2014-12-15 22:01:24
Φωτογραφία για Η κρίση των S300: Διδαχθέντα μαθήματα, δύο δεκαετίες μετά
Νικόλας Στυλιανού

Η τριετία μεταξύ 1996 και 1998 υπήρξε κρίσιμη για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και διαμόρφωσε σε σημαντικό βαθμό την μετέπειτα πορεία τους.

Συγκεκριμένα, οι κρίσεις των Ιμίων και S300, διαμόρφωσαν αποφασιστικά τις σχέσεις εντός του περιφερειακού συμπλέγματος ασφάλειας, αποτελούμενο από Ελλάδα, Κύπρο και Τουρκία.

Θεωρούμε, λοιπόν, ότι η ψύχραιμη επανεξέταση των προαναφερθέντων κρίσεων, με την πάροδο σχεδόν δύο δεκαετιών, κυρίως μέσα από τη μελέτη μη-ανοικτών πηγών πληροφοριών, αποτελεί πρώτης τάξεως ευκαιρία προς εκκόλαψη ωφέλιμων συμπερασμάτων, αλλά κυρίως, διδαχθέντων μαθημάτων, για ζητήματα που άπτονται των σχέσεων Ελλάδας-Κύπρου, Ελλάδας-Τουρκίας, Κύπρου-Τουρκίας, αλλά και τον ρόλο που διαδραματίζει ο διεθνής παράγοντας επί της κατάστασης πραγμάτων που επικρατεί εντός του προαναφερθέντος συμπλέγματος. Σκοπός της παρούσας τοποθέτησης είναι η ανάδειξη δηλώσεων των κύριων πρωταγωνιστών, επί του παρασκηνίου της κρίσης των S300 και κυρίως, η διάδοση των συμπερασμάτων που προέκυψαν από το τουρκικό ΓΕΕΘΑ, τα οποία θα πρέπει να θεωρούνται μαθήματα προς διδαχή από τα δύο κράτη του Ελληνισμού.


Στα πλαίσια του φιλολογικού μνημοσύνου του αείμνηστου Γλαύκου Κληρίδη, τέως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο Υπουργός Εξωτερικών, Ιωάννης Κασουλίδης, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι ο Γλαύκος Κληρίδης επέλεξε συνειδητά, να πάρει πάνω του όλη την ευθύνη για αλλαγή της αρχικής, κοινής απόφασης Ελλάδας και Κύπρου, για εισαγωγή του ρωσικού συστήματος, S300. Η επιλογή του Κληρίδη είχε στόχο να μη δημιουργηθεί αρνητικό κλίμα των Ελλήνων της Κύπρου προς την ηγεσία της Ελλάδας και ήταν, υπό τις περιστάσεις, θεωρητικά σωστή. Ο Κληρίδης λοιπόν, επέλεξε την επιλογή της μη ανοικτής ρήξης με την ελληνική κυβέρνηση, προς όφελος της διατήρησης ενός αρραγούς εθνικού μετώπου, έστω κι αν αυτά που τεκταίνονταν παρασκηνιακά, ειδικά η ανακολουθία που επέδειξε ο Πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, είχαν σαν αποτέλεσμα την πρόκληση αισθημάτων απογοήτευσης στην κυβέρνηση του Γλαύκου Κληρίδη, προκαλώντας μεγάλο πολιτικό κόστος στον τελευταίο και δημιουργώντας μείζονα πολιτική κρίση, με την παραίτηση του τότε Υπουργού Άμυνας της Δημοκρατίας, Γιαννάκη Ομήρου.

Το ζήτημα αυτό, η επιλογή δηλαδή του Προέδρου Κληρίδη να μην αναγάγει την ξεκάθαρη ανακολουθία του Πρωθυπουργού Σημίτη σε ανοικτή κρίση μεταξύ Λευκωσίας και εθνικού κέντρου, είναι κάτι το οποίο η σύγχρονη έρευνα οφείλει να μελετήσει προσεκτικά, ιδιαίτερα υπό το φως του τουρκικού αναθεωρητισμού και προκλητικότητας στην κυπριακή ΑΟΖ. Θέση μας είναι ότι σχέση Αθηνών-Λευκωσίας πρέπει να διαφυλάττεται ως κόρη οφθαλμού, παρά τις διαφωνίες που υπάρχουν, ακόμα και σε ουσιαστικά ζητήματα, κυρίως τακτικής φύσης. Θέση μας είναι ότι το δόγμα του «Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται» δεν πρέπει να ανταποκρίνεται σε καμμία πραγματικότητα. Εντελώς ρεαλιστικά, πέρα από τις ηθικές και συμβατικές υποχρεώσεις της προς τον κυπριακό Ελληνισμό, η Ελλάδα διατηρεί συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, με την Κύπρο να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της Αθήνας, στα πλαίσια της υψηλής της στρατηγικής. Η Ελλάδα λοιπόν, οφείλει να συναποφασίζει κι όχι απλά να συμπαρίσταται, ωσάν η Κύπρος να μην αποτελεί γεωγραφική οντότητα υψίστης προτεραιότητας. Φυσικά, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε και βεβαιούμε για την άριστη και απρόσκοπτη συνεργασία σε υπηρεσιακό επίπεδο.

Οι δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών, Ιωάννη Κασουλίδη, βρίσκονται σε απόλυτη ταύτιση με τις δηλώσεις που παραχώρησε στον γράφοντα ο Γιαννάκης Ομήρου, τότε Υπουργός Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας και μέλος της κυβέρνησης Κληρίδη, το 2010, σε συνέντευξη που ευγενώς μου παρεχώρησε, στα πλαίσια εκπόνησης της μεταπτυχιακής διπλωματικής μου στο Πανεπιστήμιο του Bristol με θέμα τη στρατηγική ανάλυση της απόφασης της κυπριακής κυβέρνησης για εισαγωγή του συστήματος S300. Συγκεκριμένα, ο κύριος Ομήρου ξεκαθάρισε ότι ο Γλαύκος Κληρίδης δεν έφερε καμμία ευθύνη για τη ματαίωση έλευσης του εν λόγω συστήματος κι ότι ο Πρωθυπουργός Σημίτης είχε ξεκαθαρίσει στον Πρόεδρο Κληρίδη ότι η Ελλάδα δεν επρόκειτο να καλύψει στρατιωτικά την Κυπριακή Δημοκρατία, σε περίπτωση που η τελευταία ενέμενε στην αρχική της απόφαση, προς έλευση του συστήματος. Επιπρόσθετα, υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες που μεταφέρουν ότι ο Πρωθυπουργός Σημίτης αρνήθηκε την εκχώρηση του δικαιώματος για χρήση μέρους του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου από την Ρωσία, για διέλευση του μεταφορικού αεροσκάφους Antonov An-225, το οποίο θα μετέφερε κομμάτια του συστήματος.

Λόγω της ματαίωσης της απόφασης για εισαγωγή των S300, ο κύριος Ομήρου, παρά το γεγονός ότι αναγνώριζε τις ειλικρινείς προθέσεις του Προέδρου Κληρίδη και ότι η ευθύνη βάρυνε την Αθήνα, υπέβαλε την παραίτησή του, για λόγους αρχής, δεδομένου του ότι είχε δηλώσει, άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του, ότι αναλαμβάνει το Υπουργείο Άμυνας για να εκτελέσει την απόφαση για εισαγωγή του συστήματος S300. Οι δηλώσεις Κασουλίδη και Ομήρου, αλλά και αρκετών άλλων πρωταγωνιστών της συγκεκριμένης υπόθεσης, μας οδηγούν στην εξαγωγή των εξής συμπερασμάτων:

- Η κυβέρνηση Σημίτη δεν ήταν διατεθειμένη να καλύψει στρατιωτικά την Κύπρο, σε περίπτωση στρατιωτικής αντίδρασης της Τουρκίας, καθώς και επέδειξε απροθυμία να βοηθήσει, έστω και έμμεσα, τη σχετική απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας, για έλευση του συστήματος. Η ανακολουθία της κυβέρνησης Σημίτη και η μεταβολή από την αρχική της θέση, επήλθε κατόπιν πίεσης του διεθνούς παράγοντα, ειδικά των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

– Οι προθέσεις της κυβέρνησης Κληρίδη για υποστήριξη και εκτέλεση της αρχικής απόφασης για εισαγωγή των S300, υπήρξαν απόλυτα ειλικρινείς, με την τελική ευθύνη μη εκτέλεσης να βαραίνει μονομερώς τον ίδιο τον Γλαύκο Κληρίδη.

Διδαχθέντα μαθήματα από το Τ/ΓΕΕΘΑ

Δύο χρόνια μετά το τέλος της κρίσης των S300, το 1999, μέσω μελέτης που προετοιμάστηκε από ερευνητικό φορέα, θεσμικά εξαρτημένο από το τουρκικό ΓΕΕΘΑ, το Υπουργείο Άμυνας της Τουρκίας κατέγραψε το ιστορικό της κρίσης των S300 στην Κύπρο, καταγράφοντας με απίστευτη λεπτομέρεια, το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό στην Κύπρο από το 1993, την πολιτική προσδοκία για οπισθοχώρηση, τις συνθήκες που προετοίμασαν την πυραυλική κρίση, τις ψυχολογικές επιχειρήσεις προς ματαίωση αρχικής απόφασης, τον φόβο αύξησης του αντιπάλου, ανάμεσα στα άλλα. Η συγκεκριμένη μελέτη, περιήλθε στην κατοχή του γράφοντα το 2010 και έχει χρησιμοποιηθεί από τον ίδιο, στα πλαίσια εκπόνησης της μεταπτυχιακής του διπλωματικής. Η εν λόγω μελέτη δεν αποτελεί open-source intelligence και για τη χρησιμοποίηση περιεχομένων της, έχουμε λάβει ειδική άδεια. Να αναφερθεί ότι τα συμπεράσματα της συγκεκριμένης μελέτης έχουν δημοσιοποιηθεί εδώ και στα πλαίσια ανάλυσής μας για την πολιτική κλιμακούμενης έντασης εκ μέρους της Τουρκίας, εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Να αναφερθεί ότι τα κατωτέρω συμπεράσματα αποτελούν πόνημα της τουρκικής κυβέρνησης μόνο και αντικατοπτρίζουν την τουρκική αντίληψη της κρίσης των S300. Οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο μέρος να έχει δημιουργήσει άλλη αντίληψη για την κρίση. Είναι επιστημολογικά αβάσιμο να ισχυριστεί κάποιος ότι η εν λόγω μελέτη αποτελεί καθρέφτη της πραγματικότητας, η οποία ενδεχομένως να είναι πολύ πιο πολύπλοκη. Εξάλλου, θεωρούμε ότι η μελέτη αποκλειστικά και μόνο, πληροφοριών από ανοικτές πηγές, δεν προσδίδει εγκυρότητα στην ανάλυση των διακρατικών σχέσεων. Απεναντίας, θεωρούμε ότι η μελέτη εμπιστευτικών εγγράφων και η πρόσβαση σε πληφορορίες που δεν συνιστούν open-source intelligence, συνθέτουν μια πιο ολοκληρωμένη και πιο έγκυρη εικόνα για τη συμπεριφορά των κρατικών οντοτήτων σε όλα τα επίπεδα.

Πριν παραθέσουμε τα συμπεράσματα, αξίζει να αναφερθούμε σε ορισμένες επισημάνσεις, σχετικές, άμεσα και έμμεσα, με την κρίση των S300:

– Η Ρωσία αντιμετώπισε με συγκατάβαση, την επιθυμία της Κυπριακής Δημοκρατίας να χρησιμοποιήσει τους S300 σαν χαρτί στις συνομιλίες για την επίλυση του Κυπριακού. Αλλά η επίμονη στάση της για πληρωμή των πυραύλων, ακόμη και σε περίπτωση της μη παράδοσης και εγκατάστασης στο νησί, δείχνει τη σημασία των εμπορικών ανησυχιών που υπάρχουν πίσω από την κίνηση αυτή. Η Ρωσία χρησιμοποιούσε και ακόμα χρησιμοποιεί, την υποκίνηση, πώληση και ενίσχυση πυραυλικών συστημάτων, προς εξαργύρωση επιρροής, κυρίως πολιτικής, όχι μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και την Υπερκαυκασία και τη Μέση Ανατολή, ανάμεσα στις άλλες περιοχές.

- Η κρίση των S300 έφερε αντιμέτωπες τη Ρωσία και την Τουρκία, σε δύο βασικά θέματα. Το ένα, είναι ότι η Ρωσία βρισκόταν στη θέση της χώρας που πουλάει τα όπλα στην Κυπριακή Δημοκρατία. Το δεύτερο θέμα, είναι μέσω ποιου δρομολογίου θα έφθαναν στην Κύπρο οι πύραυλοι. Η κρίση ανέδειξε μια νέα διάσταση του θέματος του καθεστώτος διέλευσης των πλοίων από τα Στενά του Βοσπόρου και της ανεπάρκειας της συμφωνίας του Montreux, θέμα που είχε καταστεί επίκαιρο όταν προέκυψε το ζήτημα της μεταφοράς στις διεθνείς αγορές των πετρελαίων της Κεντρικής Ασίας.

- Η Τουρκία, μετά την πληροφορία ότι οι S300 θα παραδοθούν στην Κύπρο μέσω των Στενών, συμπεριέλαβε τη Συνθήκη του Montreux στο πλαίσιο μέτρων αποτροπής και εκφοβισμού της Ρωσίας που συνέταξε το Υπουργείο Εξωτερικών και το τουρκικό ΓΕΕΘΑ. Έτσι η Τουρκία άρχισε τη στενή παρακολούθηση των ύποπτων πλοίων που περνούσαν από τα Στενά. Η Άγκυρα με ανακοινώσεις υποστήριζε, ότι ο λόγος επανεξέτασης από πλευράς της της Συνθήκης του Montreux, οφείλεται στη μεταφορά, μέσω των στενών, των αρμάτων Τ80 και των τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού, που είχε πωλήσει η Ρωσία στην Κυπριακή Δημοκρατία, τον προηγούμενο χρόνο.

Η κρίση των S300 αποδεικνύει την πολυπλοκότητα στις σχέσεις Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας, τη βαρύτητα της έξωθεν παρέμβασης, την επίδραση που έχουν οι ψυχολογικές επιχειρήσεις και η πολιτική κλιμακούμενης έντασης, προς επίτευξη στρατηγικών στόχων, ανάμεσα στα άλλα. Κυρίως όμως, στόχος της παράθεσης των συμπερασμάτων της μελέτης, είναι όπως αποτελέσουν μαθήματα προς διδαχή για την ελληνική πλευρά, στα πλαίσια διαχείρισης κρίσεων και της αντιμετώπισης του τουρκικού αναθεωρητισμού, ειδικά σε Θράκη, Αιγαίο και Κύπρο. Στο μέρος λοιπόν, όπου παρατίθενται τα συμπεράσματα του τουρκικού ΓΕΕΘΑ, για την κρίση των S300 στην Κύπρο, η μελέτη αναφέρει, μεταξύ άλλων ότι:

[…]‘Σε τελική ανάλυση, δεν θα μπορούσαμε να αποτρέψουμε έλευση του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος, σε περίπτωση που οι Ε/κ ενέμεναν στην αρχική τους απόφαση για εισαγωγή’ και

‘Το διεθνές περιβάλλον, είναι ευνοϊκό μεν, (λόγω πιέσεων που ασκούντο στην Κυπριακή Δημοκρατία εκ μέρους των ΗΠΑ, ΕΕ κ.ά) πλην όμως η ευθεία ανάμειξη και οι ειλικρινείς προθέσεις της Ρωσίας, καθιστούν πρακτικά αδύνατη την ευθεία ανάμειξή μας, προς αποτροπή υλοποίησης σχετικής απόφασης’.

Τα πιο πάνω συμπεράσματα είναι εξαιρετικά ωφέλιμα για την ελληνική πλευρά και πρέπει να αποτελέσουν μαθήματα προς διδαχή. Ειδικότερα, τονίζεται η σημασία της επιμονής, συνέπειας και συνέχειας, σε ότι αφορά στη διακηρυγμένη στοχοθεσία της κυπριακής πλευράς. Είναι κρίσιμης σημασίας να υπάρχει ειλικρίνεια στις προθέσεις για υλοποίηση αποφάσεων που ενδεχομένως πρόκειται να προκαλέσουν κόστος στη Δημοκρατία, σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, αλλά που πρόκειται επίσης, να δημιουργήσουν θετικές προοπτικές προς βελτίωση της θέσης και ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Προς αυτή την κατεύθυνση, να σημειωθεί ότι θα μπορούσε να καταγραφεί ως μάθημα προς διδαχή, η υπερβολική εξωτερίκευση των προθέσεων της κυπριακής κυβέρνησης προς εισαγωγή των S300, προφανώς για ικανοποίηση και του λαϊκού αισθήματος του κυπριακού Ελληνισμού. Ιδανική τακτική σε τέτοιες περιπτώσεις είναι η αποφυγή εξωτερίκευσης προθέσεων, όπως έχει γίνει και στο παρελθόν, όχι πολύ πριν την κρίση των S300, με μεγάλη μάλιστα επιτυχία. Φυσικά, η στείρα επιμονή σε όποια απόφαση, στερείται ουσίας, εφόσον δεν υπάρχει εξωτερικός παράγοντας, ο οποίος θα είναι σε θέση να καλύψει επαρκώς (πολιτικά, οικονομικά, στρατιωτικά, ή άλλως πως) την οντότητα που έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για υλοποίηση εξοπλιστικού προγράμματος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι ασφαλές να ισχυριστεί κάποιος ότι η Ρωσία υπήρξε ειλικρινής στις προθέσεις της να καλύψει την Κυπριακή Δημοκρατία, σε περίπτωση που η τελευταία ενέμενε στην αρχική της απόφαση για εισαγωγή. Φυσικά, οι προθέσεις της Ρωσίας, ναι μεν υπήρξαν ειλικρινείς, αλλά βασίζονταν σε δύο κύριους άξονες: στα οικονομικά/εμπορικά οφέλη και κυρίως, στην αύξηση της επιρροής της στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και ειδικά στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Συμπερασματικά, η εμπλοκή και διατήρηση ειλικρινών προθέσεων του ξένου παράγοντα, επί τη βάσει αμοιβαίων συμφερόντων, είναι κρίσιμης σημασίας για την αύξηση της ισχύος, στρατιωτικής, γεωπολιτικής, οικονομικής και άλλως πως, της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι σημαντικές αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με γνώμονα τα πραγματικά δεδομένα επί του εδάφους, τη σωστή ανάγνωση και έγκαιρη πρόβλεψη του τουρκικού αναθεωρητισμού και όχι ευσεβοποθισμών. Η επιβίωση σε ένα ολοένα και πιο απαιτητικό περιβάλλον ασφάλειας, με την αύξηση των προκλήσεων και την αδιάκοπη εκδήλωση του τουρκικού αναθεωρητισμού, είναι υπόθεση εξαιρετικά περίπλοκη και προϋποθέτει την αγαστή σύμπνοια και συναπόφαση Αθηνών-Λευκωσίας σε σειρά κρίσιμων ζητημάτων και την αναβάθμιση των σχέσεων με Κάιρο και Τελ Αβίβ, σε επίπεδο στρατηγικό.

Νικόλας Στυλιανού – nstylianou.com
e-Amyna
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
FolderIcons (iOS 8): Cydia tweak new free
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
FolderIcons (iOS 8): Cydia tweak new free
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ