2014-03-10 17:19:08
Το 1931, με πρωτοβουλία του υπουργού Παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου, η κυβέρνηση Βενιζέλου προσπάθησε να καλύψει ένα σημαντικό κενό της Ελληνικής εκπαίδευσης, αλλά και του νεοελληνικού πολιτισμού γενικότερα, εκδίδοντας όλα τα κείμενα των Αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Αθηνών. Η νέα αυτή έκδοση υπό τον τίτλο "Ελληνική βιβλιοθήκη", τίτλος που παρέπεμπε ευθέως στην προσπάθεια του Κοραή 120 χρόνια πριν, θα περιείχε εκτός από το Αρχαίο κείμενο μετάφραση στην απλή καθαρεύουσα καθώς και συνοπτικό πρόλογο για μια γενική εισαγωγή στο κάθε έργο. Σύμφωνα με τον σχετικό νόμο 5058/1931 κάθε χρόνο το υπουργείο Παιδείας θα έθετε 350.000 δρχ στην διάθεση της Ακαδημίας για τον σκοπό αυτό. Η Ακαδημία σε συνεδρίαση της αποφάσισε ομόφωνα να αναθέσει το έργο της "νέας Ελληνικής βιβλιοθήκης" στον υφηγητή Ιωάννη Συκουτρή.
Αυτή η επιλογή δεν έγινε καθόλου τυχαία καθώς ο Συκουτρής, παρά το νεαρό της ηλικίας του (μόλις 30 ετών τότε), ήταν αναμφίβολα ένας από τους κορυφαίους Έλληνες φιλολόγους της εποχής του με ευρύ ερευνητικό έργο ενώ οι επιστημονικές του εργασίες τύγχαναν διεθνούς αναγνώρισης
. Ο Συκουτρής, γεννημένος στην Σμύρνη το 1901, υπήρξε μια σπάνια περίπτωση Έλληνα διανοούμενου και φιλολόγου, ο οποίος με το έργο του προσπάθησε να βοηθήσει τους νεοέλληνες να προσεγγίσουν τον κόσμο της Αρχαίας Ελλάδας απορρίπτοντας την τυπολατρία και την σχολαστικότητα των προκατόχων του. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, ήταν πασίγνωστος για τις γνώσεις και το πάθος για την Αρχαία Ελλάδα, αλλά και την μεταδοτικότητα του ως καθηγητής, καθώς οι πανεπιστημιακές παραδόσεις του συγκέντρωναν ευρύτερο ενδιαφέρον από τον στενό πανεπιστημιακό κύκλο. Η πρώτη μεγάλη του επιτυχία που το καθιέρωσε στους κορυφαίους φιλολόγους παγκοσμίως ήταν η διδακτορική του διατριβή μετά το τέλος των σπουδών του στο πανεπιστήμιο της Ληψίας, στην οποία αποδείκνυε ότι ο επιτάφιος του Δημοσθένη δεν ήταν νόθος. Η διατριβή αυτή έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση ώστε να τον παραδεχθεί ακόμη και ο πολύς Γερμανός Βιλαμόβιτς(1).
Ο ίδιος υποστήριζε δημοσίως ότι η υψηλή διανόηση και η πνευματικότητα δε μπορεί παρά να είναι υπόθεση των ολίγων, των εκλεκτών και εκ των πραγμάτων μη προσβάσιμες από τους πολλούς - τον λαό. Αν και οπαδός της καθαρεύουσας υποστήριξε την χρήση της δημοτικής στην λογοτεχνία και την ποίηση, με κορυφαία έκφραση της θέσης αυτής, την εργασία του για τον Παλαμικό "Δωδεκάλογο του γύφτου". Είναι αναμφίβολο πως οι καινοτόμες και ριζοσπαστικές ιδέες του Συκουτρή έβρισκαν πολλούς εχθρούς τόσο στις τάξεις των αριστερών διανοούμενων (Γληνός κτλ), όσο και σε υπερσυντηρητικούς κύκλους της Ελληνικής εκπαίδευσης, εχθρότητα που εκφράστηκε, όπως θα δούμε, στην περίπτωση της μετάφρασης του "Συμποσίου" (2).
Αν και η απόφαση πάρθηκε το 1931, η υλοποίηση της ξεκίνησε μόλις το 1933 με δύο έργα: το "Συμπόσιο" του Πλάτωνα με εισαγωγή και μετάφραση του Συκουτρή και το "Περί Ποιητικής" του Αριστοτέλη με εισαγωγή του Συκουτρή και μετάφραση του Σίμου Μενάνδρου. Η έκδοση του "Συμπόσιου" έγινε μέσα στο 1934 και αρχικώς έτυχε διθυραμβικών κριτικών τόσο από διεθνούς φήμης φιλολόγους του εξωτερικού (F. H. Marshal καθηγητής πανεπιστημίου Λονδίνου, Hans Herter, καθηγητής πανεπιστημίου Βόννης), αλλά και από Έλληνες φιλολόγους και ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Αχιλλέας Κύρου, ο Αχιλλέας Τζάρτζανος, ο Σπυρίδων Μελάς κ.α. Η κριτική των περισσοτέρων εστιάστηκε στο γεγονός ότι ο πρόλογος ήταν περισσότερο εκτεταμένος από όσο έπρεπε, ενώ στην μετάφραση είχε χρησιμοποιηθεί η απλή καθαρεύουσα και όχι η δημοτική. Όλοι όμως αναγνώριζαν την ικανότητα του Συκουτρή να εμβαθύνει και να αποδίδει με απλότητα και χάρη την μεγαλοφυΐα της Πλατωνικής σκέψης, αλλά και την ευκρίνεια της μετάφρασης του που καταφέρνει να αποδίδει πιστά τις Πλατωνικές έννοιες και ιδέες. Αλλά και ο ίδιος ο Παπανδρέου που ως υπουργός είχε εμπνευστεί την δημιουργία της συγκεκριμένης φιλολογικής σειράς λαμβάνοντας τον δημόσιο έπαινο από τον Συκουτρή, αν και πλέον αντιπολιτευόμενος σε εποχές ακραίας πολιτικής αντιπαράθεσης, έδωσε συνέντευξη στηρίζοντας το έργο του Συκουτρή δηλώνοντας την ελπίδα του πως το "Συμπόσιο" θα ήταν μόνο η αρχή μιας μεγάλης προσπάθειας για την έκδοση όλων των κειμένων των Αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.
Σύντομα όμως ξεσηκώθηκε μια έντονη πολεμική εναντίον του "Συμποσίου" του Συκουτρή, καθώς στον πρόλογο του έργου ο συγγραφέας είχε μια μικρή ενότητα για τον παιδικό έρωτα στην Αρχαία Αθήνα στο οποίο υποστήριζε ότι η ομοφυλοφιλία μεταξύ των εφήβων και μεγαλυτέρων ήταν μια διαδεδομένη συνήθεια στις ανώτερες κλίμακες της Αρχαίας Ελληνικής κοινωνίας. Με εκκίνηση την θέση αυτή, το Φθινόπωρο του 1936 ξεκίνησε μια εκστρατεία εναντίον του Συκουτρή από το περιοδικό "επιστημονική Ηχώ" και τον Σπυρίδωνα Παπανικολάου. Αναμφίβολα η πολεμική εναντίον του Συκουτρή που αναπτύχθηκε, δεν είχε επιστημονικό υπόβαθρο με απτά επιχειρήματα εναντίον των θέσεων που είχε αναπτύξει, αλλά πότε κατηγορούσε τον φιλόλογο ως διαβολέα των Αρχαίων Ελλήνων, πότε τον κατηγορούσε ως υμνητή της ομοφυλοφιλίας, ως χυδαίο υβριστή της ηθικής των Αρχαίων Ελλήνων, ενώ ψευδώς διέδιδε ότι η Ακαδημία απέσυρε το βιβλίο όταν ήταν γνωστό πως αυτό είχε εξαντληθεί ήδη από το 1935.
Είναι αναμφίβολο πως η πολεμική που αναπτύχθηκε ευνοήθηκε από την συντηρητική πολιτική στροφή της Ελλάδας με την δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ενώ πιθανά είχε σχέση με την προσπάθεια κύκλων ο Συκουτρής να μην αναγορευθεί καθηγητής πανεπιστημίου Αθηνών στην θέση που θα προκήρυσσε η Φιλοσοφική Σχολή, ενώ στην θέση του προοριζόταν ο Ιωάννης Σταματάκος, επίσης λαμπρός φιλόλογος και οπαδός της καθαρεύουσας. Η ένταση της πολεμικής ανέβηκε όταν ο Παπανικολάου αλλά τα διοικητικά συμβούλια πολιτιστικών συλλόγων των Πατρών, έστειλαν έγγραφες διαμαρτυρίες στο υπουργείο Παιδείας για το θέμα, οι οποίες έφτασαν κάποτε μέχρι και το πρωθυπουργικό γραφείο του Μεταξά (3), ο οποίος διέταξε αμέσως μια επιτροπή να μελετήσει το θέμα και να γνωμοδοτήσει εντός μικρής διορίας, χαρακτηρίζοντας το ζήτημα ως επείγον.
Η απάντηση του υπουργείου Παιδείας στις καταγγελίες αυτές υπήρξε σαφής και κάθετη: ο Συκουτρής δεν υπεράσπιζε την ομοφυλοφιλία αντιθέτως καθαρά την αποδοκίμαζε, αλλά και η εργασία του ήταν απολύτως τεκμηριωμένη χωρίς να ανιχνεύεται πουθενά προσπάθεια να θιχτεί ο Αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός. Αν και πολλοί θα περίμεναν το αντίθετο η κυβέρνηση Μεταξά δεν συγκινήθηκε από τις αστήριχτες κατηγορίες εναντίον του Συκουτρή. Οι κατήγοροι του συνέχισαν απτόητοι στρεφόμενοι εναντίον του
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος Α΄
Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, γιατί ως μέλος της Ακαδημίας Αθηνών δεν εμπόδισε την έκδοση του Συμποσίου, 83 σωματεία των Πατρών υπέγραψαν δημόσιες επιστολές διαμαρτυρίες, ενώ στους κατήγορους προστέθηκε ο εκδότης της εφημερίδας "Αθήναι" Γεώργιος Πωπ, ο οποίος κατηγόρησε τον Συκουτρή ότι δεν είχε καταλάβει τις λειτουργίες της Αρχαίας Ελληνικής κοινωνίας παραθέτοντας τους αυστηρούς Αρχαίους Ελληνικούς νόμους εναντίον της ομοφυλοφιλίας.
Πολύ σύντομα η εκστρατεία απέδωσε καρπούς. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος δήλωσε πως δεν έμαθε εγκαίρως για την έκδοση του "Συμποσίου", αλλά διαμαρτυρήθηκε έντονα όταν το πληροφορήθηκε, ενώ η Ακαδημία σε απάντηση της υποσχέθηκε ότι σε μελλοντική έκδοση θα αφαιρούσε το επίμαχο τμήμα από την εισαγωγή. Εδώ οφείλουμε να αναφέρουμε πόσο διαφορετική ήταν η συμπεριφορά του αρχιεπισκόπου Κύπρου Νικόδημου, ο οποίος σε μια αντίστοιχη περίπτωση όταν ο Συκουτρής δίδασκε στην Κύπρο στήριξε τον νεαρό φιλόλογο αδιαφορώντας για τις αντίθετες φωνές που τον κατηγορούσαν για αθεΐα.
Αρχικώς ο Συκουτρής υποτίμησε τις αντιδράσεις και περιορίστηκε σε δύο λεπτομερή άρθρα - απαντήσεις στην "Καθημερινή" του Γεωργίου Βλάχου, εφημερίδα που υπερασπίστηκε τον Συκουτρή κατά την διάρκεια της διαμάχης. Επειδή όμως ο θόρυβος έβαινε αυξανόμενος, ο Συκουτρής έχασε την ψυχραιμία του και αποφάσισε να τυπώσει την απάντηση του σε φυλλάδιο υπό τον τίτλο "εκστρατεία κατά του Συμποσίου" τον Ιούνιο του 1937. Στο φυλλάδιο αυτό εξήγησε την σκοπιμότητα της αναφοράς στον "παιδικό έρωτα", την προσπάθεια του να περιγράψει μια πραγματικότητα με επιστημονικό τρόπο και ακρίβεια χωρίς υποθέσεις η συμπληρώσεις, στηριζόμενος απολύτως στις πηγές. Τέλος παράθεσε τα χωρία του προλόγου στο "Συμπόσιο", στα οποία φαινόταν η ξεκάθαρη αποδοκιμασία του για το φαινόμενο αυτό. Αλληλέγγυοι με τον Συκουτρή, ανάμεσα στους άλλους, στάθηκαν με άρθρα τους στον τύπο ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Στρατής Μυριβίλης, ο Π. Χάρης και ο Δημήτριος Φωτιάδης.
Οι αντίπαλοι του Συκουτρή δεν πτοήθηκαν από το φυλλάδιο - απάντηση του, και ο Παπανικολάου υπέβαλλε μήνυση εις βάρος του Συκουτρή για συκοφαντική δυσφήμιση και εξύβριση. Ο Συκουτρής
Η θέα από τον Ακροκόρινθο σήμερα
απάντησε με δύο ακόμη άρθρα του στην εφημερίδα "Καθημερινή", ενώ η επικείμενη δίκη του είχε συγκεντρώσει μεγάλο ενδιαφέρον αλλά και τα φώτα της δημοσιότητας. Ο Συκουτρής όμως, είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στην ζωή του, πιθανά επηρεασμένος από την άδικη πολεμική εις βάρος του. Έτσι και αλλιώς η προσωπική του τοποθέτηση ως πνευματικού ανθρώπου αντιμετώπιζε χωρίς φόβο τον θάνατο, κάτι που φαίνεται ανάγλυφα στο απόσπασμα του επιμέτρου.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1937 ο Συκουτρής ταξίδεψε με τρένο για την Κόρινθο, όπου και έμεινε σε ξενοδοχείο και συναντήθηκε επανειλημμένα με τον φίλο του φιλόλογο Ιωάννη Γιαμπουράνη. Την Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου ο Συκουτρής αποφάσισε να ανέβει στον Ακροκόρινθο για να θαυμάσει -για τελευταία φορά όπως αποδείχθηκε - τη Ελληνική φύση. Ζήτησε από κάποιο ημιονηγό να τον βοηθήσει να ανέβει και στη άρνηση του απάτησε: "θα κάνω μόνος μου και αυτό τον τελευταίο δρόμο". Εκεί στον Ακροκόρινθο ο Συκουτρής θα γράψει ένα δυσανάγνωστο βιαστικό σημείωμα προς τον καθηγητή του πολυτεχνείου Άγγελο Καλαμαρά στο οποίο κληροδοτούσε τα βιβλία του στην Ακαδημία, άφηνε ένα χρηματικό πόσο στην γυναίκα του και ζητούσε να δημοσιευτεί το τμήμα της εισαγωγής στην "ποιητική" του Αριστοτέλη που είχε ολοκληρώσει χωρίς κανείς να προσπαθήσει να το συμπληρώσει. Το βράδυ της ίδια ημέρας ο Συκουτρής επέστρεψε στο ξενοδοχείο κατάκοπος. Την επόμενη ημέρα βρέθηκε στο δωμάτιο του νεκρός από συγκοπή της καρδιάς. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν την συγκοπή ως αιτία του θανάτου, αλλά λίγους μήνες μετά μαθεύτηκε πως ο Συκουτρής είχε αυτοκτονήσει με ισχυρή δόση veronal (4). Ο θάνατος του έκανε μεγάλη εντύπωση στον πνευματικό κόσμο της εποχής του, ο οποίος παρέστη στην κηδεία του στις 24 Σεπτεμβρίου 1937 στο Α΄ νεκροταφείο. Για πολλά χρόνια υπήρχε η αμφιβολία αν αυτοκτόνησε η πέθανε λόγω προβλήματος που είχε στην καρδιά, σήμερα όμως δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία.
Η -μεταθανάτια έστω - δικαίωση δεν άργησε για τον Συκουτρή. Λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του, το 1947, σε φιλολογικό μνημόσυνο της "Νέας Εστίας" θα μιλήσουν και θα αναδείξουν το έργο του ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, ο Ν. Τωμαδάκης και ο Θεμιστοκλής Τσάτσος. Το 1949, σε μια επίσης συντηρητική ιστορική συγκυρία, το "Συμπόσιο" θα επανεκδοθεί από την Ακαδημία Αθηνών χωρίς καμία περικοπή. Το δεκαπενταετές λαμπρό φιλολογικό έργο και το όνομα του Συκουτρή σήμερα έχουν απαθανατιστεί ως μια πολύτιμη παρακαταθήκη της Ελληνικής κλασσικής φιλολογίας, ενώ αντίστροφα τα ονόματα των διωκτών του ξεθωριάζουν και θα βρίσκονται σε υποσημειώσεις βιβλίων εκεί που οι συγγραφείς συνήθως τοποθετούν τα ασήμαντα που όμως πρέπει να αναφερθούν και αυτά. Χαρακτηριστικό είναι ότι η βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών σήμερα φέρει το όνομα του λαμπρού αυτού φιλολόγου. Όπως ακριβώς είχε προφητεύσει ο Συκουτρής "η σκοτεινή αυτή υπόθεσις θα καταταχθή αύριον εις τας μελανωτέρας σελίδας της πνευματικής ζωής του τόπου".
istorikathemata.com
Αυτή η επιλογή δεν έγινε καθόλου τυχαία καθώς ο Συκουτρής, παρά το νεαρό της ηλικίας του (μόλις 30 ετών τότε), ήταν αναμφίβολα ένας από τους κορυφαίους Έλληνες φιλολόγους της εποχής του με ευρύ ερευνητικό έργο ενώ οι επιστημονικές του εργασίες τύγχαναν διεθνούς αναγνώρισης
Ο ίδιος υποστήριζε δημοσίως ότι η υψηλή διανόηση και η πνευματικότητα δε μπορεί παρά να είναι υπόθεση των ολίγων, των εκλεκτών και εκ των πραγμάτων μη προσβάσιμες από τους πολλούς - τον λαό. Αν και οπαδός της καθαρεύουσας υποστήριξε την χρήση της δημοτικής στην λογοτεχνία και την ποίηση, με κορυφαία έκφραση της θέσης αυτής, την εργασία του για τον Παλαμικό "Δωδεκάλογο του γύφτου". Είναι αναμφίβολο πως οι καινοτόμες και ριζοσπαστικές ιδέες του Συκουτρή έβρισκαν πολλούς εχθρούς τόσο στις τάξεις των αριστερών διανοούμενων (Γληνός κτλ), όσο και σε υπερσυντηρητικούς κύκλους της Ελληνικής εκπαίδευσης, εχθρότητα που εκφράστηκε, όπως θα δούμε, στην περίπτωση της μετάφρασης του "Συμποσίου" (2).
Αν και η απόφαση πάρθηκε το 1931, η υλοποίηση της ξεκίνησε μόλις το 1933 με δύο έργα: το "Συμπόσιο" του Πλάτωνα με εισαγωγή και μετάφραση του Συκουτρή και το "Περί Ποιητικής" του Αριστοτέλη με εισαγωγή του Συκουτρή και μετάφραση του Σίμου Μενάνδρου. Η έκδοση του "Συμπόσιου" έγινε μέσα στο 1934 και αρχικώς έτυχε διθυραμβικών κριτικών τόσο από διεθνούς φήμης φιλολόγους του εξωτερικού (F. H. Marshal καθηγητής πανεπιστημίου Λονδίνου, Hans Herter, καθηγητής πανεπιστημίου Βόννης), αλλά και από Έλληνες φιλολόγους και ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Αχιλλέας Κύρου, ο Αχιλλέας Τζάρτζανος, ο Σπυρίδων Μελάς κ.α. Η κριτική των περισσοτέρων εστιάστηκε στο γεγονός ότι ο πρόλογος ήταν περισσότερο εκτεταμένος από όσο έπρεπε, ενώ στην μετάφραση είχε χρησιμοποιηθεί η απλή καθαρεύουσα και όχι η δημοτική. Όλοι όμως αναγνώριζαν την ικανότητα του Συκουτρή να εμβαθύνει και να αποδίδει με απλότητα και χάρη την μεγαλοφυΐα της Πλατωνικής σκέψης, αλλά και την ευκρίνεια της μετάφρασης του που καταφέρνει να αποδίδει πιστά τις Πλατωνικές έννοιες και ιδέες. Αλλά και ο ίδιος ο Παπανδρέου που ως υπουργός είχε εμπνευστεί την δημιουργία της συγκεκριμένης φιλολογικής σειράς λαμβάνοντας τον δημόσιο έπαινο από τον Συκουτρή, αν και πλέον αντιπολιτευόμενος σε εποχές ακραίας πολιτικής αντιπαράθεσης, έδωσε συνέντευξη στηρίζοντας το έργο του Συκουτρή δηλώνοντας την ελπίδα του πως το "Συμπόσιο" θα ήταν μόνο η αρχή μιας μεγάλης προσπάθειας για την έκδοση όλων των κειμένων των Αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.
Σύντομα όμως ξεσηκώθηκε μια έντονη πολεμική εναντίον του "Συμποσίου" του Συκουτρή, καθώς στον πρόλογο του έργου ο συγγραφέας είχε μια μικρή ενότητα για τον παιδικό έρωτα στην Αρχαία Αθήνα στο οποίο υποστήριζε ότι η ομοφυλοφιλία μεταξύ των εφήβων και μεγαλυτέρων ήταν μια διαδεδομένη συνήθεια στις ανώτερες κλίμακες της Αρχαίας Ελληνικής κοινωνίας. Με εκκίνηση την θέση αυτή, το Φθινόπωρο του 1936 ξεκίνησε μια εκστρατεία εναντίον του Συκουτρή από το περιοδικό "επιστημονική Ηχώ" και τον Σπυρίδωνα Παπανικολάου. Αναμφίβολα η πολεμική εναντίον του Συκουτρή που αναπτύχθηκε, δεν είχε επιστημονικό υπόβαθρο με απτά επιχειρήματα εναντίον των θέσεων που είχε αναπτύξει, αλλά πότε κατηγορούσε τον φιλόλογο ως διαβολέα των Αρχαίων Ελλήνων, πότε τον κατηγορούσε ως υμνητή της ομοφυλοφιλίας, ως χυδαίο υβριστή της ηθικής των Αρχαίων Ελλήνων, ενώ ψευδώς διέδιδε ότι η Ακαδημία απέσυρε το βιβλίο όταν ήταν γνωστό πως αυτό είχε εξαντληθεί ήδη από το 1935.
Είναι αναμφίβολο πως η πολεμική που αναπτύχθηκε ευνοήθηκε από την συντηρητική πολιτική στροφή της Ελλάδας με την δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ενώ πιθανά είχε σχέση με την προσπάθεια κύκλων ο Συκουτρής να μην αναγορευθεί καθηγητής πανεπιστημίου Αθηνών στην θέση που θα προκήρυσσε η Φιλοσοφική Σχολή, ενώ στην θέση του προοριζόταν ο Ιωάννης Σταματάκος, επίσης λαμπρός φιλόλογος και οπαδός της καθαρεύουσας. Η ένταση της πολεμικής ανέβηκε όταν ο Παπανικολάου αλλά τα διοικητικά συμβούλια πολιτιστικών συλλόγων των Πατρών, έστειλαν έγγραφες διαμαρτυρίες στο υπουργείο Παιδείας για το θέμα, οι οποίες έφτασαν κάποτε μέχρι και το πρωθυπουργικό γραφείο του Μεταξά (3), ο οποίος διέταξε αμέσως μια επιτροπή να μελετήσει το θέμα και να γνωμοδοτήσει εντός μικρής διορίας, χαρακτηρίζοντας το ζήτημα ως επείγον.
Η απάντηση του υπουργείου Παιδείας στις καταγγελίες αυτές υπήρξε σαφής και κάθετη: ο Συκουτρής δεν υπεράσπιζε την ομοφυλοφιλία αντιθέτως καθαρά την αποδοκίμαζε, αλλά και η εργασία του ήταν απολύτως τεκμηριωμένη χωρίς να ανιχνεύεται πουθενά προσπάθεια να θιχτεί ο Αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός. Αν και πολλοί θα περίμεναν το αντίθετο η κυβέρνηση Μεταξά δεν συγκινήθηκε από τις αστήριχτες κατηγορίες εναντίον του Συκουτρή. Οι κατήγοροι του συνέχισαν απτόητοι στρεφόμενοι εναντίον του
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος Α΄
Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, γιατί ως μέλος της Ακαδημίας Αθηνών δεν εμπόδισε την έκδοση του Συμποσίου, 83 σωματεία των Πατρών υπέγραψαν δημόσιες επιστολές διαμαρτυρίες, ενώ στους κατήγορους προστέθηκε ο εκδότης της εφημερίδας "Αθήναι" Γεώργιος Πωπ, ο οποίος κατηγόρησε τον Συκουτρή ότι δεν είχε καταλάβει τις λειτουργίες της Αρχαίας Ελληνικής κοινωνίας παραθέτοντας τους αυστηρούς Αρχαίους Ελληνικούς νόμους εναντίον της ομοφυλοφιλίας.
Πολύ σύντομα η εκστρατεία απέδωσε καρπούς. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος δήλωσε πως δεν έμαθε εγκαίρως για την έκδοση του "Συμποσίου", αλλά διαμαρτυρήθηκε έντονα όταν το πληροφορήθηκε, ενώ η Ακαδημία σε απάντηση της υποσχέθηκε ότι σε μελλοντική έκδοση θα αφαιρούσε το επίμαχο τμήμα από την εισαγωγή. Εδώ οφείλουμε να αναφέρουμε πόσο διαφορετική ήταν η συμπεριφορά του αρχιεπισκόπου Κύπρου Νικόδημου, ο οποίος σε μια αντίστοιχη περίπτωση όταν ο Συκουτρής δίδασκε στην Κύπρο στήριξε τον νεαρό φιλόλογο αδιαφορώντας για τις αντίθετες φωνές που τον κατηγορούσαν για αθεΐα.
Αρχικώς ο Συκουτρής υποτίμησε τις αντιδράσεις και περιορίστηκε σε δύο λεπτομερή άρθρα - απαντήσεις στην "Καθημερινή" του Γεωργίου Βλάχου, εφημερίδα που υπερασπίστηκε τον Συκουτρή κατά την διάρκεια της διαμάχης. Επειδή όμως ο θόρυβος έβαινε αυξανόμενος, ο Συκουτρής έχασε την ψυχραιμία του και αποφάσισε να τυπώσει την απάντηση του σε φυλλάδιο υπό τον τίτλο "εκστρατεία κατά του Συμποσίου" τον Ιούνιο του 1937. Στο φυλλάδιο αυτό εξήγησε την σκοπιμότητα της αναφοράς στον "παιδικό έρωτα", την προσπάθεια του να περιγράψει μια πραγματικότητα με επιστημονικό τρόπο και ακρίβεια χωρίς υποθέσεις η συμπληρώσεις, στηριζόμενος απολύτως στις πηγές. Τέλος παράθεσε τα χωρία του προλόγου στο "Συμπόσιο", στα οποία φαινόταν η ξεκάθαρη αποδοκιμασία του για το φαινόμενο αυτό. Αλληλέγγυοι με τον Συκουτρή, ανάμεσα στους άλλους, στάθηκαν με άρθρα τους στον τύπο ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Στρατής Μυριβίλης, ο Π. Χάρης και ο Δημήτριος Φωτιάδης.
Οι αντίπαλοι του Συκουτρή δεν πτοήθηκαν από το φυλλάδιο - απάντηση του, και ο Παπανικολάου υπέβαλλε μήνυση εις βάρος του Συκουτρή για συκοφαντική δυσφήμιση και εξύβριση. Ο Συκουτρής
Η θέα από τον Ακροκόρινθο σήμερα
απάντησε με δύο ακόμη άρθρα του στην εφημερίδα "Καθημερινή", ενώ η επικείμενη δίκη του είχε συγκεντρώσει μεγάλο ενδιαφέρον αλλά και τα φώτα της δημοσιότητας. Ο Συκουτρής όμως, είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στην ζωή του, πιθανά επηρεασμένος από την άδικη πολεμική εις βάρος του. Έτσι και αλλιώς η προσωπική του τοποθέτηση ως πνευματικού ανθρώπου αντιμετώπιζε χωρίς φόβο τον θάνατο, κάτι που φαίνεται ανάγλυφα στο απόσπασμα του επιμέτρου.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1937 ο Συκουτρής ταξίδεψε με τρένο για την Κόρινθο, όπου και έμεινε σε ξενοδοχείο και συναντήθηκε επανειλημμένα με τον φίλο του φιλόλογο Ιωάννη Γιαμπουράνη. Την Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου ο Συκουτρής αποφάσισε να ανέβει στον Ακροκόρινθο για να θαυμάσει -για τελευταία φορά όπως αποδείχθηκε - τη Ελληνική φύση. Ζήτησε από κάποιο ημιονηγό να τον βοηθήσει να ανέβει και στη άρνηση του απάτησε: "θα κάνω μόνος μου και αυτό τον τελευταίο δρόμο". Εκεί στον Ακροκόρινθο ο Συκουτρής θα γράψει ένα δυσανάγνωστο βιαστικό σημείωμα προς τον καθηγητή του πολυτεχνείου Άγγελο Καλαμαρά στο οποίο κληροδοτούσε τα βιβλία του στην Ακαδημία, άφηνε ένα χρηματικό πόσο στην γυναίκα του και ζητούσε να δημοσιευτεί το τμήμα της εισαγωγής στην "ποιητική" του Αριστοτέλη που είχε ολοκληρώσει χωρίς κανείς να προσπαθήσει να το συμπληρώσει. Το βράδυ της ίδια ημέρας ο Συκουτρής επέστρεψε στο ξενοδοχείο κατάκοπος. Την επόμενη ημέρα βρέθηκε στο δωμάτιο του νεκρός από συγκοπή της καρδιάς. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν την συγκοπή ως αιτία του θανάτου, αλλά λίγους μήνες μετά μαθεύτηκε πως ο Συκουτρής είχε αυτοκτονήσει με ισχυρή δόση veronal (4). Ο θάνατος του έκανε μεγάλη εντύπωση στον πνευματικό κόσμο της εποχής του, ο οποίος παρέστη στην κηδεία του στις 24 Σεπτεμβρίου 1937 στο Α΄ νεκροταφείο. Για πολλά χρόνια υπήρχε η αμφιβολία αν αυτοκτόνησε η πέθανε λόγω προβλήματος που είχε στην καρδιά, σήμερα όμως δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία.
Η -μεταθανάτια έστω - δικαίωση δεν άργησε για τον Συκουτρή. Λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του, το 1947, σε φιλολογικό μνημόσυνο της "Νέας Εστίας" θα μιλήσουν και θα αναδείξουν το έργο του ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, ο Ν. Τωμαδάκης και ο Θεμιστοκλής Τσάτσος. Το 1949, σε μια επίσης συντηρητική ιστορική συγκυρία, το "Συμπόσιο" θα επανεκδοθεί από την Ακαδημία Αθηνών χωρίς καμία περικοπή. Το δεκαπενταετές λαμπρό φιλολογικό έργο και το όνομα του Συκουτρή σήμερα έχουν απαθανατιστεί ως μια πολύτιμη παρακαταθήκη της Ελληνικής κλασσικής φιλολογίας, ενώ αντίστροφα τα ονόματα των διωκτών του ξεθωριάζουν και θα βρίσκονται σε υποσημειώσεις βιβλίων εκεί που οι συγγραφείς συνήθως τοποθετούν τα ασήμαντα που όμως πρέπει να αναφερθούν και αυτά. Χαρακτηριστικό είναι ότι η βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών σήμερα φέρει το όνομα του λαμπρού αυτού φιλολόγου. Όπως ακριβώς είχε προφητεύσει ο Συκουτρής "η σκοτεινή αυτή υπόθεσις θα καταταχθή αύριον εις τας μελανωτέρας σελίδας της πνευματικής ζωής του τόπου".
istorikathemata.com
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΠΡΙΝ ΛΙΓΟ: Αιματηρή ληστεία στα Καλαβρυτα - Αποκλειστικό βιντεο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ