2023-04-04 07:45:48
Φωτογραφία για π. Γεώργιος Κουγιουμτζόγλου - Πῶς προετοιμαζόμαστε γιά τή Θεία Κοινωνία
Γιά νά συμμετάσχουμε στό «γάμο» τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅπου προσφέρεται τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας – χωρίς τό ὁποῖο δέν μποροῦμε νά ἔχουμε ζωήν αἰώνιον (Ἰω. στ’ 54) – χρειάζεται ὁπωσδήποτε προετοιμασία· χρειάζεται ἔνδυμα «γάμου». «Καί ἔνδυμα οὐκ ἔχω ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ» (Ἐξαποστειλάριο Μ. Ἑβδομάδας), διότι συνεχῶς χάνουμε, προδίδουμε καί κατασπιλώνουμε τό λευκό ἔνδυμα τῆς βαπτίσεώς μας.

Γι’ αὐτό ὁ φιλάνθρωπος Κύριος μᾶς ἔδωσε καί δεύτερο βάπτισμα, συγκαταβαίνοντας στήν ἀδυναμία μας· μᾶς ἔδωσε τό Μυστήριο τῆς Μετανοίας καί Ἐξομολογήσεως. Μ’ αὐτό ἀποκτοῦμε καί πάλι τή δυνατότητα κοινωνίας μέ τόν Κύριό μας, μετέχοντας στό «γάμο» καί μεταλαμβάνοντας τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του.

Ἡ συμμετοχή μας ὅμως στό Μυστήριο τῆς ᾽Εξομολογήσεως χωρίς μετάνοια, ἡ ὁποία εἶναι «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ», μετατρέπει τό Μυστήριο σέ δικανική πράξη καί ἀπομονώνει τό χρόνο τῆς προετοιμασίας γιά τή Θεία Κοινωνία ἀπό τήν ὑπόλοιπη ζωή μας
. Ἐπίσης, μετατοπίζει τό κέντρο βάρους τοῦ Μυστηρίου ἀπό τή μετάνοια, στήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Μοιάζει δηλαδή σάν νά λαμβάνουμε τό «εἰσιτήριο» γιά τή Θεία Μετάληψη μέ ἕνα τύπο «μισονομίμου ἀφέσεως» τῶν ἁμαρτιῶν μας. Δέ μᾶς ἐνοχλεῖ ἡ ἁμαρτωλότητά μας σέ πολλά καθημερινά ζητήματα, πού τά βρίσκουμε φυσικά καί ἀναπόφευκτα, καί μᾶλλον μᾶς ὠθεῖ στήν Ἐξομολόγηση ἡ ἀνάγκη νά λάβουμε τήν «πολυπόθητη» ἄφεση! Τήν «ἀπαιτοῦμε» ὄχι γιατί ἔχουμε πραγματική μετάνοια, ἀλλά γιατί μᾶς δίδει τό δικαίωμα τῆς συμμετοχῆς μας στή Θεία Κοινωνία μέ «καθαρή» συνείδηση!

Σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις ὄχι μόνο δέν ἔρχεται ἡ ἀναμενόμενη ὠφέλεια - ἀπό τή συμμετοχή μας στή Θεία Μετάληψη - ἀλλά, ἀντίθετα, εἶναι πολύ πιθανόν νά «καταφλεγόμαστε», διότι κρίμα καί κατάκριμα ἐσθίουμε. Βλέπουμε τό Μυστήριο μέ νομικούς ὅρους ἐνῶ πρωτίστως εἶναι θεραπευτικό, Μυστήριο θεραπείας. Αὐτό πού πρέπει νά αἰσθανόμαστε προσερχόμενοι στήν Ἱερά Ἐξομολόγηση καί νά ζητᾶμε, εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό μιά ἐξωτερική δικανική ἄφεση· πάνω ἀπ’ ὅλα πρέπει νά ζητᾶμε τή θεραπεία τῶν πνευματικῶν πληγῶν μας. (Ἡ ἁμαρτία ἀφήνει τίς οὐλές της στίς ψυχές καί τά σώματά μας, ἀκόμη καί μετά τή μετάνοια καί ἐξομολόγησή μας). Κάθε φορά λοιπόν πού προσερχόμαστε στό Μυστήριο τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως, πρέπει νά ποθοῦμε νά θεραπεύσουμε τήν ἁμαρτωλότητά μας (καί τή λανθασμένη νοοτροπία μας) πού βρίσκεται μέσα μας, (τή βαθιά φθορά μας, πού δέν μπορεῖ νά ἐκφραστεῖ πάντοτε μέ λόγια). Ἔτσι καί τότε θά βλέπουμε αὐτόματα ἡ γῆ νά καρποφορεῖ … (Μάρκ. δ’ 28).

Τή λανθασμένη αὐτή νοοτροπία μποροῦμε νά τήν ξεπεράσουμε μέ τή σωστή προετοιμασία, (πρίν ἀπό τή θεία Κοινωνία), ἡ ὁποία διακρίνεται σέ:

- Προετοιμασία ζωῆς, λόγῳ τῆς χριστιανικῆς μας ἰδιότητας.

- Προετοιμασία τήν παραμονή, πρίν ἀπό τή Θεία Μετάληψη.

- Πρωϊνή προετοιμασία.

1. Προετοιμασία ζωῆς, λόγῳ τῆς χριστιανικῆς μας ἰδιότητας

Ὁ Κύριός μας τόνισε μέ ἔμφαση: «Ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἐάν μή φάγητε τήν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί πίητε αὐτοῦ τό αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωήν ἐν ἑαυτοῖς. Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον» (Ἰω. στ’ 53 καί 54).

Ἐπίσης στή Θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου διαβάζουμε τήν εὐχή πρίν ἀπό τή Θεία Κοινωνία: «Σοί παρακατατιθέμεθα τήν ζωήν ἡμῶν ἅπασαν καί τήν ἐλπίδα, Δέσποτα φιλάνθρωπε …», ἐνῶ στήν τοῦ Ἁγίου Βασιλείου: «Ὁ Θεός ἡμῶν … δίδαξον ἁγιωσύνην ἐπιτελεῖν ἐν φόβῳ σου· ἵνα … ἑνωθῶμεν τῷ ἁγίῳ σώματι καί αἵματι τοῦ Χριστοῦ σου … καί γενώμεθα ναός τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος» (Λειτουργικές εὐχές).

Μέ δεδομένα τ’ ἀνωτέρω, θά ἔπρεπε κανονικά ὅλη ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ νά εἶναι μιά διαρκής ἐγρήγορση – προετοιμασία γιά τή Θεία Κοινωνία καί μία συνειδητή μεταμόρφωσή του σέ ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σ’ αὐτή τήν περίπτωση ὁ χριστιανός ζεῖ (πρέπει νά ζεῖ) μεταξύ τῆς προηγούμενης Θείας Κοινωνίας καί τῆς ἑπόμενης, δηλ. ζεῖ μυστικά μεταξύ τῆς ἀνάμνησης καί τῆς ἐλπίδας, πού δημιουργεῖται ἀπό τήν προσμονή τῆς Θείας Μεταλήψεως. Αὐτή εἶναι ἡ ἐπιθυμητή χριστιανική πνευματικότητα καί ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε καί νά δραστηριοποιούμαστε στόν κόσμο καί στήν ἐποχή πού ὁ Θεός μᾶς ἔταξε νά ζήσουμε, ὅπως οἱ πρῶτοι χριστιανοί : μεταξύ τῆς πρώτης «ἐν σαρκί» ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ καί τῆς δευτέρας τῆς «ἐν δόξῃ» παρουσίας Του, ὅταν θά κρίνει «ζῶντας καί νεκρούς».

Γιά νά συμβεῖ αὐτό ἀπαιτεῖται ἐπανατοποθέτηση στό θέμα τῆς Θ. Κοινωνίας καί συνειδητοποίηση τῆς ἰδιότητάς μας ὡς χριστιανῶν, ἀλλά κυρίως συνειδητοποίηση τοῦ γεγονότος ὅτι χθές ἤ προχθές κοινωνήσαμε καί ὅτι αὔριο ἤ σέ λίγες μέρες θά κοινωνήσουμε πάλι τό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Σωτῆρος μας! Ἔτσι τίς μισές μέρες στό μεσοδιάστημα τῶν δύο Θείων Μεταλήψεων ζοῦμε μέ τήν ἀνάμνηση τῆς Εὐχαριστίας, (διαβάζοντας κάθε ἡμέρα μέ τήν ἡμερήσια προσευχή μας καί μία εὐχή ἀπό τήν ἀκολουθία τῆς Εὐχαριστίας μετά τή Θεία Μετάληψη) καί τίς ὑπόλοιπες, μέ τήν προσδοκία τῆς νέας Θείας Μεταλήψεως, (διαβάζοντας κάθε ἡμέρα μία εὐχή ἀπό τήν ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως). Μ’ αὐτό τόν τρόπο διατηροῦμε τή συναίσθηση τοῦ Μυστηρίου στήν καθημερινή μας ζωή.

Παράλληλα καί σάν ἀποτέλεσμα τῶν ἀνωτέρω θά ζοῦμε καί θά δραστηριοποιούμαστε κάθε ἡμέρα ὅπως θέλει ὁ Χριστός, μέ τόν Χριστό, ἐφ’ ὅσον γινόμαστε «σύσσωμοι καί σύναιμοι Χριστοῦ».

Καί ὅταν, λόγῳ τῆς ἀδυναμίας μας, προδίδουμε καί κατασπιλώνουμε τό ἔνδυμα τῆς βαπτίσεώς μας, διερευνώντας τή ζωή τῆς ἡμέρας πού πέρασε, μετανοοῦμε καθημερινά γιά τίς παρεκτροπές - ἁμαρτίες μας καί ζητοῦμε συγγνώμη ἀπό τούς ἀνθρώπους, (ὅταν ἐμπλέκονται σ’ αὐτές), ἀπό τόν Θεό (διότι Τόν προσβάλαμε καί Τόν λυπήσαμε) καί ἀπό τόν Πνευματικό μας (γιά συγχώρηση) τόν ὁποῖο ἐπισκεπτόμαστε ἀνάλογα μέ τή σοβαρότητα τοῦ ἁμαρτήματός μας, εἴτε ἀμέσως εἴτε ἐν καιρῷ. Ἔτσι καθημερινά ἐνεργοῦμε ταπεινά καί ἐπιτρέπουμε στόν Θεό νά μᾶς ἐπισκιάζει μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ὁμιλεῖ γιά τήν αὐτοεξέταση, δηλ. τήν ἐξέταση πού πρέπει νά κάνουμε στόν ἑαυτό μας, γιά νά συνειδητοποιήσουμε τήν ἀναξιότητά μας, προετοιμαζόμενοι πρίν ἀπό κάθε Θεία Κοινωνία: «Δοκιμαζέτω δέ ἄνθρωπος ἑαυτόν καί οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καί ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω» (Α’ Κορ. ια’ 28), ἐπειδή «ὅς ἄν ἐσθίῃ … ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται …» (Α’ Κορ. ια’ 27). Καί εἶναι πολύ φυσικό αὐτό, ἀφοῦ γιά νά δεχθοῦμε ἐπισκέψεις σέ ὀνομαστική μας ἑορτή, ἡμέρες πολλές καθαρίζουμε καί προετοιμάζουμε τό σπίτι μας, νά ὑποδεχτοῦμε ὄχι κάποιο Βασιλέα, ἀλλά φίλους καί συγγενεῖς. Ἐάν κάνουμε τόση προετοιμασία γι’ αὐτούς, πόση προετοιμασία καί αὐτοεξέταση πρέπει νά κάνουμε γιά νά δεχτοῦμε μέσα μας τόν Βασιλεά τοῦ παντός, τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν;

Ἔτσι συνεχίζουμε νά μετέχουμε τακτικά στό Μυστήριο τῆς Θείας Μεταλήψεως, διατηροῦμε «ἀδιάλειπτη» τήν ἐπικοινωνία μας μέ τόν Θεό, καί «μετέχομεν Χάριτι εἰς τήν αἰώνιον ζωήν» ἀπό αὐτή τή ζωή!

Ὁ μέσος Χριστιανός σήμερα ἀντιλαμβάνεται ὅτι πρέπει νά προσέρχεται στό Μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας ἐν μετανοίᾳ καί συγχωρημένος μέ τούς συνανθρώπους του. Ἐκεῖνο ὅμως πού παραθεωρεῖ ἤ ἐκτελεῖ βιαστικά καί πρόχειρα εἶναι ἡ προετοιμασία του πρίν προσέλθει στό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Τό γεγονός αὐτό ὁδηγεῖ σ’ ἐπιπόλαιη γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί κατ’ ἐπέκταση σέ πλημμελῆ θεραπεία. Καί ἐνῶ ὁ Κύριος μέ ἔμφαση μᾶς συμβουλεύει «Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν, καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω. η’ 32), ἐμεῖς συνεχίζουμε τήν πλημμελή προετοιμασία μας, ἡ ὁποία σάν πνευματική ἐπιδημία προσβάλλει ἰδίως τούς ἀπό παλαιά ἐξομολογούμενους Χριστιανούς. Ἡ διάγνωσή της διαπιστώνεται στά Ἐξομολογητήρια. Ἐπειδή «ἡ συνήθεια ὅταν πολυκαιρήσει ἀποκτᾶ δύναμη φύσεως» (Μέγας Βασίλειος) καί τό κακό τείνει νά γίνει «ἀθεράπευτο», ἐάν θέλουμε:

- νά γνωρίσουμε τήν ἀλήθεια γιά τόν ἑαυτό μας καί τίς πραγματικές ἀδυναμίες μας

- νά δοῦμε ὅλες ἤ τίς περισσότερες ἁμαρτίες μας

- νά ἀντιληφθοῦμε ὅτι πάντοτε εἶναι περισσότερες οἱ ἀδυναμίες μας καί λιγότερες οἱ ἀρετές μας, ἀπ’ ὅσο ἐμεῖς νομίζουμε, εἶναι ἐπιτακτική ἡ ἀνάγκη, ὅσο τό δυνατό γρηγορότερα:

∙Νά δοῦμε σοβαρότερα τό θέμα τῆς προετοιμασίας μας πρίν τήν ἐξομολόγηση.

∙∙Νά διαθέσουμε ΧΡΟΝΟ γι’ αὐτήν.

∙∙∙Νά συμβουλευόμαστε κάθε φορά κάποιο κατάλληλο βοήθημα σέ κάθε ἐξομολόγησή μας.

Διαφορετικά θά κινδυνεύουμε νά μεταμφιέζουμε σέ ἀρετές κάποιες ψυχικές καί πνευματικές μας ἰδιότητες, πού κατά βάθος εἶναι ἀδυναμίες - ἁμαρτίες μας καί κατ’ ἐπέκταση νά καταστοῦμε ὑποψήφιοι γιά … ἐκπλήξεις στήν ἄλλη ζωή!

Προετοιμασία γιά τό Μυστήριο

Ἄλλοι μετανοοῦν καί δέν ἐξομολογοῦνται, ἐνῶ ἄλλοι ἐξομολογοῦνται χωρίς νά μετανοοῦν. Ἀπαραίτητα εἶναι καί τά δύο. Διαφορετικά μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ἐμπαιγμός τοῦ Μυστηρίου.

Μετανοῶ σημαίνει ὅτι, ὁμολογώντας τά ἁμαρτήματά μου καί ἐπιζητώντας τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί τή θεραπεία μου, ἀλλάζω νοῦ, (ἀπόψεις, τρόπους ζωῆς καί συμπεριφορᾶς) καί ἀποφασίζω πλέον νά ζῶ ὅπως θέλει ὁ Θεός.

Καρπός τῆς μετανοίας εἶναι ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μου, τήν ὁποία αἰσθάνομαι μέσα μου καί τήν καταθέτω μπροστά στόν Χριστό. Καταθέτω ὄχι ἁπλῶς κάποιες ἁμαρτίες, ἀλλά τή βαθιά φθορά πού δέν μπορεῖ νά ἐκφραστεῖ πλήρως μέ λόγια καί ζητῶ τή θεραπεία μου. Ἡ ἀνακάλυψη τῆς ἁμαρτωλότητάς μου, (ὅταν ὑπάρξει), μέ γεμίζει μέ τέτοια ταπείνωση καί τέτοια ὑπακοή στό Νόμο τοῦ Θεοῦ, ὥστε μόνο ἔτσι γίνομαι «ἄξιος» στά μάτια Του, γιά νά κοινωνήσω τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Υἱοῦ Του.

Ἡ ἀλλαγή αὐτή θέλει φυσικά ἀνάλογο πόθο καί πολλή εὐλογία. Γι’ αὐτό τακτικά κοινωνῶ, ἀλλά καί τακτικά προσέρχομαι στό Μυστήριο τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως καί λαμβάνω ὄχι μόνο τήν ἄφεση, ἀλλά καί τήν καθοδήγηση – βοήθεια τοῦ ἔμπειρου καί φωτισμένου Πνευματικοῦ μου, γιά νά συνηθίζω στό νέο τρόπο ζωῆς καί νά διευκολύνομαι στούς ποικίλους καθημερινούς ἀγῶνες μου.

Τά θαυμαστά ἀποτελέσματα τοῦ Μυστηρίου αὐτοῦ, πού εἶναι, πραγματικά, ἰδιαίτερη εὐλογία καί εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἀδύναμο καί συνεχῶς ἁμαρτάνοντα ἄνθρωπο, φαίνονται στά ἐξομολογητήρια τῶν Ὀρθοδόξων Ἱερῶν Ναῶν, ὅπου συντελοῦνται καθημερινά θαύματα! Πρίν λοιπόν προσέλθω στήν ἐξομολόγηση, πρέπει νά ἑτοιμαστῶ καλά. Ἐάν θέλω νά βρῶ τά λάθη - ἁμαρτήματά μου πού ἔκανα πρός τόν ἑαυτό μου, πρός τόν πλησίον μου καί πρός τόν Θεό, ἐξετάζω προσεκτικά τόν ἑαυτό μου γιά νά δῶ ποῦ ἁμάρτησα μέ λόγια, μέ ἔργα ἤ μέ τή διάνοιά μου. Ἀποφασιστικά, εἰλικρινά, ταπεινά. Μέ ἀκρίβεια, χωρίς ὑπερβολές καί μέ ἀνάληψη τῶν εὐθυνῶν μου. Ἐξομολογοῦμαι ἁμαρτίες, χωρίς νά λέω ἱστορίες· λέω τίς δικές μου ἁμαρτίες καί ὄχι τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Προπάντων, προσεύχομαι ὁ Θεός νά μέ φωτίσει νά θυμηθῶ ΟΛΕΣ τίς ἁμαρτίες μου, νά ἀποκτήσω θάρρος, ὥστε νά ὁμολογήσω τίς ἁμαρτίες μου («Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου»), καί νά προσέλθω «ἐν μετανοίᾳ» ἐνώπιον τοῦ Παντεπόπτου Θεοῦ.

Ἀρχίζω λοιπόν καί ἐξετάζω τόν ἑαυτό μου ὡς ἑξῆς:

α. ῾Αμαρτήματα πρός τόν Θεό

Ἡ πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου» (Μάρ. ιβ’ 30), μέ βρίσκει παραβάτη. Ἀντιλαμβάνομαι πλέον ὅτι πρωτίστως πρέπει νά ὁμολογῶ ὅτι δέν ἀγαπῶ τόν Θεό, ὅπως θέλει καί μοῦ τό ζητᾶ ὁ Ἴδιος. Αὐτός πού ἀγαπᾶ τόν Θεό, Τόν σκέπτεται καί προσεύχεται τακτικά, διαθέτει δηλαδή περισσότερο χρόνο σ’ Αὐτόν. Δυστυχῶς βλέπω ὅτι ἀγαπῶ περισσότερο τόν ἑαυτό μου, τό δικό μου ἄνθρωπο, ὅ,τι «δικό μου» Τό δεύτερο μεγάλο ἁμάρτημά μου εἶναι ἡ ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ (Ματ. στ’ 33). Ἰδιαίτερα στό θέμα τῆς τεκνογονίας. Δέ δέχομαι εὔκολα τίς δοκιμασίες στή ζωή μου (ἀσθένειες, θανάτους καί ποικίλες ἄλλες δοκιμασίες) ἤ ἀμφιβάλλω γιά τήν ἀγάπη Του. Ἀνησυχῶ, διαμαρτύρομαι, γογγύζω καί διακατέχομαι ἀπό ἄγχος, γεγονός πού ἀποδεικνύει ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στόν Θεό καί ὀλιγοπιστία. Δυστυχῶς ἔχω περισσότερη ἐμπιστοσύνη στόν Ὑπουργό, στό Στρατηγό, στόν ἑαυτό μου, στήν περιουσία μου …

Καί τό τρίτο μεγάλο ἁμάρτημά μου εἶναι ἡ ἀχαριστία μου πρός τόν Θεό (Β’ Τιμ. γ’ 2). Καθόλου δέ νοιώθω μά οὔτε σκέπτομαι τίς εὐεργεσίες Του! Πῶς λοιπόν θ’ ἀνταποκριθῶ σ’ αὐτές, ὥστε νά Τόν εὐχαριστῶ; Ἀντίθετα, δυστυχῶς, πολύ εὐχαριστῶ τούς φίλους μου, τούς δανειστές μου κ.λπ., παρά τόν Θεό!

β. ῾Αμαρτήματα πρός τόν πλησίον (ἀνθρώπους, ἐργασία, κράτος).

Καί ἐδῶ ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Μάρ. ιβ’ 31), μέ βρίσκει παραβάτη. Δέν ἀγαπῶ, πράγματι, τόν κάθε πλησίον μου, ὅπως ἀγαπῶ τόν ἑαυτό μου. Θέλω ὅλοι νά μέ ἀγαποῦν, ἀλλά τό «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν» (Λουκ. στ’ 27) συνήθως δέν τό σκέπτομαι καθόλου! Ἀγαπῶ μέ λόγια καί ὄχι μέ ἔργα, μέ τή γλώσσα καί ὄχι μέ τήν καρδιά. Συνήθως κρατῶ κακία (βασανιζόμενος περισσότερο ὁ ἴδιος) καί ξεχνῶ παντελῶς ὅτι, στήν οὐσία, δέν ἀγαπῶ οὔτε τόν Θεό, ὅταν δέν ἀγαπῶ ἤ, τό χειρότερο, ὅταν μισῶ τόν πλησίον μου (Α’ Ἰω. δ’ 20).

Τό δεύτερο συνηθισμένο ἁμάρτημά μου πρός τόν πλησίον εἶναι ὅτι δέν συμπεριφέρομαι πρός αὐτόν, ὅπως θά ἤθελα νά συμπεριφέρεται αὐτός πρός ἐμένα (Ματθ. ζ’ 12). Ἀπό αὐτόν ἀπαιτῶ ἄριστη συμπεριφορά, ἐνῶ παραμελῶ καί δικαιολογῶ τή δική μου, πού πολλές φορές εἶναι ἀνεπίτρεπτη καί ἀδικαιολόγητη! Ἔτσι, ἀντί νά παρακολουθῶ καί νά διορθώνω τόν ἑαυτό μου, ἀσχολοῦμαι μέ τόν ἄλλον, τόν παρεξηγῶ καί τόν κατακρίνω.

Καί τό τρίτο σημαντικό ἁμάρτημά μου εἶναι ὅτι προσέχω πολύ τά δικαιώματά μου, (λόγῳ τῆς φιλαυτίας μου) καί παραμελῶ τίς ὑποχρεώσεις μου πρός τούς συνανθρώπους μου ἤ τήν ἐργασία μου. Τό ὅτι πρέπει νά εἶμαι «πάντων διάκονος» (Μάρ. θ’ 35) τό παραβλέπω, μέ ἀποτέλεσμα νά στεροῦμαι τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μέ βοηθᾶ ἤ νά λύνω τά ποικίλα προβλήματά μου, ἤ νά τά ἀνέχομαι καί νά τά ὑπομένω χωρίς γκρίνιες καί ἄγχος!

γ. ῾Αμαρτήματα πρός τόν ἑαυτό μου

Τά τρία μεγάλα ἁμαρτήματα πρός τόν ἑαυτό μου εἶναι:

Πρῶτον, ἡ φιλαυτία μου. Ἀγαπῶ πολύ τόν ἑαυτό μου, μ’ ἀρέσει νά τόν περιποιοῦμαι ἰδιαιτέρως καί νά φορῶ ὅ,τι ὡραιότερο ἐπιδεικνύοντάς τον! Κάθε ἡμέρα στέκομαι περισσότερη ὥρα στόν καθρέπτη παρά στό εἰκονοστάσι! Γι’ αὐτό ἔχω μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μου καί ἐνοχλοῦμαι πολύ ὅταν μοῦ ὑποδεικνύουν τά ἐλαττώματά μου.

Δεύτερον, ἡ ἀμετανοησία μου. Δέν παίρνω τήν ἀπόφαση νά μετανοήσω εἰλικρινά γιά τίς ἁμαρτίες μου. Προτιμῶ τή διψυχία. Θέλω νά τά ἔχω καλά μέ τόν Θεό μόνο ὡρισμένες ὧρες τοῦ 24ώρου ἤ τῆς ἑβδομάδας. Τίς ὑπόλοιπες ὧρες «συμμαχῶ» μέ τόν διάβολο, ἐφ’ ὅσον δέν ἀπαρνοῦμαι καί δέν καταδικάζω τις κακές μου ἕξεις (συνήθειες) καί ἁμαρτίες. Δέ δέχομαι ἤ δέ δίνω πολλή σημασία στό «Οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν … οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καί μαμωνᾶ» (Ματ. στ’ 24) καί νομίζω ὅτι μπορῶ νά συμβιβάζομαι καί μέ τούς δύο τρόπους ζωῆς.

Τρίτον, ἡ ἄγνοιά μου. Μέ διακατέχει μία χαρακτηριστική, πολλές φορές, ἀδιαφορία γιά ἐνημέρωσή μου σέ θέματα πίστεως καί ἀληθείας. Ἔχω ἄγνοια σέ σημαντικά θέματα πίστεως, πού φαίνεται στις συζητήσεις μου ἰδίως μέ «αἱρετικούς» – πλανεμένους, ἀλλοθρήσκους ἤ «εἰδωλολάτρες» (…). Δέ διαβάζω, δέν ἀκούω καί δέ ρωτῶ γιά νά μάθω τά τῆς πίστεώς μου.

(συνεχίζεται)

(π. Γεώργιος Κουγιουμτζόγλου, Λατρευτικό Ἐγχειρίδιο, σ. 296-301)

Πηγή: apostolosandreaslemesou
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ