2013-04-09 13:06:28
Φωτογραφία για Ρέκβιεμ για το «Βιβλιοπωλείον τής Εστίας»
Τού Βασίλη Κ. Καλαμαρά 

Η Αθήνα άλλαζε. Οι άνθρωποι της άλλαζαν. Το ’βλεπες στα ρούχα τους, στις κινήσεις τους, στον τρόπο που μιλούσαν...

Σήμερα δεν αλλάζει πλέον τίποτα. Όλα προχωρούν με βήμα σημειωτόν. Παραμένουν στο παρόν, κοιτώντας προς το παρελθόν. Η νέα δεκαετία μπήκε άσχημα, αφού έχουν καταρρεύσει τα πάντα. Ζούμε από τους τόκους τών αναμνήσεών μας και θα δούμε τι θα κάνουμε, όταν εξαντληθούν κι αυτές.

Δεν θέλω να αναφέρομαι στο παρελθόν λες και είναι μία καλή μάγισσα που έδινε λύσεις σε όλα τα προβλήματά μας. Όλα τα προβήματα, σημερινά, χτεσινά και αυριανά παραμένουν προβλήματα. Δεν υπάρχουν λύσεις και μάλιστα τελικές.

Η ζωή ασκείται υπό αίρεση και αλοίμονο, αν πιστέψουμε σε βεβαιότητες, σε σιγουριές, σε απολυτότητες. Η ζωή αλλάζει και δεν κοιτάζει εσένα, ίσως να προσπαθείς να κοιτάξεις εσύ προς αυτήν, μήπως και μπορέσεις να τής αποσπάσεις γιά λίγο το ενδιαφέρον της προς εσένα.


Είναι κάπως ψυχρή η ζωή και δεν σιτίζεται ούτε από τις μνήμες σου, ούτε από τις προβλέψεις σου. Γι' αυτό στιγμιαίως εγείρονται τα αιτήματα και στο στιγμιαίο επικροτείται μία κάποια συναίνεση εσού και της ζωής.

Όμως ασκούμε πολιτική κυρίως με το παρελθόν μας, το οποίο άλλοτε βαραίνει περισσότερο μέσα μας κι άλλοτε προφασίζεται ελαφράδα. Κάπου ανάμεσα βάρους και ελαφράδας. περνάει η ζωντανή ζωή, όχι το κατ’ επίφασιν ζούμε. Δεν σημαίνει ότι επειδή αναπνέουμε, ζούμε κιόλας.

Κόντρα στο θάνατο, θέλουμε να ψελλίσουμε κάθε ημέρα μία καινούργια ημέρα. Δεν το πολυπιστεύουμε αυτό το παροιμιακό ανέκδοτο κι όμως επισπεύδουμε διαδικασίες άλωσής του. Μπροστά μας κάστρο άπαρτο, θησαυρός που δεν έχει συληθεί, καλά κρυμμένο μυστικό, εχεμύθεια που πολώνει τα δύο εν συγκρούσει άκρα: σε πόλεμο η ζωή με τον θάνατο. Ενώ γνωρίζουμε ότι θα επέλθει. Άγνωστον πότε.

Όσοι γνώριζαν, συζητούσαν ότι αργά ή γρήγορα θα κλείσει το «Βιβλιοπωλείον τής Εστίας». Αλλά δεν είναι τής στιγμής να αναλύσουμε επιχειρηματικά το τέλος της, τώρα που το βάρος τής είδησης κυκλοφορεί σαν κακή επιβεβαίωση προφητείας. Η είδηση είναι ότι έκλεισε, μετά από εκατόν είκοσι οκτώ έτη αδιάκοπης και αδιάπτωτης λειτουργίας...

Κρίμα και πάλι κρίμα. Πρωτίστως γιά τους επαρκείς βιβλιοϋπάλληλους της που έχασαν τη δουλειά τους. Που έμειναν χωρίς το μεροκάματο. Που έχασαν τη επαγγελματική συνήθεια και την συναισθηματική βολή τους. Το επάγγελμα, το κάθε επάγγελμα δεν είναι μόνον ο μισθός.

Κλειδώνει σαν δεσμός, δένεσαι, ταυτίζεσαι, συμπάσχεις, μοιράζεσαι, ανακεφαλαιώνεις γνώση και συναίσθημα, όταν πρέπει να αποφασίσεις, να προτείνεις, να επιλέξεις, να διαλέξεις. Είναι ένα καθημερινό ξεκαθάρισμα με τον εαυτό σου και με τους άλλους.

Και σ’ αυτή τη σχέση δεν τείνει χείρα η μονιμότητα, αφού καθημερινά επαναφέρεις στο προσκήνιο τον διάλογο, με την αιχμή εκείνη να προκληθεί σπινθήρας από το βεβιασμένο καλημέρα και το εγκαταλειμμένο καληνύχτα.

Δεν θέλω να ανεκδοτολογήσω, να κουτσομπολέψω, να αυτοβιογραφηθώ. Προσπαθώ να σκεφτώ, γιατί είναι είναι απώλεια τα κατεβασμένα ρολά τού «Βιβλιοπωλείου τής Εστίας». Η κατεβασμένη πινακίδα, τα χαρτιά πάνω στα τζάμια, το σημείωμα επάνω στην γυάλινη εξώπορτα, όπου διαβάζεις:

«Φίλες και φίλοι,

Με λύπη σας πληροφορούμε ότι, ανεξαρτήτως τής θελήσεώς μας, είμαστε αναγκασμένοι να διακόψουμε τη λειτουργεία τού βιβλιοπωλείου.

Ευχαριστούμε που μάς τιμήσατε με την παρουσία σας εδώ, είτε ως συνεργάτες είτε ως αναγνώστες,

Ελπίζουμε να μπορέσουμε όλοι μας να ξεπεράσουμε τη βαθύτατη κρίση που πλήττει τις επιχειρήσεις και τη χώρα μας γενικότερα.

Και πάλι σάς ευχαριστούμε».

Ενός λεπτού σιωπή. Σοκ. Δέος. Λύπη. Μίλησε, μνήμη. Αμίλητη εκείνη. Βουβαμένη. Σαν να ξέχασε τις λέξεις. Ανεικονική. Αλλο να το συζητάς σαν ενοχλητικό κουτσομπολιό κι άλλο να το βλέπεις να γίνεται. Πέφτει από τον ουρανό μία σκόνη από βιβλία στην οδό Σόλωνος 60.

Δεν πάει καιρός που έκλεισε το εκδοτοβιβλιοπωλείο τού Στρατή Φιλιππότη. Που ξεκίνησε από το «Βιβλιοπωλείον τής Εστίας» την είσοδό του, στον χώρο τού βιβλίου. Προτού γίνει εκδότης. Εκεί μέσα μαθήτευσε. Εκεί έμαθε τι εστί παλαιά και νέα έκδοση. Τυπογραφία. Βιβλιοδεσία. Χαμαλίκα. Αυτό το παιδί από την Τήνο, που παρέμεινε παιδί κι ας ξεπεράσει τα ογδόντα.

Τον συναντώ συχνά στο εστιατόριο «Δωρίς» τού κ. Θάνου, που βρίσκεται επί τής Πραξιτέλους, από τα παλαιότερα μαγαζιά τής Αθήνας, μετά τών φημισμένων της λουκουμάδων, κρέμας και γαλακτομπούρεκων.

Το περασμένο Σάββατο μιλήσαμε. «Ξέρεις...», μού λέει, «η ΄΄Εστία΄΄...». «Ξέρω...», τού λέω. Αμηχανία. «Δεν θέλω να κλάψω πάνω από τον τάφο της, δεν θέλω να γράψω», «Ναι», συμφώνησε μαζί μου, «αυτό είναι τυμβωρυχία...». Ναι, Στρατή μου, τυμβωρυχία. Να, όμως που έγραψα  ΕΠΙΚΑΙΡΑ
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ