2013-06-21 17:55:24
Φωτογραφία για Η τοξική κληρονομιά της ελληνικής κρίσης ...!!!
Πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, η Ελλάδα διαμόρφωσε τη δυτική σκέψη. Πιο πρόσφατα, διαμόρφωσε την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

 Η Ελλάδα υπέστη μία καταστροφή –και ο φόβος των υπολοίπων, που πίστεψαν ότι θα ακολουθήσουν τη μοίρα της, δικαιολόγησε τη στροφή στη λιτότητα. Το αποτέλεσμα ήταν η ασθενική ανάκαμψη από την ύφεση που άφησε η κρίση, ιδιαίτερα στην ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Ελλάδα, δυστυχώς, έτυχε να έχει τη λάθος κρίση, τη λάθος στιγμή.

Ο Simon Wren-Lewis του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης αφηγείται την ιστορία στο εξαιρετικό ιστολόγιό του. Στηρίζεται σε μία κρίσιμη αξιολόγηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σχετικά με το πρόγραμμα που συμφωνήθηκε για την Ελλάδα το Μάιο του 2010. Η περίληψη της έκθεσης των αποτυχιών είναι η εξής:

«Η εμπιστοσύνη της αγοράς δεν αποκαταστάθηκε, το τραπεζικό σύστημα έχασε 30 τοις εκατό των καταθέσεών του, και η οικονομία αντιμετώπισε μία πολύ βαθύτερη από την αναμενόμενη ύφεση, με εξαιρετικά υψηλή ανεργία
. Το δημόσιο χρέος παρέμεινε πολύ υψηλό και τελικά χρειάστηκε να αναδιαρθρωθεί, με παράπλευρες απώλειες για τους ισολογισμούς των τραπεζών, που επίσης αποδυναμώθηκαν από την κρίση. Η ανταγωνιστικότητα βελτιώθηκε κάπως εις βάρος των μειωμένων μισθών, ωστόσο οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις καθυστέρησαν και τα κέρδη παραγωγικότητας κατέστησαν ανέφικτα.»

Ενώ το πρόγραμμα προέβλεπε μία μείωση 5½ τοις εκατό του πραγματικού εγχώριου προϊόντος μεταξύ 2009 και 2012, το αποτέλεσμα ήταν μία πτώση της τάξης του 17 τοις εκατό. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, την ένωση των χωρών υψηλού εισοδήματος, η πραγματική ιδιωτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 33 τοις εκατό μεταξύ των πρώτων τριμήνων του 2008 και του 2013, ενώ η ανεργία αυξήθηκε στο 27 τοις εκατό του εργατικού δυναμικού. Η μόνη δικαιολογία για μία τέτοια ύφεση είναι ότι η τεράστια μείωση της παραγωγής και η παράλληλη αύξηση της ανεργίας είναι απαραίτητες για τη μείωση του σχετικού κόστους σε μία χώρα που είναι μέλος μίας νομισματικής ένωσης. Εφόσον οι Έλληνες επιθυμούν να παραμείνουν εντός ευρωζώνης, οφείλουν να υποστούν και τον πόνο που ακολουθεί.

Ωστόσο, ακόμη και αυτό δε μπορεί να δικαιολογήσει μία πτυχή του προγράμματος. Το ΔΝΤ υποτίθεται ότι δανείζει σε μία χώρα, μόνο εάν το χρέος της έχει καταστεί βιώσιμο. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν ίσχυε, ούτε κατά διάνοια, όπως επισήμαναν και πολλοί σχολιαστές την περίοδο εκείνη. Αντί να κάνει το χρέος βιώσιμο, το πρόγραμμα απλώς επέτρεψε σε πολλούς ιδιώτες πιστωτές να διαφύγουν αλώβητοι. Στο τέλος, επιβλήθηκε μείωση του χρέους στους ιδιώτες πιστωτές. Ωστόσο, το ελληνικό δημόσιο χρέος παραμένει, αναμφισβήτητα, πολύ υψηλό: το ΔΝΤ προβλέπει ότι το 2020 θα κυμαίνεται στο 120 τοις εκατό του ΑΕΠ. Αυτό το υπερβολικό χρέος θα καταστήσει πολύ δύσκολη την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές και την οικονομική ευρωστία. Εξακολουθεί να είναι απαραίτητη η βαθύτερη μείωση του χρέους. 

Όλα αυτά, οδηγούν σε καταθλιπτικά συμπεράσματα για την πολιτικοποίηση του ΔΝΤ και την αδυναμία της ευρωζώνης να ενεργήσει προς το καλύτερο συμφέρον των ασθενέστερων μελών της. Όμως, η ελληνική κρίση, είχε δυστυχώς και δύο παγκόσμια αποτελέσματα.

Πρώτον, εντός της ευρωζώνης, το γεγονός ότι η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που μπήκε σε μπελάδες, έδωσε βάρος στην άποψη της βόρειας Ευρώπης ότι η κρίση ήταν δημοσιονομική. Καθότι η Ελλάδα, ήταν πράγματι μία περίπτωση αξιοσημείωτης δημοσιονομικής ασωτίας, με το καθαρό δημόσιο χρέος να είναι πάνω από 100 τοις εκατό του ΑΕΠ, ακόμη και πριν από την κρίση. Ωστόσο, αλλού, η κατάσταση ήταν αρκετά διαφορετική: ο ιδιωτικός δανεισμός ήταν η βασική αιτία της κρίσης στην Ιρλανδία και την Ισπανία και, σε μικρότερο βαθμό, στην Πορτογαλία. Το δημόσιο χρέος της Πορτογαλίας ήταν υψηλό, αλλά όχι εξαιτίας των πρόσφατων σπαταλών. Αποφασίζοντας ότι η κρίση ήταν κατά κύριο λόγο δημοσιονομική, οι φορείς χάραξης πολιτικής μπόρεσαν να αγνοήσουν την αλήθεια, ότι δηλαδή η βασική αιτία της αποδιοργάνωσης ήταν οι ανεύθυνοι διασυνοριακοί δανεισμοί, για τους οποίους οι προμηθευτές της πίστωσης είναι σίγουρα το ίδιο υπεύθυνοι όσο και οι αποδέκτες. Αν η υπαιτιότητα και των δύο πλευρών –δανειστών και δανειοληπτών- είχε γίνει κατανοητή, το πρότυπο για τη διαγραφή χρεών θα ήταν πιο ξεκάθαρο.

Δεύτερον, η ελληνική κρίση προκάλεσε φόβο στους απανταχού φορείς χάραξης πολιτικής. Αντί να εστιάσουν τις προσπάθειές τους στην αντιμετώπιση της κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού τομέα, και στη μείωση του πλεονάσματος του ιδιωτικού χρέους, που ήταν και τα αίτια της κρίσης, αυτοί επικεντρώθηκαν στα δημοσιονομικά διλήμματα. Ωστόσο αυτά, ήταν σε μεγάλο βαθμό συμπτώματα της κρίσης, αν και, εν μέρει, ήταν και μία κατάλληλη πολιτική απάντηση σε αυτήν. Όπως είχα σημειώσει και τον Ιούνιο του 2010, λίγο μετά το πρώτο ελληνικό πρόγραμμα, οι ηγέτες της ομάδας G20, στη συνάντησή τους στο Τορόντο, αποφάσισαν να αντιστρέψουν το κίνητρο, δηλώνοντας ότι «οι προηγμένες οικονομίες έχουν δεσμευτεί σε δημοσιονομικά προγράμματα που θα μειώσουν τα ελλείμματα τουλάχιστον κατά το ήμισυ, μέχρι το 2013». Ακολούθησε μία απότομη σύσφιξη. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, δικαιολόγησαν την αλλαγή χρησιμοποιώντας την κατάλληλη ακαδημαϊκή έρευνα: η άποψη ότι η δημοσιονομική συστολή μπορεί να είναι επεκτατική, ήταν ενθαρρυντική· η άποψη ότι η ανάπτυξη θα μειωνόταν αν το δημόσιο χρέος αυξανόταν σε πολύ υψηλά επίπεδα, ήταν μία προειδοποίηση.

Αυτό που έμοιαζε, μέχρι τα μέσα του 2010, να είναι μία αναπτυσσόμενη ανάκαμψη από τον εφιάλτη της «Μεγάλης Ύφεσης» ματαιώθηκε, ιδίως στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην ευρωζώνη. Η μεγαλύτερη επιτυχία των ΗΠΑ στο να επιβιώσουν μέσα από τη λιτότητα, οφείλεται πιθανότατα στην πιο επιθετική εξυγίανση του χρηματοπιστωτικού τομέα, στη μεγαλύτερη αποδοχή της απομόχλευσης των νοικοκυριών και στην πιο επιθετική νομισματική τους πολιτική, ιδιαίτερα σε σύγκριση με την ευρωζώνη. Αν οι τελευταίες προβλέψεις του ΟΟΣΑ έχουν δίκιο, το ΑΕΠ της ευρωζώνης θα είναι χαμηλότερο κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2014 από ότι ήταν το πρώτο τρίμηνο του 2008 και μόλις 0,7 τοις εκατό υψηλότερο από το πρώτο τρίμηνο του 2011. Προκάλεσε η δημοσιονομική σύσφιξη μία τόσο αδύναμη ανάκαμψη από μόνη της; Σίγουρα όχι. Ωστόσο, αφαίρεσε ένα απεγνωσμένα χρειαζούμενο αντιστάθμισμα των συσταλτικών δυνάμεων που προέρχονται από τους ιδιωτικούς τομείς που πλήττονται από την κρίση.

Αυτό που κάνει την ιστορία αυτή θλιβερή, είναι το γεγονός ότι δεν ήταν αναγκαία. Αρχικά, μπορεί να είχαν νόημα οι φόβοι ότι η ελληνική κρίση ήταν το πρώτο ξέσπασμα της πανδημίας της δημοσιονομικής κρίσης. Ωστόσο, σύντομα κατέστη σαφές ότι οι χώρες με τα δικά τους κυμαινόμενα νομίσματα, μπορούσαν να εξακολουθούν να πωλούν δημόσιο χρέος σε εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια. Αυτό, ήταν εν μέρει εφικτό λόγω της «ποσοτικής χαλάρωσης» από τις κεντρικές τράπεζές τους. Κατέχοντας τη δική της κεντρική τράπεζα, μία κυβέρνηση έχει έναν βαθμό ελευθερίας στη διαχείριση της αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης. Για τις χώρες αυτές, η στιγμή για ταχεία δημοσιονομική σύσφιξη έρχεται μόνο αφότου ο ιδιωτικός τομέας αρχίζει να εξαλείφει τα διαρθρωτικά οικονομικά πλεονάσματά του. Αυτό δεν θα συνέβαινε τόσο σύντομα μετά την κρίση. Θα απαιτούσε προηγούμενη αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα και απομειώσεις του υπερβολικού ιδιωτικού χρέους.

Εν ολίγοις, η ελληνική κρίση αποδείχθηκε τριπλή συμφορά: καταστροφή για τους ίδιους τους Έλληνες· καταστροφή για τη λαϊκή άποψη της κρίσης εντός της ευρωζώνης· και καταστροφή για τη δημοσιονομική πολιτική, παντού. Το αποτέλεσμα ήταν στασιμότητα (ή ακόμη χειρότερα), ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Σήμερα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι οι τεράστιες πτώσεις της παραγωγής σε σχέση με τις προ-κρίσης τάσεις μπορεί να μην ανακτηθούν ποτέ. Ωστόσο, η αντίδραση των υπευθύνων χάραξης πολιτικής δεν ήταν να παραδεχθούν τα λάθη τους, αλλά να επαναπροσδιορίσουν την αποδεκτή απόδοση σε ένα νέο, χαμηλότερο επίπεδο. Πρόκειται για μία θλιβερή ιστορία.

 http://www.sofokleous10.gr/portal2/toprotothema/toprotothema/2013-06-19-20-41-16-2013061999651/
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ