2018-04-06 19:19:41
Δύο αδελφές σε μια πλουσία αρχοντική οικογένεια διέφεραν ριζικά στον χαρακτήρα Η μία ευσεβής και ειρηνική. Η άλλη, η Βέρα, εγωίστρια και ανήσυχη. Όσες φορές την παρακαλούσε η αδελφή της να πάνε μαζί στην Όπτινα, στον στάρετς Αμβρόσιο [1812-1891], αρνείτο με πείσμα. Αριστοκράτισσα αυτή και φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, να επισκεφθή έναν γέρο «λιτσιμέρα» (=υποκριτή, πλάνο)! -έτσι αποκαλούσε τον π. Αμβρόσιο. Το θεωρούσε υποτιμητικό.
Κάποτε όμως για να δείξη την ανωτερότητά της, «συγκατέβη» στην παράκλησι της αδελφής της και απεφάσισε να την συνοδεύση ως την Όπτινα. Στον δρόμο όμως όλο κάτι ειρωνικό είχε να πη εις βάρος των ανθρώπων που τόσο ευλαβούντο τον στάρετς. Είχε μάθει και τούτο το «φοβερό»: Όταν ο στάρετς βγαίνη, να ευλογήση τους Χριστιανούς, εκείνοι γονατίζουν. Αυτό την κτυπούσε πολύ στα νεύρα. «Εγώ, έλεγε, δεν πρόκειται επ’ ουδενί λόγω να γονατίσω. Να δεχθώ τέτοιον υποβιβασμό! Ποτέ»!
Πράγματι, όταν έκανε την εμφάνισί του ο σεβάσμιος Γέροντας όλοι γονάτισαν. Μόνο η Βέρα ήταν όρθια, πλάϊ στην πόρτα. Μάλιστα καθώς άνοιξε η πόρτα την εκάλυψε και δεν, φαινόταν. Ο στάρετς όμως γυρίζει προς το μέρος της την βλέπει όρθια και ερωτά με χαρούμενο ύφος: «Μα ποιος γίγαντας στέκεται εδώ»; Και χωρίς καθυστέρηση πλησιάζει πιο κοντά και συνεχίζει με σιγανή φωνή:
«Α! ναι, είναι η Β έ ρ α
που ήρθε να ιδή τον λ ι τ σ ι μ έ ρ α»!
Η απροσδόκητη αυτή φράσις με την επιτυχημένη ομοιοκαταληξία δημιούργησε στην νεαρή φοιτήτρια τα πιο αντίθετα αισθήματα. Θαυμασμό και εντροπή. Από το ένα μέρος εθαύμαζε την προφητική δύναμι του στάρετς και από το άλλο δεν ήξερε πώς να κρύψη τη μεγάλη της εντροπή. Ποτέ δεν φανταζόταν ότι θα τύχαινε κάτι τέτοιο. Πάντως άρχισε να σέβεται πολύ το πρόσωπό του. Φεύγοντας από την Όπτινα σκέφθηκε να πάρη μαζί της και το πορτραίτο του – θα το εύρισκε στο περίπτερο της Μονής, απ’ όπου το αγόραζαν ευλογία όλοι σχεδόν οι προσκυνηταί. Όταν έφθασε εκεί κι ερώτησε για την τιμή, της είπαν πως αξίζει είκοσι καπίκια μόνο. Περίμενε μεγαλύτερη τιμή γι’ αυτό είπε με την σκέψι της: «Θεέ μου! Τόσο λίγο! Εγώ ήμουν έτοιμη για ρούβλια. Πόσο φτηνός είναι ο μπάτουσκας»!
Την ίδια ημέρα την περίμενε καινούργια έκπληξις. Την ώρα της κοινής ευλογίας περνώντας από κοντά του στάρετς την ακούμπησε απαλά στο κεφάλι και με χάρι ψιθύρισε: «Πόσο φτηνός είναι ο μπάτουσκας! Πόσο φτηνός»! Εκείνη παρ’ ολίγο να χάση το μυαλό της. Ακούς εκεί», μονολογούσε, να εξιχνιάζη όλες τις σκέψεις»!
Μετά από χρόνια η Βέρα κατέληξε μοναχή Ζαμορντίνο -το γυναικείο Μοναστήρι του στάρετς- και κατά καιρούς διηγείτο τα δύο εντυπωσιακά περιστατικά. Η συνάντησις με τον προορατικό στάρετς είχε παίξει αποφασιστικό ρόλο στην ζωή της. Όσο κυριαρχούσε στην ψυχή της η άγνοια και η υπεροψία τον θεωρούσε γερό «λιτσιμέρα» και «γλεύκους μεμεστωμένον». Όταν όμως την επεσκίασε η Χάρις αντελήφθη πως τον καθοδηγούσε το Άγιον Πνεύμα. Γι’ αυτό και μπορούσε να γνωρίζη «τα άδηλα και τα κρύφια».
Από το βιβλίο ο “Όσιος Αμβρόσιος της Όπτινα” των εκδόσεων της Ιεράς Μονής Παρακλήτου.
Πηγή
Tromaktiko
Κάποτε όμως για να δείξη την ανωτερότητά της, «συγκατέβη» στην παράκλησι της αδελφής της και απεφάσισε να την συνοδεύση ως την Όπτινα. Στον δρόμο όμως όλο κάτι ειρωνικό είχε να πη εις βάρος των ανθρώπων που τόσο ευλαβούντο τον στάρετς. Είχε μάθει και τούτο το «φοβερό»: Όταν ο στάρετς βγαίνη, να ευλογήση τους Χριστιανούς, εκείνοι γονατίζουν. Αυτό την κτυπούσε πολύ στα νεύρα. «Εγώ, έλεγε, δεν πρόκειται επ’ ουδενί λόγω να γονατίσω. Να δεχθώ τέτοιον υποβιβασμό! Ποτέ»!
Πράγματι, όταν έκανε την εμφάνισί του ο σεβάσμιος Γέροντας όλοι γονάτισαν. Μόνο η Βέρα ήταν όρθια, πλάϊ στην πόρτα. Μάλιστα καθώς άνοιξε η πόρτα την εκάλυψε και δεν, φαινόταν. Ο στάρετς όμως γυρίζει προς το μέρος της την βλέπει όρθια και ερωτά με χαρούμενο ύφος: «Μα ποιος γίγαντας στέκεται εδώ»; Και χωρίς καθυστέρηση πλησιάζει πιο κοντά και συνεχίζει με σιγανή φωνή:
«Α! ναι, είναι η Β έ ρ α
που ήρθε να ιδή τον λ ι τ σ ι μ έ ρ α»!
Η απροσδόκητη αυτή φράσις με την επιτυχημένη ομοιοκαταληξία δημιούργησε στην νεαρή φοιτήτρια τα πιο αντίθετα αισθήματα. Θαυμασμό και εντροπή. Από το ένα μέρος εθαύμαζε την προφητική δύναμι του στάρετς και από το άλλο δεν ήξερε πώς να κρύψη τη μεγάλη της εντροπή. Ποτέ δεν φανταζόταν ότι θα τύχαινε κάτι τέτοιο. Πάντως άρχισε να σέβεται πολύ το πρόσωπό του. Φεύγοντας από την Όπτινα σκέφθηκε να πάρη μαζί της και το πορτραίτο του – θα το εύρισκε στο περίπτερο της Μονής, απ’ όπου το αγόραζαν ευλογία όλοι σχεδόν οι προσκυνηταί. Όταν έφθασε εκεί κι ερώτησε για την τιμή, της είπαν πως αξίζει είκοσι καπίκια μόνο. Περίμενε μεγαλύτερη τιμή γι’ αυτό είπε με την σκέψι της: «Θεέ μου! Τόσο λίγο! Εγώ ήμουν έτοιμη για ρούβλια. Πόσο φτηνός είναι ο μπάτουσκας»!
Την ίδια ημέρα την περίμενε καινούργια έκπληξις. Την ώρα της κοινής ευλογίας περνώντας από κοντά του στάρετς την ακούμπησε απαλά στο κεφάλι και με χάρι ψιθύρισε: «Πόσο φτηνός είναι ο μπάτουσκας! Πόσο φτηνός»! Εκείνη παρ’ ολίγο να χάση το μυαλό της. Ακούς εκεί», μονολογούσε, να εξιχνιάζη όλες τις σκέψεις»!
Μετά από χρόνια η Βέρα κατέληξε μοναχή Ζαμορντίνο -το γυναικείο Μοναστήρι του στάρετς- και κατά καιρούς διηγείτο τα δύο εντυπωσιακά περιστατικά. Η συνάντησις με τον προορατικό στάρετς είχε παίξει αποφασιστικό ρόλο στην ζωή της. Όσο κυριαρχούσε στην ψυχή της η άγνοια και η υπεροψία τον θεωρούσε γερό «λιτσιμέρα» και «γλεύκους μεμεστωμένον». Όταν όμως την επεσκίασε η Χάρις αντελήφθη πως τον καθοδηγούσε το Άγιον Πνεύμα. Γι’ αυτό και μπορούσε να γνωρίζη «τα άδηλα και τα κρύφια».
Από το βιβλίο ο “Όσιος Αμβρόσιος της Όπτινα” των εκδόσεων της Ιεράς Μονής Παρακλήτου.
Πηγή
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ανεκδοτάρα: Η ξανθιά και τα χιλιόμετρα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ