2020-07-21 22:04:10
Φωτογραφία για Οταν ο ΣΥΡΙΖΑ «σταύρωνε» τον Παπασταύρου
Πώς αποτιμώνται τα δύο διατυπωμένα «δυστυχώς» του εισαγγελέα στο απαλλακτικό πόρισμά του για τους Σάμπυ Μιωνή και Σταύρο Παπασταύρου το οποίο μόλις εκδόθηκε; Πώς αποκαθίσταται η τιμή ενός αθώου ανθρώπου μετά από μια πενταετία βάναυσης στοχοποίησης; Πώς επανορθώνονται οι τόνοι συκοφαντικής λάσπης και η καθημερινή δόλια δαιμονοποίησή του από υστερόβουλα πρωτοσέλιδα και ασύδοτες πολιτικές βολές; Ποιος, τέλος, θα του ζητήσει συγγνώμη για όσες δοκιμασίες υπέφερε από τις πλεκτάνες διεφθαρμένων παραδικαστικών και παρακρατικών κυκλωμάτων;

Στα 53 του χρόνια ο νομικός Σταύρος Παπασταύρου, παρά τις ταλαιπωρίες που έχει βιώσει, διαθέτει τη νηφάλια λεπτότητα να απαντά σε αυτά τα ερωτήματα χωρίς επιτηδευμένες μεγαλοστομίες. Σαφώς είναι αποτυπωμένη στο πρόσωπό του η πικρία της μαρτυρικής δοκιμασίας που πέρασε, αλλά με τη μεγαλύτερη δυνατή φυσικότητα ξεδιπλώνει τα πράγματα όπως στ’ αλήθεια είναι
. Ως ρεαλιστής γνωρίζει ότι δεν υπάρχει τίποτε το χαριτωμένο στην «τέχνη» των ωμών εκβιασμών που κατ’ εξακολούθηση δέχτηκε. Εκβιασμοί που ήραν κάθε παραδοσιακό ηθικό φραγμό και πολιτικό ήθος. Τι πιο ενδεικτικό από το: «Να βγει να μιλήσει ο Παπασταύρου για τη Μαρέβα Μητσοτάκη», όπως ζητούσε μετ’ επιτάσεως ο Νίκος Παππάς από τον επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή στη συνάντηση που είχαν στην Κύπρο τον Μάιο του 2016. Ολα αυτά ενόσω ο δικηγόρος ανεβαίνοντας βασανιστικά τον προσωπικό του Γολγοθά διασυρόταν μικρόψυχα και διωκόταν καθημερινά ως απατεώνας και λαμόγιο. Οταν την ίδια εποχή τού είχαν επιβάλει ένα κολοσσιαίο πρόστιμο 3,3 εκατ. ευρώ, του είχαν δεσμεύσει τους λογαριασμούς, τον είχαν αποκλείσει από τη δουλειά του.

Και ακόμη, τον είχαν συκοφαντήσει τόσο ώστε να μετρά παράπλευρες απώλειες και μέσα στο σπίτι του, καθώς απέλυσαν τη σύζυγό του από τη δουλειά της, ενώ το παιδί του δεχόταν μπούλινγκ στο σχολείο του. Είχε γίνει στόχος επαγγελματικού και κοινωνικού εξοστρακισμού από την εκδήλωση μιας «φάμπρικας» απύθμενης παλιανθρωπιάς. Εκείνα τα δυσοίωνα φεγγάρια το όνομά του είχε φετιχοποιηθεί και σταμπαριστεί σε ένα κουρελιασμένο φλάμπουρο που ανέμιζε δήθεν κατά της διαφθοράς. Και αυτός καλούνταν να υπερασπιστεί την προσωπική και επαγγελματική του διαδρομή αποτινάσσοντας τη ρετσινιά από το όνομά του. Να δώσει κουράγιο και δύναμη στους συγγενείς και τους φίλους του. Να κρατήσει ακέραιη την αλήθεια και να μην ταπεινωθεί μετά από αλλεπάλληλους ελέγχους του ΚΕΦΟΜΕΠ του ΣΔΟΕ, της Εισαγγελίας Διαφθοράς, της Αρχής ξεπλύματος μαύρου χρήματος κ.λπ. κ.λπ. Να μη λυγίσει στις τέσσερις προκαταρκτικές ποινικές εξετάσεις που υπέστη, ανεξάρτητα από το αν αργότερα όλες μπήκαν στο αρχείο.

Με τον Αντώνη Σαμαρά την ώρα της προσέλευσης σε Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε.

Το «εύκολο θύμα»

Το «αμάρτημά» του ήταν ότι άφησε μια επιτυχημένη επαγγελματική καριέρα στον ιδιωτικό τομέα για να προσφέρει επί δυόμισι χρόνια ανιδιοτελώς όσες δεξιότητες είχε στην πατρίδα σε μια δύσκολη περίοδο. Επιπλέον, ήταν Νεοδημοκράτης, διπλωματικός σύμβουλος και συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και είχε διατελέσει δικηγόρος στην εταιρεία της Μαρέβας Μητσοτάκη. Επί της ουσίας, όμως, οι διώκτες του τον ήθελαν το «εύκολο θύμα» για να τον θέσουν υπό ομηρία. Υπήρξε το πρώτο και πιο επώνυμο θύμα που σύρθηκε στη λάσπη τους υπό το ανυπόφορο αυταρχικό δόγμα κατάλυσης κάθε τεκμηρίου αθωότητας, σε στυλ «άσκησέ του δίωξη και άσ’ τον να πάει παρακάτω. Βάλ’ του ένα πρόστιμο και άσ’ τον να τρέχει στα δικαστήρια να αποδείξει ότι είναι αθώος»! Αλλος ζώντας μια τέτοια καφκική εμπειρία θα τα είχε παίξει παλεύοντας να αποδείξει ότι δεν είναι δακτυλοδεικτούμενος ελέφαντας σε ένα εφιαλτικό τσίρκο δόλιων συνωμοσιών εις βάρος του. Ο ίδιος αγωνίστηκε, αντιστάθηκε και άντεξε σε ένα μεθοδευμένο κλίμα στοχοποιημένης δυσφήμησής του, το οποίο καταπατούσε τη νομιμότητα, δηλητηρίαζε τις θεσμικές διαδικασίες και περιφρονούσε τα δικαιώματα του πολίτη. «Αν δεν είχα την οικογένειά μου, τους δικηγόρους μου, τον φίλο μου Σάμπυ και την πίστη μου στον Θεό δεν θα άντεχα όλα όσα τράβηξα», λέει απλά σήμερα. Συμπληρώνοντας με λεβέντικη μεγαθυμία: «Αυτά που πέρασα δεν θέλω να συμβούν ξανά σε κανέναν».

Οι διώκτες του θεωρούσαν ότι ένας άνθρωπος πολιτισμένος, καλλιεργημένος και ευγενικός όπως ο ίδιος θα αποτελούσε εύκολο στόχο. Με την αγαρμποσύνη, τις αυταπάτες και την αλαζονεία τους πίστευαν ότι ένας αριστούχος του Κολλεγίου, αριστούχος επίσης της Νομικής Σχολής Αθήνας, στην οποία εκφώνησε τον πτυχιακό όρκο, μεταπτυχιακός απόφοιτος με τη μεγαλύτερη διάκριση από το Χάρβαρντ θα ήταν ευάλωτος μέσα στη μαλθακότητα της αριστείας του. Ιδανικό θύμα για να τον πιέσουν αφόρητα, να τον σπιλώσουν και να ξεμπροστιάσουν στο πρόσωπό του την προηγούμενη -όλα σε αυτή τα φόρτωναν- διεφθαρμένη διαχείριση της χώρας. Λάθεψαν. Πρώτον, γιατί επέλεξαν να στήσουν στον τοίχο με σκευωρίες έναν αθώο άνθρωπο, όπως περίτρανα αποδείχθηκε. Δεύτερον, γιατί δεν υπολόγισαν τις αξίες και το τσαγανό του που προέρχονταν από οικογενειακά βιώματα. Η οικογένεια, από τη μεριά της μητέρας του, το γένος Σταυρίδη, ήταν πρόσφυγες από την Πάρλα Πισιδίας της Μικράς Ασίας. Εγκαταστάθηκε στο Δραβήσκο Σερρών το 1921 και ξεκίνησε από την αρχή μια νέα ζωή. Δεν έμελλε όμως να στεριώσει εκεί, αφού το 1941 αναγκάστηκε να βιώσει νέο ξεριζωμό, υπό την απειλητική παρουσία των Βούλγαρων κομιτατζήδων στην περιοχή. Εφτασε με τα πόδια στην Αθήνα συνοδεύοντας ένα κάρο που κουβαλούσε τα λιγοστά υπάρχοντα και τα τέσσερα παιδιά της, για να καταλήξει να ζήσει σε μια πρόχειρη καλύβα στο ρέμα του Παλαιού Φαλήρου. Από τις μνήμες της μητέρας του, της οποίας η οικογένεια γνώρισε δύο ολοκληρωτικές καταστροφές, μετεγκαταστάσεις και επανεκκινήσεις, ο Παπασταύρου άντλησε ιδιοσυγκρασιακά την εργατικότητα, το σθένος και τη δύναμη της επιβίωσης.

Μαθήματα ζωής

Όταν μετά τ ους φορολογικούς ελέγχους του που διήρκεσαν 10 μήνες, από τον Σεπτέμβριο του 2014 έως τον Ιούλιο του 2015, το υπέρογκο πρόστιμο, τη δέσμευση λογαριασμών και την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του ο Παπασταύρου βρέθηκε μετέωρος πάνω από το χάος της αβύσσου, πήρε κουράγιο από τη δοκιμασμένη στις κακουχίες μάνα του. «Αφού τα χάσαμε ξανά όλα, θα ξεκινήσουμε πάλι από την αρχή», του είπε αισιόδοξα, χωρίς να λιγοψυχήσει. Από την πλευρά του πατέρα του, μεγαλωμένου στην Πελοπόννησο -Θουρία, Κυπαρισσία, Λογγά Μεσσηνίας- όπου η οικογένειά του έκανε εμπόριο σταφίδας, κληρονόμησε την περηφάνια, την αξιοπρέπεια και την υπομονή του χαρακτήρα του. Φυσικομαθηματικός, στέλεχος του ΟΤΕ, ο πατέρας του Νίκος Παπασταύρου βρέθηκε αιφνιδίως το 1981 με τον ερχομό της κυβέρνησης της Αλλαγής στο ψυγείο επειδή στο κλίμα διακρίσεων της εποχής ανήκε ιδεολογικά στο αντίπαλο κόμμα της Ν.Δ. Πέρασε, έκτοτε, 10 χρόνια στάσιμης δημοσιοϋπαλληλικής ζωής, σχεδόν απομονωμένος, δίχως εργασιακό αντικείμενο, αλλά και χωρίς να διαμαρτυρηθεί, να παραπονεθεί και να δημοσιοποιήσει στην οικογένειά του τη δικαιολογημένη κακοκεφιά του. Ωστόσο δεν αποθαρρύνθηκε, τήρησε με καρτερικότητα την ακεραιότητα και αλώβητες τις ιδέες του αναμένοντας καλύτερες ημέρες επαγγελματικής αξιοποίησης με αυξημένα καθήκοντα. Από το περιβάλλον του σπιτιού του ο Σταύρος Παπασταύρου πήρε μαθήματα ζωής που έγιναν οδηγός της συμπεριφοράς του στις καλές, στις ζόρικες και τις στραβές στιγμές τού μέχρι σήμερα βίου του.

Το όνομα του Σταύρου Παπασταύρου πριν από το 2012 δεν ήταν ευρύτερα γνωστό στον δημόσιο χώρο. Τη δεκαετία του 1990 είχε διατελέσει γενικός γραμματέας Διεθνών Σχέσεων και Ε.Ε. της ΟΝΝΕΔ και εκλεγμένο μέλος της Κ.Ε. της Νεολαίας, ενώ ήταν και πρόεδρος (1997-2001) της φοιτητικής Νεολαίας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Στο μεσοδιάστημα είχε εργαστεί στις ΗΠΑ και υπήρξε διαφανώς εκπρόσωπος μεγάλων πιστωτικών οργανισμών. Εργατικός, ένας άνθρωπος που ξυπνάει καθημερινά στις 6 το πρωί, δραστήριος, με πλούσιες εργασιακές εμπειρίες, καλές διεθνείς γνωριμίες και σχέσεις, ορίστηκε την πρώτη περίοδο της προεδρίας του Αντώνη Σαμαρά στη Ν.Δ. γραμματέας Διεθνών Σχέσεων. Σε αντίστοιχη θέση, σε πιο χαλαρή μορφή, είχε αξιοποιηθεί και από τον Κώστα Καραμανλή, όταν ήταν πρόεδρος του κόμματος και πρωθυπουργός την περίοδο 2004-2009. Τότε είχε συμπεριληφθεί στο ευρωψηφοδέλτιο της Ν.Δ. Παρ’ όλα αυτά δεν ήταν από τα στελέχη που ανήκαν στις διάφορες εσωκομματικές ομάδες της Κεντροδεξιάς και δεν είχε ενταχθεί ποτέ στην αποκαλούμενη «προεδρική ομάδα της Ραφήνας».

Στο «war room» του Μαξίμου

Τον Ιούνιο του 2012 ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς ήθελε να τον τοποθετήσει στην ομάδα παρακολούθησης του κυβερνητικού έργου. Στην αρχή αρνήθηκε, αλλά από τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, όταν τα πράγματα ζόριζαν ασφυκτικά και η χώρα κινδύνευε να εκτραπεί στον παράδρομο του Grexit, μπήκε με φούρια και όρεξη στη μάχη των διαπραγματεύσεων με την τρόικα. Εγραψε αμέτρητα χιλιόμετρα στο ατομικό του κοντέρ συμμετέχοντας σε άτυπες συσκέψεις στα εκάστοτε εμπλεκόμενα υπουργεία με τους τροϊκανούς. Παράλληλα, χωρίς καυχησιές, είχε πλήρη εικόνα στο «war room» του Μαξίμου για όλες τις εκκρεμότητες με τα προαπαιτούμενα που απέρρεαν από το μνημόνιο. Ως διπλωματικός σύμβουλος του πρωθυπουργού έβαλε πλάτη στις απαιτητικά κρίσιμες συζητήσεις με τους πιστωτές και ανέλαβε με επιτυχία όσες ειδικές αποστολές τού ανατέθηκαν. Και ξαφνικά, κατά τη διάρκεια της θητείας του το όνομά του ενεπλάκη στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ. Το όνομά του αυτομάτως στοχοποιήθηκε από την τότε αξιωματική αντιπολίτευση και με τις καθημερινές επιτιμητικές αναφορές του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό έγινε περίπου τόσο γνωστό όσο και η ατάκα «Παπασταύρου... του Θεμιστοκλέους βεβαίως, βεβαίως» από την ταινία «Το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο». Ο ίδιος έκανε λόγο για πόλεμο λάσπης από τον ΣΥΡΙΖΑ, έδωσε εξηγήσεις που έγιναν αποδεκτές από τον Σαμαρά και συνέχισε τη δραστηριότητά του από τη θέση που κατείχε. Στον επόμενο τόνο, ωστόσο, θα ξεκινούσε για τον ίδιο μια οδυνηρά περιπετειώδης οδύσσεια με αντιαισθητική βροχή άτακτων ρητορικών ρίψεων λυμάτων, κεραμιδιών και κοτρονών.

Στην πραγματικότητα, η εμπλοκή του στη λίστα σχετιζόταν με λογαριασμό 5,4 εκατ. δολαρίων του πελάτη του Σάμπυ Μιωνή, στην εταιρεία του οποίου πρόσφερε νομικές υπηρεσίες. Το όνομα του Παπασταύρου αναφέρεται σε αυτή τουλάχιστον σε 10 σημεία ως πληρεξούσιος. Υποβλήθηκε σε αλλεπάλληλους φορολογικούς ελέγχους επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ήταν αναμενόμενο η υπόθεση με έγγραφο-πόρισμα των Αρχών να μπει στο αρχείο. Δεδομένου ότι δεν συμμετείχε στο μετοχολόγιο και τις ροές των χρημάτων από τον δικαιούχο Μιωνή προς τον εαυτό του. Αρκούσε, πάντως, για την απαλλαγή του από κάθε υποψία η αναφορά του ως πληρεξούσιου. Ακριβώς σε αυτό το σημείο άρχισαν οι ροκαμβολικές δολιότητες. Εφόσον η ίδια η πραγματικότητα διέψευδε τη στοχοποίησή του, τόσο το χειρότερο γι’ αυτήν. Οπότε άλλαξαν την πραγματικότητα διαστρέφοντάς την. Με παράτυπο τρόπο έδωσαν τον φάκελο σε άλλο κλιμάκιο των φορολογικών αρχών, ενώ ο άνθρωπος που μεσολάβησε για τη μεταφορά πήρε προαγωγή μέσα σε μία εβδομάδα και αποσπάστηκε στο γραφείο του πρώην αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη. Τυχαίο; Η μεθόδευση απέβλεπε να τον «ξεβαφτίσουν» από πληρεξούσιο και να τον μετονομάσουν ετσιθελικά σε δικαιούχο. Το, κατά Παππά, «μαγαζί» της «Πρώτη φορά Αριστεράς» δρομολογούσε, σύμφωνα με τον Παπασταύρου, κατασκευασμένα στοιχεία. Με εργαλεία που περισσότερο από ταξική μεροληψία ανέδυαν αποφορά μνησικακίας.

Διασύρθηκε και διώχθηκε ως απατεώνας και λαμόγιο. Του επέβαλαν ένα κολοσσιαίο πρόστιμο 3,3 εκατ. ευρώ, του δέσμευσαν τους λογαριασμούς, τον απέκλεισαν από τη δουλειά του. Τον συκοφάντησαν τόσο που η γυναίκα του έχασε τη δουλειά της, ενώ το παιδί του δεχόταν μπούλινγκ στο σχολείο του. Το «αμάρτημά» του ήταν ότι ήταν Νεοδημοκράτης, διπλωματικός σύμβουλος και συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και είχε διατελέσει δικηγόρος στην εταιρεία της Μαρέβας Μητσοτάκη

Τα μαγειρέματα

Στις 11 Σεπτεμβρίου του 2015, εννέα ημέρες πριν από τις δεύτερες εθνικές εκλογές της ίδιας χρονιάς που διενεργούσε η υπηρεσιακή κυβέρνηση της Βασιλικής Θάνου με υπουργό Δικαιοσύνης τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, ένα κλιμάκιο εισαγγελέων ταξίδευε στο Παρίσι. Αποστολή του να πάρει κατάθεση από τον Ερβέ Φαλτσιανί, πρώην στελέχους της τράπεζας HSBC που υπέκλεψε τα στοιχεία της λίστας Λαγκάρντ. Το ταξίδι στην Πόλη του Φωτός έγινε χωρίς την απαραίτητη έγκριση ή έστω ενημέρωση της τότε εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη, κάτι που εξαρχής καθιστούσε άκυρη την όποια κατάθεση. Ψιλά γράμματα για τον επονομαζόμενο «Ρασπούτιν». Παρότι ο εισαγγελέας Ηλίας Ζαγοραίος δήλωνε ότι δεν πήγαινε καθότι ο Φαλτσιανί είχε κριθεί υπόδικος, η φερόμενη ως «κομάντο» του Παπαγγελόπουλου Ελένη Τουλουπάκη, μαζί με τον Χρήστο Ντζούρα και τον Γιώργο Καλούδη παρέλαβαν ένα στικάκι από τον Φαλτσιανί. Σε αυτό εμφανιζόταν ο Παπασταύρου από πληρεξούσιος σε δικαιούχο με την ίδια άνεση που θα μπορούσε να τον κατονομάζει ως έμπορο ναρκωτικών ή ως κατά συρροή δολοφόνο. Η υπόθεση μύριζε μαγείρεμα σε προκάτ κοχλάζουσα κατσαρόλα. Εξυπηρετούσε, όμως, τον προεκλογικό ντόρο χειραγώγησης που δρομολογούσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Φτιάχτηκε άρον άρον προεκλογικό σποτ στο οποίο ο Τσίπρας υποσχόταν με αγέρωχες πομφόλυγες να ελέγξει «έναν-έναν τους 2.062 Παπασταύρου της λίστας Λαγκάρντ».

Η αλήθεια είναι ότι το συγκεκριμένο στικάκι δεν έλυνε τα χέρια των διωκτών του Παπασταύρου. Ήταν παράνομο καθώς δεν παρελήφθη επισήμως από τις γαλλικές αρχές. Χώρια που ακύρωνε την εγκυρότητα της λίστας Λαγκάρντ, αφού με την αλλαγή του ονόματος του Παπασταύρου από πληρεξούσιο σε δικαιούχο άδειαζε τα έγγραφα του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών τα οποία αυτό έστειλε στην Ελλάδα. Σημειωτέον, τους επισήμως αρμόδιους δεν τους κάλεσαν τότε στην ελληνική πρεσβεία όπου οι Ελληνες εισαγγελείς πήραν την κατάθεση, αφήνοντας το όποιο πάρε δώσε μεταξύ Φαλτσιανί και Τουλουπάκη χωρίς την παρουσία οποιασδήποτε θεσμικής εξασφάλισης. Παρ’ όλα αυτά, τον Δεκέμβριο του 2015 νομιμοποιήθηκε το παράνομο στικάκι με τροπολογία Παπαγγελόπουλου, σύμφωνα με την οποία η πρόσβαση σε παρανόμως ληφθέν υλικό επέτρεπε τη χρησιμοποίηση σε παραπομπή και δίκη. Γινόταν φανερό ότι η διάταξη αποσκοπούσε στην ενοχοποίηση των πολιτικών αντιπάλων της τότε κυβέρνησης. Η ειρωνεία της ζωής και της ιστορίας είναι ότι ο συγκεκριμένος νόμος έγινε μπούμερανγκ στους εμπνευστές του καθώς ο Παπαγγελόπουλος οδεύει προς το Ειδικό Δικαστήριο με τα μαγνητοφωνημένα αποκαλυπτικά ντοκουμέντα.

Από εκεί και ύστερα, το θρίλερ για τον Παπασταύρου πήρε τερατώδεις διαστάσεις. Τον «σταύρωσαν» τον άνθρωπο με καρφιά καιροσκοπισμού και σκοπιμοτήτων. Τον Ιανουάριο του 2016 του επέβαλαν πρόστιμο-μαμούθ, ενώ προτίθεντο να τον προφυλακίσουν. Προτού προλάβει να στεγνώσει το μελάνι της επιβολής προστίμου, ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το διατράνωνε δημοσίως από το Μαξίμου μετά από συνάντησή του με τον υπουργό Οικονομικών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς. Ο Παπασταύρου, εν τω μεταξύ, βρισκόταν σε απελπιστική κατάσταση. Παρακινήθηκε από θέρμη, ορμή, ζήλο να αντισταθεί, αλλά δεν είχε τόσα χρήματα να καταβάλει, τα εισοδήματά του από τη δικηγορία μετά από τόσες συκοφαντικές δυσφημήσεις είχαν αγγίξει το ναδίρ -στην πραγματικότητα, είχε γίνει αποκλειστικός δικηγόρος του εαυτού του-, ενώ αμφιταλαντευόταν από ενδοιασμούς αν θα δικαιωθεί μετά από τέτοια αμοραλιστικά στησίματα.

Ωστόσο, ο πραγματικά μοναδικός δικαιούχος του λογαριασμού και κάτοχος των μετοχών της εταιρείας που εμφανιζόταν στη λίστα Λαγκάρντ, παιδικός φίλος και συνεργάτης του Σάμπυ Μιωνής δεν είχε καμία αμφιβολία για την προσεχή δικαίωσή του. «Θα πάμε σε διεθνή και ευρωπαϊκά δικαστήρια μέχρι τέλους», του διαμήνυε. Και προσφέρθηκε να του δανείσει το ποσό του προστίμου, όπως και αναγκαστικά έγινε. Η δικαίωση ήρθε τελικά, με τις διεφθαρμένες και παρακρατικές δημόσιες υπηρεσίες να αναγκάζονται να επιστρέψουν τα χρήματα του προστίμου στον Παπασταύρου. Προφανώς, δίχως στάλα συγγνώμης. Ωστόσο, σε εκείνη την επείγουσα φάση η καταβολή του προστίμου νερούλιαζε τη μασίφ σούπα των εμπαθών διωκτών τους. Οπότε αυτοί με φαυλότητα άλλαξαν κακοήθη πίστα. Μεθόδευσαν ποινική δίωξη για κακούργημα που προβλέπει σε περίπτωση ενοχής την ισόβια κάθειρξη. Νέο σασπένς υπό εξέλιξη.

Επτά ημέρες μετά τη συνάντηση Παπαγγελόπουλου - Μιωνή, παρουσία του Παππά στο Μαξίμου, στις 17 Μαρτίου 2016, η Τουλουπάκη ξαναπήγε στο Παρίσι για νέα κατάθεση του Φαλτσιανί αποκλειστικά για τους δύο διωκόμενους και εκβιαζόμενους. Εν τω μεταξύ, Παπασταύρου και Μιωνής έχουν επικαλεστεί έγγραφο που συντάχτηκε στην Κύπρο και αποδεικνύει ότι η εταιρεία ανήκει στον Ελληνοϊσραηλινό επιχειρηματία. Το Κυπριακό υπουργείο Δικαιοσύνης έστειλε στην Εισαγγελία Εφετών Αθήνας απάντηση στο αίτημα δικαστικής συνδρομής επιβεβαιώνοντας την αυθεντικότητα του εγγράφου. Η εξέλιξη αυτή απεκρύβη, κοινώς θάφτηκε, μέχρι τον Αύγουστο του 2019. Για τον Παπασταύρου ο σκοπούμενος ενταφιασμός ενός κρίσιμου αθωωτικού ντοκουμέντου κατέλυε κάθε έννοια δικαίου. «Με τέτοιες ανήθικες πρακτικές δεν υπάρχει μέλλον για τη χώρα. Αποθαρρύνονται έντιμοι άνθρωποι να συμμετάσχουν στη δημόσια σφαίρα ώστε να την αφήσουν λάφυρο στους αχρείους. Ως ενεργός πολίτης αυτό δεν το ανέχομαι. Είναι καθήκον μου να αντισταθώ», έλεγε φορτισμένα.

Σε συνάντηση του τότε πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά με τη Γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ, στην οποία παρίστατο και ο σημερινός υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας

Η απαλλαγή

Πριν από λίγες ημέρες, στις 14 Ιουλίου, εισαγγελικό πόρισμα απάλλασσε τους Παπασταύρου και Μιωνή από αξιόποινες πράξεις. Στο σκεπτικό στο οποίο δεν στοιχειοθετείται η αποδιδόμενη κατηγορία σημειώνονται δύο «δυστυχώς»: «Δυστυχώς, καίτοι η δικαστική συνδρομή από την Κύπρο είχε φτάσει στην Ελλάδα από τον Μάιο του 2016 και αυτός παρείχε τις εξηγήσεις του τον Ιούνιο του 2016, η ένορκη αυτή κατάθεση δεν του γνωστοποιήθηκε ποτέ πριν να παράσχει τις εξηγήσεις του, ούτε έστω πιο μετά, έως την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης τον Νοέμβριο του 2017». Και αμέσως μετά: «Δυστυχώς μάλιστα δεν ελήφθη υπόψη καθόλου ούτε από τον εισαγγελέα που προέβη στην άσκηση δίωξης. Αποτέλεσμα αυτών ήταν να λάβει γνώση της εν λόγω ένορκης εξέτασης μόλις στο πλαίσιο του πέρατος της ανάκρισης, τον Νοέμβριο του 2019».

Λογικά για τον απλό αναγνώστη ακόμη και τα πλέον καθαρά, για τους επαγγελματίες, νομικά κείμενα αποτελούν σχεδόν κρυπτογραφημένα σκαριφήματα. Ακόμη όμως και για έναν ώριμο νομικό όπως ο Σταύρος Παπασταύρου, τα δύο αυτά «δυστυχώς» δεν αποτελούν επαρκή ανακούφιση των όσων πέρασε επί μία ολόκληρη πενταετία έκδηλης εχθροπάθειας απέναντί του. Ενδεχομένως, δεν τα διαγράφει μονοκοντυλιά, αλλά κρατάει το πνεύμα της ρήσης του Μενάνδρου, που, κατ’ ειλικρινή εξομολόγησή του, τον εκφράζει. «Εστι δίκης οφθαλμός, ος τα πανθ’ ορά», έγραφε ο ποιητής του 4ου αιώνα π.Χ. Με δυο λόγια, «υπάρχει το μάτι της Δικαιοσύνης που βλέπει τα πάντα». Μεθερμηνευόμενο ότι στο τέλος θα επικρατήσει η Δικαιοσύνη και οι αδικούντες θα αποκαλυφθούν και θα τιμωρηθούν. Για τον ίδιο δεν είναι ευχή, αλλά πεποίθηση εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ