2013-12-23 10:21:35
Φωτογραφία για ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ
Γράφει ο  ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Ε. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

ΕΜΘ ΕΠΧΙΑΣ (ΠΖ)

ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΝΟΙΧΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ

Η παράδοση θεωρεί ότι η αρχαιότερη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων εκφωνήθηκε από τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας το έτος 376 μ.Χ. Άλλες Ιστορικές πηγές επισημαίνουν πως ο εορτασμός των Χριστουγέννων άρχισε να τηρείται στη Ρώμη γύρω στο 335, αν και κάποιοι ερευνητές βασιζόμενοι σε αρχαίους ύμνους με χριστουγεννιάτικη θεματολογία θεωρούν ότι τα πρώτα βήματα που οδήγησαν στον εορτασμό αυτό έγιναν μέσα στον 3ο αιώνα.

Επί Πάπα Ιουλίου Α' (337-352) τα Χριστούγεννα σταμάτησαν να γιορτάζονται μαζί με τα Θεοφάνεια και θεσπίσθηκε ως επέτειος η 25 Δεκεμβρίου κατόπιν έρευνας των αρχείων της Ρώμης, όπως πιστεύεται, επί της απογραφής που έγινε επί αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου, σε συνδυασμό με υπολογισμό ρήσης του Ευαγγελίου (το οποίο και συνέτεινε) του Προδρόμου λεχθείσα περί τον Χριστόν:"Εκείνος δει αυξάνειν, εμέ δε ελατούσθαι" (Ιωάνν
. γ'30). Με βάση αυτή την υποθετική πηγή, η Γέννηση του Χριστού ορίσθηκε κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο όπου και αρχίζει η αύξηση των ημερών. Στον καθορισμό της 25ης Δεκεμβρίου ως ημερομηνίας εορτασμού συντέλεσαν προφανώς η μεγάλη εθνική εορτή του "ακατανίκητου" θεού Ήλιου (Dies Natalis Solis Invicti) και ο εορτασμός των γενεθλίων του Μίθρα που ήταν διαδεδομένα σε όλη την επικράτεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με την έννοια ότι η επιλογή αυτής της ημέρας ως ημέρας γέννησης του Χριστού είχε να κάνει με την προσπάθεια αντικατάστασης των παγανιστικών (μη χριστιανικών) γιορτών που τηρούνταν εκείνον τον καιρό, όπως τα Σατουρνάλια και τα Μπρουμάλια

Συνεπώς, όταν ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, προσπάθησε να απορροφήσει και να δώσει νέα διάσταση και νέα σημασία σε πανάρχαια λατρευτικά έθιμα και λατρευτικές συνήθειες αιώνων. Στην πατρίδα μας και σε καθε της περιοχή γιορτάζεται η γιορτή της Γέννησης με ποικίλους μα και ξεχωριστούς τρόπους μιας και η παράδοση και η τήρηση αυτης απαιτει  την διαχρονικοτητα τους. Κοινο γνωρισμα των παραπανω  δεν ειναι αλλο απο τις μελωδίες  τις γιορτινές που ηχουν απο τα χείλη των παιδιων μα και των μεγαλυτερων , χορωδιες ψαλουν το δοξα εν υψιστοι θεο οπως και πολλα αλλα τραγουδια μα και υμνους με κεντρικο τους θέμα τη Γεννηση του Κυρίου. Παιδικές μυθοπλασίες, αρώματα από κουζίνες νοικοκυριών, φωτιές, κουδούνες, τυχερά παιχνίδια, αγιοβασιλιάτικα καραβάκια και χριστουγεννιάτικα δέντρα, μεταμφιέσεις και καλικάντζαροι, δίνουν  και αυτα το δικό τους ξεχωριστό χρώμα σε όλες τις περιοχές αλλά ακόμη και τις πιο μικρές εστίες της ελληνικής επικράτειας. Όλοι προετοιμάζονται για τη γέννηση του Χριστού, τα ρεβεγιόν έχουν την τιμητική τους ενώ οι οικογένειες και οι παρέες μεγαλώνουν και οι δρόμοι και οι πλατείες φωτίζονται και πλημμυρίζουν από κόσμο.Κάθε περιοχή έχει αυτές τις ημέρες τα δικά της ξεχωριστά έθιμα.  Ας δούμε ομως παρακάτω ποια τα εθιμα και πως εορτάζεται η γιορτή των Χριστουγέννων  σε καθε γωνιας της πατριδας μας.

 Α. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 

 Το Χριστόξυλο

Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας , από τις παραμονές των εορτών ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό , το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του.

Αυτό ονομάζεται Χριστόξυλο και είναι το ξύλο που θα καίει για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών (από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα) στο τζάκι του σπιτιού.

Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, κάθε νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι , ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο , για να μή βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Έτσι το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων , όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι , ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην πυροστιά το Χριστόξυλο.

Ο λαός λέει ότι καθώς καίγεται το Χριστόξυλο , ζεσταίνεται ο Χριστός , εκεί στην κρύα σπηλιά της Βηθλεέμ .

Σε κάθε σπιτικό , οι νοικοκυραίοι προσπαθούν το Χριστόξυλο να καίει μέχρι τα Φώτα.

Οι μωμόγεροι

Η λαϊκή φαντασία οργιάζει στην κυριολεξία σχετικά με τους Καλικάντζαρους, που βρίσκουν την ευκαιρία να αλωνίσουν τον κόσμο από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, τότε δηλαδή που τα νερά είναι "αβάφτιστα".

Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά. Στις περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης και Θεσσαλίας εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους.

Οι μεταμφιεσμένοι, που λέγονται Μωμόγεροι, Ρογκάτσια ή Ρογκατσάρια, φοράνε τομάρια ζώων (λύκων, τράγων κ.λ.π.) ή ντύνονται με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά. Γυρίζουν στο χωριό τους ή στα γειτονικά χωριά, τραγουδούν και μαζεύουν δώρα.

Οταν συναντηθούν δυο παρέες κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.

Κουρμπάνι. Πρόκειται για ένα πανάρχαιο έθιμο (και συνεχίζεται στα χρόνια της Τουρκοκρατίας) το οποίο αναβιώνει σε 4 Δήμους τους Ν. Σερρών. Aνήμερα της γιορτής του Αγ. Ιωάννη στις 7 Ιανουαρίου, αναβιώνει στο Δήμο Πρώτης. Ο βασικός πυρήνας του εθίμου βασίζεται στην έννοια της θυσίας στον Άγιο του κάθε χωριού. Με αυτό τον τρόπο οι κάτοικοι της περιοχής επιχειρούσαν να εξευμενίσουν τον Άγιο τους για το καλό των ίδιων και του χωριού. Σήμερα το «Κουρμπάνι» τελείται με πολύ μικρές διαφοροποιήσεις στους προαναφερόμενους Δήμους: Μετά την Θεία λειτουργία αφού πρώτα ο Ιερέας ευλογήσει τους πιστούς, οι κάτοικοι του χωριού κατευθύνονται στο χώρο όπου έχει στηθεί η γιορτή. Η προετοιμασία του φαγητού που προσφέρεται στους πιστούς, γίνεται 2-3 ημέρες πριν. Τα υλικά για το φαγητό είναι προσφορά των κατοίκων (στην περίοδο της Τουρκοκρατίας το προσέφεραν πλούσιοι Έλληνες) σε ζώα-σφάγια τα οποία οι αρχιμάγειροι βράζουν σε μεγάλα καζάνια. Το μοσχαρίσιο κρέας συνήθως συνοδεύεται με πληγούρι (Δ.Δ Πρώτη) ή με ρύζι (Δ.Δ Ν. Σκοπός). Αυτό είναι το λεγόμενο «Κουρμπάνι» και ακολουθεί λαϊκό γλέντι με παραδοσιακούς χορούς.

B)  ΘΡΑΚΗ

«Τσουμάκες»: Τα χαράματα της Παραμονής των Χριστουγέννων, τα παιδιά έβγαιναν στους δρόμους κρατώντας χοντρά ξύλα, τις λεγόμενες «τσουμάκες», τα οποία συμβόλιζαν τα ραβδιά των ποιμένων της Βίβλου, αλλά ήταν και τα προστατευτικά τους μέσα από τις επιθέσεις των σκυλιών. Με τις τσουμάκες στο χέρι τα παιδιά πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι και χτυπούσαν τις πόρτες.

Η «Χριστόκλουρα»: Είναι το γνωστό Χριστοκούλουρο των Χριστουγέννων, το οποίο ζυμώνουν και φτιάχνουν κεντητό οι γυναίκες των Σαρακατσάνων στη Θράκη. Τα κεντήματα που στολίζουν τη «Χριστόκλουρα» αναπαριστούν συνήθως πρόβατα, άλογα, στάνες και άλλα στοιχεία της καθημερινότητάς τους, ενώ την τρώνε το βράδυ της παραμονής μαζί με μέλι.

«Μπαμπουσιαραίοι»: Το έθιμο υπάρχει μέχρι και στις μέρες μας στο Ρήγιο Διδυμοτείχου και γίνεται τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων. Σύμφωνα με το έθιμο, δύο νέοι μεταμφιέζονται το σε μπαμπουσιάρο και σε γυναίκα του μπαμπούσιαρου. Ο μπαμπουσιάρος φοράει στο κεφάλι μία νεροκολοκύθα με τρύπες στα μάτια και στο στόμα, προβιές προβάτων και κρεμά στη μέση κουδούνια και στη ζώνη του ένα μεγάλο μαχαίρι, ενώ το περίεργο αυτό ζευγάρι ακολουθούν νταούλια ζουρνάδες και γκάιντες,ξεσηκώνοντας όλο το χωριό με τη μουσική τους..

Γ) ΘΕΣΣΑΛΙΑ

Το τάισμα της βρύσης

Οι κοπέλες, τα χαράματα των Χριστουγέννων, αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση "για να κλέψουν το άκραντο νερό" (άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ' όλη τη διαδρομή). Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την "ταΐζουν", με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα ήταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, "κλέβουν νερό" και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.

Τα Μπαμπαλιούρια

Στο Λιβάδι Ελασσόνας, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά βγαίνουν στους δρόμους τραγουδώντας τα Αγιοβασιλιάτικα κάλαντα και φωνάζοντας "Σουρβάσο". Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ο επισκέπτης μπορεί να δει στο δρόμο τα "Μπαμπαλιούρια". Τα "Μπαμπαλιούρια" είναι ένα Πρωτοχρονιάτικο έθιμο, που έχει τις ρίζες του στη Διονυσιακή λατρεία και αναβιώνει και στις μέρες μας. Η στολή τους αποτελείται από το "σαλβάρι", ένα μάλλινο άσπρο παντελόνι, το οποίο στερεώνουν στη μέση με μια μάλλινη άσπρη ζώνη. Το πουκάμισο που φορούν από πάνω είναι συνήθως άσπρο με φαρδιά μανίκια σαν εκείνο των τσολιάδων. Στα πόδια φορούν άσπρες καλτσοδέτες και τσαρούχια. Στη μέση φορούν ένα χοντρό μάλλινο ύφασμα, διπλωμένο πολλές φορές, όπου επάνω δένουν τα μεγάλα και βαριά κουδούνια. Στο κεφάλι φορούν ειδική μάσκα, από προβιά ζώου, τη λεγόμενη "φουλίνα". Η μάσκα αυτή είναι άσπρη ή μαύρη και έχει τρία ανοίγματα, δύο στα μάτια και ένα στο στόμα. Στα χέρια κρατούν ένα ξύλινο κυρτό σπαθί που συμπληρώνει τη φορεσιά του κάθε "Μπαμπαλιούρη".

Έτοιμα πλέον τα "Μπαμπαλιούρια" περιμένουν να τελειώσει η Θεία Λειτουργία για να ξεχυθούν στους δρόμους. Μαζί τους είναι πάντα ο "αδελφογύρτης" ο οποίος κρατάει έναν κουμπαρά και μαζεύει τα χρήματα που προσφέρει ο κόσμος. Πριν ακόμη τελειώσει η Πρωτοχρονιάτικη Θεία Λειτουργία οι "Μπαμπαλιούρηδες" έχουν πάρει θέση έξω από τις τρεις ενορίες του χωριού. Βγαίνοντας ο κόσμος από την εκκλησία τους συναντά και αιφνιδιάζεται αφού περνούν το σπαθί στη μέση τους και δεν αφήνουν κανέναν να περάσει αν δεν βάλει χρήματα επάνω σ' αυτό. Μόλις βάλουν τα χρήματα τα παίρνει ο αδελφογύρτης και τους εύχεται Καλή Χρονιά. Μετά τις εκκλησίες τα "Μπαμπαλιούρια" πηγαίνουν στην πλατεία, και με το δυνατό θόρυβο που προκαλούν τα κουδούνια τους, τραβούν την προσοχή των ντόπιων και ξένων επισκεπτών. Φεύγοντας από εκεί, περνούν από τα καφενεία και τις καφετέριες του χωριού, και έπειτα ξεχύνονται στους δρόμους μέχρι αργά το βράδυ. Αυτό το έθιμο έχει σαν σκοπό να διώξει τα κακά πνεύματα, και να είναι ήσυχη και χαρούμενη η καινούρια χρονιά.

Το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς σε όλα τα σπίτια κόβεται η κρεατόπιτα με το χρυσό φλουρί, το άχυρο και το πουρνάρι σε τόσα κομμάτια όσα είναι και τα μέλη της οικογένειας. Όποιος βρει το φλουρί θεωρείται ο τυχερός της καινούριας χρονιάς και λέγεται ότι θα ζήσει πλούσια. Όποιος βρει το άχυρο λένε ότι θα παντρευτεί γεωργό και όποιος βρει το πουρνάρι θα παντρευτεί βοσκό.

Η Γουρουνοχαρά

Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα σε πολλές περιοχές της Ελλάδος και της Θεσσαλίας είναι η γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά.

Λέγεται πως, οι οικογένειες αγόραζαν το γουρούνι, από το μήνα Μάιο και το συντηρούσαν με κολοκύθια και πίτυρα, σε νερό, είτε στο ποτάμι. Το γουρούνι ήταν απαραίτητο για ένα αγροτικό σπίτι, καθώς από το γουρούνι έπαιρναν τη λίπα, το κρέας, τα λουκάνικα κι έφτιαχναν τα γουρνοτσάρουχα. Αποτελούσε ντροπή για το σπίτι εκείνο, που δεν είχε γουρούνι, καθώς θεωρούνταν παρακατιανό, φτωχό κι ανοικοκύρευτο.

Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Οικογένειες, συνήθως συγγενικές, καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της.

Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι' αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως "γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά". Όταν μάλιστα προσκαλούσαν κάποιον την ημέρα αυτή, δεν έλεγαν "έλα να σφάξουμε το γουρούνι", αλλά "έλα, έχουμε γουρουνοχαρά". Το σφάξιμο των γουρουνιών δεν συνέπιπτε τις ίδιες ημερομηνίες κατά περιφέρειες. Σε άλλες περιοχές τα έσφαζαν 5-6 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και σε άλλες άρχιζαν από την ημέρα των Χριστουγέννων και μετά, ανάλογα με την παρέα. Τα περισσότερα γουρούνια σφάζονταν στις 27 Δεκεμβρίου, ημέρα του Αγίου Στεφάνου. Γι' αυτό και η γιορτή αυτή ονομαζόταν "γρουνοστέφανος ή γουρουνοστέφανος". Υπάρχουν όμως και μικρές περιοχές που τα έσφαζαν ένα μήνα ή και περισσότερο, μετά τα Χριστούγεννα.

Κατά το έθιμο, νοικοκυρά έδινε μικρή ποσότητα αναμμένης στάχτης και θυμίαμα στο σφαγέα, ο οποίος, αφού θυμιάτιζε τους εργαζόμενους και όλους τους άλλους, για να έχουν την ευλογία του Χριστού και να εξαφανιστούν οι καλικάντζαροι, έριχνε τη στάχτη με το θυμίαμα στο λαιμό του γουρουνιού, για να είναι ευλογημένο και καλό το κρέας του. Ένας άλλος έπαιρνε λίγο αίμα κι επάλειφε τα μικρά παιδιά στο πρόσωπο για να είναι γερά, ανθεκτικά στους ψύλλους, στις αρρώστιες, και να μην επηρεάζονται από τα κακά πνεύματα. Στη συνέχεια, οι άνδρες έγδερναν το γουρούνι, και το δέρμα, αφού το αλάτιζαν, το δίπλωναν στα τέσσερα και το κρατούσαν για να φτιάξουν τα γουρνοτσάρουχα για τις καλοκαιρινές δουλειές τους.

Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του κρέατος σε μικρά τεμάχια. Το λίπος αυτό, αφού το έλιωναν πρώτα, το έβαζαν σε δοχεία λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο. Οι κάτοικοι της Θεσσαλίας το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που πολλοί δεν το αντικαθιστούσαν με τίποτα. Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί το θεωρούσαν δική τους παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του.

Στη συνέχεια, τεμάχιζαν το κρέας και τοποθετούσαν αλατισμένα τα κομμάτια σε πλιθάρια, που τα είχαν για φαγητό όλο σχεδόν το χειμώνα και τα μαγείρευαν με τραχανά και πλιγούρι. Επίσης έφτιαχναν και λουκάνικα έκοβαν τα πράσα σε μικρά-μικρά τεμάχια και τα είχαν έτοιμα να γεμίσουν τα λουκάνικα. Μετά το φαγητό, οι άνδρες έκοβαν το κρέας πάνω στην τάβλα, με τα ψαλίδια, το οποίο ανακάτευαν με τα τριμμένα πράσα και το έβαζαν σε χάλκινη κατσαρόλα και τα ζέσταιναν, αφού έριχναν συγχρόνως ρίγανη, πιπέρι και αλάτι. Στη συνέχεια περνούσαν τα λουκάνικα σ' ένα ξύλινο δοκάρι και τα κρεμούσαν για να στεγνώσουν.

Έφτανε πλέον το μεσημέρι. Η τάβλα ήταν έτοιμη για το φαγητό, με ντόπιο κρασί. Τσίπουρο έπιναν κατά την ώρα της δουλειάς.

Μετά, οι άνδρες έφευγαν για τα σπίτια τους, αλλά το βράδυ επέστρεφαν στο σπίτι του νοικοκύρη για να φάνε και να γλεντήσουν, να χαρούν και να απολαύσουν τους καρπούς του κόπου τους. Οι γυναίκες είχαν έτοιμα τα φαγητά, όπως πίτες- συνήθως με τυρί- κόκαλα βρασμένα, ψητό στη σχάρα κρέας και άφθονο κρασί από το αμπέλι. Τα μεσάνυκτα κι ύστερα από πολλά τραγούδια και χαρά, όπως κι ευχές προς το νοικοκύρη, έφευγαν για τα σπίτια τους.

Το έθιμο τηρήθηκε μέχρι το 1940. Συνεχίστηκε βέβαια και αργότερα, μέχρι το 1955, αλλά τα μεγάλα γεγονότα, Κατοχή και εμφύλιος πόλεμος, ανέκοψαν τον ενθουσιασμό και ανέτρεψαν μια παραδοσιακή συνήθεια που κράτησε πολλούς αιώνες.

Γ) ΠΕΛΛΟΠΟΝΗΣΟΣ

 Πλούσια σε χριστουγεννιάτικα έθιμα και η Πελοπόννησος με κυρίαρχα στοιχεία το ρόδι και το Χριστόψωμο.

•       Το σπάσιμο του ροδιού: Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία για τη Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου και ο νοικοκύρης κουβαλά μαζί του ένα ρόδι για να το «λειτουργήσει». Κατά την επιστροφή στο σπίτι, ο νοικοκύρης πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας -δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του- και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.

Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά». Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.

•       Το κυνήγι: Στα χωριά Μάνης κατά τη διάρκεια της σαρακοστής των Χριστουγέννων τα παιδιά βγαίνανε για κηνύγι τα βράδια, εφοδιασμένα με φακούς με καινούργια "πλάκα" και γυρίζανε στα χαλάσματα και σε σπήλαια με στόχο τους γουργουγιάννηδες, τα μικρά πουλάκια που κούρνιαζαν εκεί. Τα θαμπώνανε με το φακό και τα πιάνανε. Στη συνέχεια τα πήγαιναν στο σπίτι όπου οι νοικοκυρές τα καθάριζαν και τα πάστωναν, τα βάζανε σε πήλινα ή γυάλινα βάζα και τα έτρωγαν τα Χριστούγεννα.

•        

•       Χριστόψωμο: Το ζύμωμα του χριστόψωμου απαιτεί τα πλέον ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα. Κατά τη διάρκεια του ζυμώματος λένε και την ευχή:«Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει».Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ' τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα.

•       Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, δίνοντας πολλές ευχές.

  

 Δ)  ΕΠΤΑΝΗΣΑ

Σαφώς επηρεασμένα από την μακροχρόνια Βενετική κατοχή, τα Επτάνησα έχουν τα δικά τους ξεχωριστά και ενδιαφέροντα έθιμα για τις μέρες των Χριστουγέννων.

Κεφαλλονιά: κολόνιες, μπομπότα και «Καλή Αποκοπή»

Τα Χριστούγεννα στόλιζαν τα σπίτια τους με κλαδιά μυρτιάς και κουμαριάς. Την παραμονή των Χριστουγέννων οι γυναίκες έφτιαχναν Χριστόψωμα και μπομπότες με πέντε απολήξεις που συμβόλιζαν το χέρι του Χριστού. Όταν επέστρεφε η οικογένεια στο σπίτι μετά η Χριστουγεννιάτικη λειτουργία, ο νοικοκύρης έβαζε το Χριστόψωμο πάνω απ' τη φωτιά, του έριχνε τρεις σταγόνες λάδι και έλεγε «Χριστός γεννιέται, το φως αξαίνει», έκφραση κυριολεκτική, μιας και η νύχτα της 25ης Δεκεμβρίου είναι η μεγαλύτερη του χρόνου, και από την επομένη η μέρα αρχίζει να μεγαλώνει. Έκοβαν μετά όλοι από ένα κομμάτι Χριστόψωμο και όσο έμενε το έδιναν στα ζώα, αφού ο Χριστός γεννήθηκε μέσα σε στάβλο.

Παράλληλα, αντί για Καλή Χρονιά, έυχονται «Καλή Αποκοπή», δηλαδή να αποκοπούν από την παλιά χρονιά που φεύγει, ενώ την παραμονή της Πρωτοχρονιάς οι άνθρωποι κατεβαίνουν στους δρόμους κρατώντας μπουκάλια με κολόνια και ψεκάζουν ο ένας τον άλλο τταγουδώντας « Ήρθαμε με ρόδα και ανθούς να σας ειπούμε Χρόνους Πολλούς».

Ζάκυνθος: μπρόκολα, κουλούρες, μπλαούνες και καντάδες

Την Παραμονή των Χριστουγέννων, μόλις αρχίζει να βραδιάζει, μαζεύονται όλοι στο σπίτι, γύρω από το εορταστικό τραπέζι, όμως για δείπνο σερβίρονταν μόνο μπρόκολα με ελιές και κρασί. Την επόμενη μέρα ακολουθούσε το μεγάλο γιορτινό τραπέζι το οποίο εκτός από κρέας με πατάτες περιελάμβανε και αυγολέμονο.

Επίσης οι Ζακυνθινοί δεν έκοβαν βασιλόπιτα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, αλλά τα Χριστούγεννα και η συνταγή της ήταν αρκετά διαφορετική. Επίσης την Πρωτοχρονιά γυρνάνε σε παρέες με μουσικά όργανα και λένε τους περίφημους «Αϊ-Βασίληδες», (ζακυνθινά κάλαντα Πρωτοχρονιάς, τα οποία συνέθεταν οι ίδιοι) Στα σπίτια, το βράδυ της παραμονής, έφτιαχναν τις μπλαούνες, (τηγανίτες με αλεύρι και νερό) τηγανισμένες σε «νιό» λάδι και τις έτρωγαν βουτηγμένες σε πετιμέζι (=βρασμένος μούστος σταφυλιών).

Λευκάδα: Κουτσούνες και Διάνα

Στη Λευκάδα σήμα κατατεθέν των Χριστουγέννων είναι οι «κουτσούνες» οι οποίες λέγονται και αγριοκρεμμύδες και θεωρούνται σύμβολα τύχης. Τα παιδιά ξεριζώνουν κουτσούνες απ' τις εξοχές τκαι τις πηγαίνουν στα σπίτια τους ή τις πουλάνε. Οι νοικοκυρές τις έβαζαν στο κατώι, πάνω σε μια καπάσα ή ένα βαένι με λάδι ή τις κρεμούσαν σ' ένα πατωμάτερο, ή τις έβαζαν στην κουζίνα.

Την Πρωτοχρονιά είχαν το έθιμο «Διάνα» που είναι κατάλοιπο της Ενετοκρατίας. Ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς, γύρω στις 4.π.μ., έβγαινε η μπάντα της Φιλαρμονικής και γύριζε μέσα στην πόλη παίζοντας το «εωθινό» και τα κάλαντα, μέχρι να ξημερώσει. Τα παλιότερα χρόνια τη «Διάνα» ακολούθαγαν σχεδόν όλοι οι Λευκαδίτες, με πρωταγωνιστές τους ντορατζήδες, που έκαναν φάρσες διασκεδάζοντας τον κόσμο

Εικάζεται πως το όνομα της «Διάνας» προέρχεται απ' την ιταλική λέξη Diana, που σημαίνει Αυγερινός και εγερτήριο, το χρονικό διάστημα μεταξύ 4 και 8 π.μ. μια και οι ώρες αυτές συμπίπτουν με τις ώρες που τελείται η πρωτοχρονιάτικη Διάνα.

 Ε) ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ

Με ιδιαίτερο χρώμα και με διαφορετικά έθιμα από νησί σε νησί και από χωριό σε χωριό γιορτάζονται τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά στα νησιά της Δωδεκανήσου.

Οι προετοιμασίες ξεκινούν από τις προηγούμενες μέρες των Χριστουγέννων και κορυφώνονται την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα.

Από τα χαρακτηριστικά των εκδηλώσεων είναι ότι οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου 40 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα βρισκόταν σε νηστεία με σκοπό να προετοιμαστούν για τη γέννηση του Χριστού και να απολαύσουν στη συνέχεια το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι.

Κύριο φαγητό στα περισσότερα νησιά της Δωδεκανήσου ήταν και σε γενικές γραμμές παραμένει, παράλληλα με τη γαλοπούλα τα τελευταία χρόνια, το ψητό χοιρινό κρέας.

Σε αρκετα χωριά της Ρόδου, το σφάξιμο του χοίρου που μεγάλωναν οι οικογένειες γινόταν σε παρέες και με ειδική ιεροτελεστία.

Από τα Χριστουγεννιάτικα φαγητά ήταν επίσης τα παραδοσιακά "γιαπράκια" τα οποία δεν έλειπαν από το τραπέζι.

Σε ότι αφορά τα γλυκά τόσο στη Ρόδο όσο και στα υπόλοιπα νησιά το χαρακτηριστικό είναι οι δίπλες, οι οποίες εξακολουθούν να φτιάχνονται και σήμερα.

Την Πρωτοχρονιά ένα από τα έθιμα τα οποία και σήμερα διατηρείται είναι το έθιμο της "μπουλουστρίνας".

Τα μικρά παιδιά την πρώτη ημέρα του χρόνου επισκέπτονται τους συγγενείς (γιαγιάδες, παππούδες, θείους, νονούς) και παίρνουν από αυτούς χρηματικό ποσό εν είδει δώρου το οποίο ονομάζεται μπουλουστρίνα.

Το έθιμο αυτό διατηρείται μέχρι και τώρα στις περισσότερες περιοχές της Δωδεκανήσου.

Από τα αξιοσημείωτα των ημερών είναι ότι την ημέρα των Χριστουγέννων οι κάτοικοι της Ρόδου συνηθίζουν να πηγαίνουν οικογενειακά στην εκκλησία και αμέσως μετά να επισκέπτονται τους ηλικιωμένους γονείς και παππούδες για τις σχετικές ευχές.

ΣΤ) ΚΡΗΤΗ

Στην παλιά Κρήτη πρόσεχαν ιδιαίτερα τα ζώα τους (Γεωργική και κτηνοτροφική χώρα) τα οποία είχαν μερίδα και στο Χριστόψωμο. Έτριβαν ένα χριστόψωμο, το ανακάτευαν με τα πίτουρα και το έδιναν στα ζώα να το φάνε, για να βλογηθούν κι αυτά. Έπαιρναν κι ένα ρίφι ή πρόβατο στο σπίτι τους γιατί θεωρούσαν πως είναι ευλογημένα μια και ήταν τα ζώα που ζέσταιναν με την ανάσα τους τη φάτνη. Υπάρχουν πολλές δοξασίες, που άλλες επικρατούν μέχρι σήμερα κι άλλες έχουν χαθεί.

Οι Kρητικοί πίστευαν πως ακριβώς τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων άνθιζε ο βασιλικός (μονοετές φυτό που ανθίζει το καλοκαίρι, με έντονη μυρωδιά) κι ας ήταν κατάξερος και γέμιζε ο τόπος από ευωδιά Άλλοι πίστευαν πως το ξημέρωμα των Χριστουγέννων ημέρευε η θάλασσα γιατί εκείνη την ώρα μετάνιωνε ο βοσκός που δεν έδωσε το πρόβατό του για τη φάτνη και τον οποίο καταράστηκε ο Ιωσήφ. Άλλοι πάλι πίστευαν πως άνοιγαν οι ουρανοί και πως αν έμενες ξύπνιος, θα έβλεπες διάφορα θαυμαστά πράγματα. Επίσης αν έκανες μια ευχή εκείνη την ώρα θα έπιανε. Πολλά πίστευαν, φτάνει να είχες αγαθή και αγνή ψυχή για να τα ζήσεις. Τα κάλαντα είναι τραγούδια που μνημονεύουν τα γεγονότα των εορτών, καταλήγουν με ευχές για τον νοικοκύρη του σπιτιού και λέγονται την παραμονή της κάθε γιορτής συνήθως από παιδιά που γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι και τα τραγουδούν κρατώντας τρίγωνα. Υπάρχουν κάλαντα Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς και Φώτων. Παραδοσιακά κρητικά κάλαντα Χριστουγέννων Παραδοσιακά κάλαντα Πρωτοχρονιάς.

Κάθε οικογένεια εκτρέφει ένα χοίρο που τον σφάζει λίγο πριν τα Χριστούγεννα για να φτιάξουν έτσι τα παραδοσιακά φαγητά των Χριστουγέννων. Σήμερα στις μεγάλες πόλεις έχουν αποξεχαστεί τα έθιμα όπως το σφάξιμο του χοίρου ή το πλάσιμο των γλυκών και των τσουρεκιών. Διατηρούνται όμως ζωντανά ακόμα στα χωριά της Κρήτης. Την πρωτοχρονιά οι παππούδες και οι στενοί συγγενείς δίνουν στα παιδιά την «καλή χέρα» δηλαδή κάποιο χρηματικό ποσόν. Έθιμο που διατηρείται            εως      τις        μέρες   μας. 

Η παράδοση λεει πως την Πρωτοχρονιά το πρώτο πράγμα που πρέπει να δεις είναι βουνό κι ένα υγιή γείτονά σου, έτσι ώστε κι εσύ να ζήσεις με υγεία και πολλά χρόνια, τόσα όσο και τα βουνά. Αν δεις θάλασσα τότε θα είσαι συνέχεια ταραγμένος όπως κι η θάλασσα. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς ο άντρας του σπιτιού πάει να φέρει νερό σε ένα σταμνί και μια πέτρα. Με το νερό ραντίζει το εξωτερικό και εσωτερικό του σπιτιού λέγοντας: «Όπως τρέχει τούτο το νερό έτσι να τρέχουν και τα καλά στο σπίτι μου». Την πέτρα τη βάζει κάτω από το κρεβάτι λέγοντας: «Όπως είναι γερή τούτη η πέτρα έτσι να είναι γερό και το σπίτι μου». Η πέτρα μένει κάτω από το κρεβάτι ως τα Φώτα. Το πρωί της πρωτοχρονιάς η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία. Μαζί τους παίρνουν μια εικόνα του σπιτιού, η οποία αφού λειτουργηθεί θα κάνει το ποδαρικό στο σπίτι. Το έθιμο του ποδαρικού έχει μεγάλη σημασία στην Κρήτη. Ποδαρικό σημαίνει: Ο πρώτος άνθρωπος που θα πατήσει με το πόδι του (ποδαρικό) στο σπίτι μετά την είσοδο του νέου χρόνου. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να είναι τυχερός για να φέρει τύχη στο σπίτι και να πατήσει πρώτα με το δεξί του πόδι για να πάνε όλα δεξιά δηλ. καλά. Τυχερός θεωρείται ο νοικοκύρης ή ένα παιδί που να ζουν και οι δύο του γονείς.

Στο νομό Λασιθίου ο πρώτος ξένος που θα μπει στο σπίτι κάθεται σε μία πέτρα και λέει τρεις φορές: «Κλου κλου (όπως κάνει η κότα) στα ορνίθια μας καλοχρονιά στα σπίτια μας μπε-μπε στα πρόβατά μας και υγεία στα παιδιά μας, κι όσο βάρος έχει τούτη η πέτρα, τόσο χρυσάφι να μπει στο σπίτι σας. Και του χρόνου να είμαστε ευτυχισμένοι». (Βλέπουμε ότι οι άνθρωποι μνημόνευαν τα ζώα τους ακόμα και στις ευχές της Πρωτοχρονιάς δεδομένου ότι η οικονομία της Ελλάδας στηριζόταν αποκλειστικά στην γεωργία και κτηνοτροφία).Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς πολλές νοικοκυρές έφτιαχναν από τη ζύμη των κουλουριών ένα σταυρό που τον κολλούσαν στις πόρτες. Σε άλλα χωριά βάζουν στα σπίτια ένα φυτό από βολβό και σε άλλα ένα κλωνάρι χαρουπιάς γιατί η χαρουπιά είναι ένα δένδρο που δίνει πολλούς καρπούς, πάντα πράσινο το ίδιο και ο βολβός και συμβολίζουν την αφθονία. Άλλες νοικοκυρές λιβανίζουν το σπίτι γιατί πιστεύουν πως οι καλικάντζαροι στήνουν χορό και μαγαρίζουν τα φαγητά όταν τα βρίσκουν ξεσκέπαστα. Η σύνδεση Πρωτοχρονιάς και καλοτυχίας και ελπίδας έχει την ιστορία της σε θρύλους παλιούς και σε χιλιόχρονα έθιμα. Υπάρχουν ιδιαίτερες πρωτοχρονιάτικες παραδόσεις για την ανύπαντρη κοπελιά, για τον γεωργό , τον κυνηγό, την νοικοκυρά κ.λ.π. Στην Ορθόδοξη θρησκεία η Πρωτοχρονιά είναι και η μέρα που γιορτάζει ο Άγιος Βασίλειος. Η παράδοση θέλει τον Αϊ Βασίλη γεωργό, ζευγολάτη όπως ο καθημερινός Κρητικός. Έτσι ο γεωργός που θέλει την ευλογία του Αγίου πρέπει να οργώσει ένα       κομμάτι           του       χωραφιού        του.

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς που είναι ταυτόχρονα και η παραμονή της γιορτής του Αγίου Βασιλείου αφήνουν στο τραπέζι ένα ποτήρι κρασί με φαγητό ή ένα γλυκό με κάποιο ποτό και νερό για να έρθει ο Άγιος να αφήσει τα δώρα του, να φάει και να πιει και να ξεκουραστεί. Στην Ελλάδα η ανταλλαγή των δώρων γίνεται την Πρωτοχρονιά. Την Πρωτοχρονιά παίρνουν τις εικόνες από την εκκλησία για να κάνουν ποδαρικό στα σπίτια. Δεν δίνουν τίποτα δανεικό ούτε παίρνουν γιατί θεωρούν ότι όλο το χρόνο θα δανείζονται ή θα δανείζουν. Δεν μαλώνουν γιατί θα μαλώνουν όλο το χρόνο. Ο ανύπαντρες κοπέλες ρίχνουν φύλλα ελιάς στο τζάκι. Αν το φύλλο γυρίσει ανάποδα θα παντρευτούν αυτόν που θέλουν. Άλλη παράδοση θέλει τις ανύπαντρες κοπέλες να παίρνουν τρία κουκιά (όσπριο) το ένα ζεματισμένο, το άλλο ολόκληρο και το άλλο ξεφλουδισμένο. Με κλειστά μάτια πιάνουν ένα κουκί. Αν πιάσουν το ολόκληρο σημαίνει ότι θα παντρευτούν νέο άνδρα. Το ζεματισμένο σημαίνει χήρο και το ξεφλουδισμένο φτωχό. Σήμερα όλα τούτα τα έθιμα και οι παραδόσεις τείνουν να ξεχαστούν στις μεγάλες πολιτείες ενώ στα χωριά άλλα εξακολουθούν να υπάρχουν κι άλλα να έχουν ήδη ξεχαστεί. Στην Ελλάδα του σήμερα γίνεται προσπάθεια από πολλούς φορείς για την αναβίωση και διατήρηση των εθίμων και είναι καθήκον όλων μας να κρατήσουμε ανέπαφες τις παραδόσεις μας, για να διατηρήσουμε έτσι και την πολιτιστική μας ταυτότητα    ως        λαοί.

Τα παραδοσιακά γλυκά των γιορτών είναι τα Χριστόψωμα, τα μελομακάρονα οι κουραμπιέδες, τα σαρίκια, τα αυγοκαλάμαρα, οι λουκουμάδες, οι γλυκοκουλούρες, η Βασιλόπιτα. Τα μελομακάρονα βουτιούνται σε μέλι και πασπαλίζονται με κοπανισμένο καρύδι, σησάμι και κανέλα. Οι κουραμπιέδες έχουν αγνό βούτυρο, ρακί, αμύγδαλα, ζάχαρη άχνη. Η ζάχαρη συμβολίζει τα χιονισμένα βουνά της εποχής .Τα σαρίκια είναι από φύλλο ζύμης, τηγανίζονται σε καυτό λάδι και πασπαλίζονται με κανέλα και σησάμι. Τα ξεροτήγανα είναι περίπου ίδια με τα σαρίκια αλλά τυλίγονται        στα      δάχτυλα. .

                                Οι λουκουμάδες είναι από ζύμη, τηγανίζονται σε καυτό λάδι και πασπαλίζονται κι αυτοί με μέλι και κανέλα. Τους τρωμε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς για να πάρουμε τη γλύκα του παλιού χρόνου και να γλυκάνομε τον νέο που έρχεται.

 Αυτά και άλλα πολλά τα έθιμα των ημερών που αναβιώνουν κάθε χρονιά σε καθε γωνιά της Πατρίδας μας. Εμεις δεν εχουμε τιποτε περισσοτερο να κάνουμε απτο να συμμετέχουμε σε αυτα απο οποιαδήποτε θέση. 
kranos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ