σκηνές της Αθήνας, λόγω του μεγάλου κόστους. Εργα που εκφράζουν την ανάγκη του λαού για πρόσβαση στην πολιτιστική δημιουργία και προάγουν την πολιτιστική μόρφωση, εμπνέουν στον καθημερινό αγώνα για μια καλύτερη ζωή. Πέρα από την Κεντρική και την Παιδική Σκηνή, έχει επαναλειτουργήσει το θεσμό του «Αρματος Θέσπιδος». Πρόκειται για έναν ολιγομελή θίασο, ο οποίος φτιάχνει ευέλικτες παραστάσεις και ταξιδεύει σε όλες τις περιοχές της Δυτικής Ελλάδας και της Πελοποννήσου και επιτρέπει σε ανθρώπους που δεν έχουν ξανάρθει σε επαφή με το θέατρο, να απολαύσουν παραστάσεις με ένα πολύ χαμηλό εισιτήριο.

Σημαντικό επίσης είναι και το γεγονός ότι το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας είναι το μοναδικό που έχει υπογεγραμμένη Σύμβαση με το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών, έτσι ώστε οι ηθοποιοί που απασχολούνται να μπορούν να είναι αφοσιωμένοι στη δουλειά τους, να παράγουν έργο αξίας και να ζουν αξιοπρεπώς. Εδώ να σημειωθεί ότι ο δήμος, προκειμένου να μπορέσει να υπογράψει τη Σύμβαση αυτή, έπρεπε να δώσει μάχη ενάντια σε ένα ασφυκτικό οικονομικό και νομικό πλαίσιο που έχουν επιβάλει οι αντιλαϊκές κυβερνητικές πολιτικές, μιας και οι συμβάσεις είναι ένα κονδύλι που θεωρείται «μη δικαιολογίσιμο». Αντίστοιχα, από κοινού με τους εργαζόμενους ηθοποιούς αλλά και με το λαό της Πάτρας, ο δήμος βρίσκεται σε μια συνεχή διεκδίκηση για αύξηση της επιχορήγησης από το υπουργείο Πολιτισμού και την Περιφέρεια. Φέτος μάλιστα κατάφερε να μη μειωθεί η επιχορήγηση από την Περιφέρεια, ώστε να μπορεί να συνεχίσει το ΔΗΠΕΘΕ το έργο του.

Με λίγα λόγια, το πρόβλημα θέατρο για τον λαό είναι ζήτημα αγωνιστικής κατεύθυνσης και διεκδίκησης ενάντια στην πολιτική της ΕΕ και της κυβέρνησης, όπως αυτή εξειδικεύεται και σε τοπικό επίπεδο μέσα από τους δήμους και τις Περιφέρειες. Η μια ή η άλλη πολιτική απόφαση εξαρτάται από την απάντηση που δίνεται στο ερώτημα «πολιτισμός εμπόρευμα ή αγαθό για τον λαό», από το ενδιαφέρον που κάθε δημοτική ή περιφερειακή αρχή έχει για τη θεατρική καλλιέργεια της νέας γενιάς και του λαού γενικότερα. Γι' αυτό άλλωστε και πάγια θέση του λαϊκού κινήματος πρέπει να είναι η διεκδίκηση του δημόσιου χαρακτήρα των ΔΗΠΕΘΕ, με κατάργηση της ανταποδοτικότητας και κρατική χρηματοδότηση που να καλύπτει με φτηνό για το λαό αντίτιμο όχι μόνο τις σημερινές δραστηριότητές τους, αλλά και τη διεύρυνσή τους σε μια σειρά από αναγκαίους τομείς, όπως το παιδικό και νεανικό θέατρο, το λυρικό θέατρο κ.λπ., καθώς και τη δυνατότητά τους να περιοδεύουν με ευέλικτες λαϊκές παραστάσεις ακόμη και στις πιο φτωχές γειτονιές, στα πιο μικρά και απομονωμένα χωριά, σε σχολεία, σε ιδρύματα και γενικά μέχρι εκεί όπου ένα πλήθος ανθρώπων δεν έχει δει ποτέ του θέατρο, ώστε να μπορούν να παίξουν αληθινά και όχι στα λόγια και στα χαρτιά τον μορφωτικό ρόλο τους.
rizospastis
parapona-rodou
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ