2015-01-07 14:13:22
Φωτογραφία για Πολιτική σταθερότητα
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ

Η διάσωση της Ελλάδας, η οποία έχει οδηγηθεί στη σημερινή θέση με ευθύνη της Τρόικας, θα κόστιζε πολύ λιγότερο από τη χρεοκοπία της – ειδικά στη Γερμανία, η οποία διακινδυνεύει τα περισσότερα, ενώ τρέφεται κυριολεκτικά από τους εταίρους της

.

Αναμφίβολα, η σημαντικότερη προϋπόθεση για μία Οικονομία, για ένα κράτος, είναι η ύπαρξη πολιτικής σταθερότητας – γεγονός που αποδείχθηκε πρόσφατα στην Τουρκία, όπου η ισοτιμία της λίρας, καθώς επίσης ο δείκτης του χρηματιστηρίου της βυθιζόταν καθημερινά σε νέα χαμηλά, όσο διαρκούσαν οι εσωτερικές αναταραχές.

Όταν όμως ο τότε πρωθυπουργός της κέρδισε όλες τις «πολιτικές μάχες», το νόμισμα ισχυροποιήθηκε και η πορεία της οικονομίας της χώρας εξομαλύνθηκε - παρά τα τεράστια προβλήματα της, όπως η φούσκα ακινήτων, καθώς επίσης το εξαιρετικά ελλειμματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της (γράφημα).


 .

 .

Στα πλαίσια αυτά, η έλλειψη πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα, μετά τη νίκη της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις ευρωεκλογές, το προβάδισμα της στις δημοσκοπήσεις, ιδίως όμως μετά τον εκβιασμό της για τη διενέργεια πρόωρων εκλογών, με αφορμή την αλλαγή του προέδρου, έκλεισε ερμητικά την πόρτα των αγορών για τη χώρα μας – καταδικάζοντας την ουσιαστικά να παραμείνει εξαρτημένη από τα μνημόνια, από το ΔΝΤ, από την ΕΚΤ και από τη Γερμανία.

Εάν δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο, εάν δηλαδή η αξιωματική αντιπολίτευση δεν διενεργούσε το παραπάνω «πραξικόπημα», πόσο μάλλον εάν συνεργαζόταν με την κυβέρνηση, όπως συμβαίνει στην Πορτογαλία και στην Ιρλανδία, η Ελλάδα θα είχε αναμφίβολα εξέλθει στις αγορές - υιοθετώντας ένα πιο ήπιο μνημόνιο, με μία πιο «χαλαρή» επιτήρηση, αλλά με τις ίδιες υποχρεώσεις, ειδικά όσον αφορά τις αποκρατικοποιήσεις. Ταυτόχρονα η Ευρώπη, η Γερμανία δηλαδή, θα τηρούσε το λόγο της – «ελαφρύνοντας» σε κάποιο βαθμό το δημόσιο χρέος, με την περαιτέρω επιμήκυνση του, καθώς επίσης με χαμηλότερα επιτόκια.

Από την άλλη πλευρά βέβαια, η πολιτική σταθερότητα δεν πρέπει να είναι τυπική αλλά ουσιαστική – να στηρίζεται δηλαδή σε πραγματικά στοιχεία, οπότε να είναι διατηρήσιμη. Στην αντίθετη περίπτωση, δεν είναι τίποτα άλλο από μία ύπουλη παγίδα για τη χώρα, αφού τοποθετείται σε ένα απάνεμο σημείο, στο μάτι του κυκλώνα παραστατικά, το οποίο επιτρέπει στους ξένους κυρίαρχους τη σταδιακή λεηλασία της - με αποτέλεσμα να βρεθεί ξανά στην τρικυμία αργότερα, ακολουθώντας την ίδια οδυνηρή πορεία προς την απόλυτη χρεοκοπία, έχοντας όμως χάσει πλέον όλα της τα περιουσιακά στοιχεία, ιδιωτικά και δημόσια.

Στο παράδειγμα της Ελλάδας, η επιμονή της Τρόικας για τη λήψη νέων μέτρων, ανάλογα αποτυχημένων με τα προηγούμενα, τα οποία εκτόξευσαν το δημόσιο χρέος παρά τις δύο διαγραφές στο 180%, καθώς επίσης η τρομακτική μείωση του ΑΕΠ σχεδόν κατά -29% (γράφημα) σε συνδυασμό με την κατακόρυφη άνοδο της ανεργίας, την τεράστια πτώση της βιομηχανικής παραγωγής (-30%), τις χρεοκοπίες, την κατάρρευση των μισθών, των τιμών των παγίων κοκ., ήταν αδύνατον να διατηρήσουν την πολιτική σταθερότητα – ακόμη και αν υποθέσουμε ότι συνεργαζόταν μεταξύ τους όλα τα κόμματα.

 .

 .

Εάν λοιπόν δεν υιοθετούνταν τα σωστά μέτρα εξυγίανσης της οικονομίας της χώρας, όπως η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δημοσίων χρεών της, με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, καθώς επίσης με ευρωπαϊκές δημόσιες επενδύσεις που θα την οδηγούσαν ξανά σε ανάπτυξη, η κατάρρευση θα ήταν δεδομένη, με ή χωρίς πολιτική σταθερότητα – ενώ οι κοινωνικές αναταραχές δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν, όπως συνέβη στην Αργεντινή, μετά την αποτυχία των μέτρων του ΔΝΤ.

Σήμερα βέβαια η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη, συγκριτικά με τους προηγούμενους μήνες – αφού έχει ενταθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό η ασάφεια, η αβεβαιότητα καλύτερα της πλειοψηφίας των Ελλήνων, όσον αφορά το μέλλον τους. Πόσο μάλλον όταν οι εναλλακτικές δυνατότητες που τους παρουσιάζει η αντιπολίτευση (διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους, περίοδος χάριτος για το υπόλοιπο, εξόφληση με ρήτρα ανάπτυξης, συνέχιση του δανεισμού από τους ευρωπαίους εταίρους) δεν έχουν κάποιο ιστορικό προηγούμενο σε εποχές ειρήνης – οπότε είναι πολύ δύσκολο να γίνουν πιστευτές.

Όσον αφορά την κυβέρνηση, εμφανίζεται μεν πιο ρεαλιστική, έχοντας την ενίσχυση των Ευρωπαίων, αλλά οι εμπειρίες από τη μέχρι σήμερα «θητεία» της δεν πείθουν – αφού δεν κατάφερε να δρομολογήσει καμία πραγματική διαρθρωτική αλλαγή, η οποία θα οδηγούσε τη χώρα στην ανάπτυξη, επιλέγοντας την υπερβολική αύξηση των φόρων, τη μείωση των εισοδημάτων, τη διατήρηση του πελατειακού κράτους, καθώς επίσης τη θυσία του ιδιωτικού τομέα, ενδιαφερόμενη αποκλειστικά και μόνο για το δημόσιο.

Η ΕυρώπηΓνωρίζοντας τα παραπάνω αδιέξοδα, η Ευρωζώνη αναζητάει απεγνωσμένα λύσεις, φοβούμενη εύλογα την αναζωπύρωση της κρίσης στο εσωτερικό της – αφού κανένα από τα δομικά της ελαττώματα δεν έχει επιλυθεί, έχοντας απλά τοποθετηθεί «κάτω από το χαλί», με την ανοχή της υπόλοιπης Δύσης, η οποία έχει τα ίδια εάν όχι μεγαλύτερα προβλήματα.

Όσο και αν ισχυρίζεται λοιπόν πως διαθέτει πλέον ένα μηχανισμό διάσωσης για περιπτώσεις ανάγκης, το ESM, γίνεται ελάχιστα πιστευτή – επειδή τα κεφάλαια του είναι μηδαμινά, για την περίπτωση που η κρίση θα διαχεόταν από την Ελλάδα στην Ισπανία. Πόσο μάλλον στην Ιταλία και στη Γαλλία, με την πρώτη (Ιταλία) να είναι, κατά την άποψη μας, σε πολύ χειρότερη θέση από την Ελλάδα.

Το ίδιο συμβαίνει και με τις τράπεζες της, παρά το ότι ανακοινώνεται πως η υπαγωγή των 120 μεγαλυτέρων στην ΕΚΤ, τις έχει κάνει άτρωτες απέναντι σε κάποιο «πιστωτικό συμβάν», όπως το ενδεχόμενο της Ελλάδας. Φυσικά τα ρίσκα των περισσοτέρων είναι σήμερα πολύ μικρότερα, συγκριτικά με το 2010 – εν τούτοις, δεν είναι καθόλου αμελητέα, με τις γερμανικές, καθώς επίσης με τις γαλλικές τράπεζες (γράφημα) να θεωρούνται οι περισσότερο εκτεθειμένες.

Συνολικά οι γερμανικές τράπεζες έχουν απαιτήσεις ύψους 23,5 δις € στην Ελλάδα (με ημερομηνία το Σεπτέμβριο του 2014) – σύμφωνα με την ομοσπονδία τους (BdB), η οποία έδωσε τα στοιχεία στη Reuters. Από αυτά, τα 4,6 δις € αφορούν τις ελληνικές τράπεζες, ενώ τα 3,6 δις € τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά – με το μεγαλύτερο μέρος τους (περί τα 15 δις €) να αφορά τους δημόσιους οργανισμούς και τη γερμανική Kfw, η οποία τους έχει δανείσει.

Τα παραπάνω ποσά είναι φυσικά ελάχιστα, όπως τα αντίστοιχα των δύο μεγάλων γερμανικών τραπεζών – οπότε θεωρείται πως δεν θα τους προκαλούσαν μεγάλα προβλήματα, στην περίπτωση της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Το βασικό ρίσκο όμως συνεχίζει να υπάρχει, εάν η κρίση, όπως και αν εξελιχθεί (Bank runs κλπ.), επεκταθεί στην ευρωπαϊκή περιφέρεια – ειδικά στην Ιταλία, το δημόσιο χρέος της οποίας, εάν ελεγχόταν από το ΔΝΤ, θα ξεπερνούσε σίγουρα το 170% του ΑΕΠ της (από 135% επίσημα σήμερα).

Με δεδομένα δε τα μεγάλα προβλήματα του ιταλικού χρηματοπιστωτικού τομέα, όπως τεκμηριώθηκε από τα πρόσφατα τεστ αντοχής της ΕΚΤ, τυχόν μετάδοση της κρίσης στην Ιταλία θα άνοιγε τους ασκούς του Αιόλου σε ολόκληρη τη Δύση – ενώ η διάλυση της Ευρωζώνης θα ήταν δεδομένη, αφού τα παράλογα χαμηλά επιτόκια (spreads) των χωρών του ευρωπαϊκού νότου (1,6% της Ισπανίας), θα εκτοξεύονταν σε χρόνο μηδέν στα ύψη.

.

Η πολωνική εστία πυρκαγιάςΈνα ακόμη γεγονός που προξενεί μεγάλα προβλήματα στην ΕΕ, εκτός από την άσχημη κατάσταση του τραπεζικού τομέα της Αυστρίας, λόγω της έκθεσης του στην Ανατολική Ευρώπη, στη Ρωσία και στην Ουκρανία, είναι το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Πολωνίας – επειδή το 50% περίπου των συνεταιριστικών τραπεζών της είναι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.

Με δεδομένο δε το ότι, οι τράπεζες αυτές είναι η κύρια πηγή χρηματοδότησης για εκατομμύρια ανθρώπους που ανήκουν στις χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις, κυρίως στις εργατικές, το πρόβλημα που θα μπορούσε να προκύψει είναι αρκετά μεγάλο.

Δύο από αυτές (συνολικά 55) έχουν ήδη χρεοκοπήσει, έχοντας «καταναλώσει» το 25% του τραπεζικού εγγυητικού κεφαλαίου, το οποίο χρηματοδοτείται από τις εμπορικές τράπεζες – ενώ η κυβέρνηση της Πολωνίας ελπίζει πως η τοποθέτηση του πρώην πρωθυπουργού της στην ηγεσία της Κομισιόν, θα την βοηθήσει να υπαχθεί στο ευρωπαϊκό εγγυητικό κεφάλαιο, έτσι ώστε να μην χαθούν οι καταθέσεις των Πολιτών της.

Όταν όμως οι 24 από τις 55 τράπεζες είναι έτοιμες να χρεοκοπήσουν, ενώ ακόμη 20 θα πρέπει είτε να αναδιαρθρωθούν, είτε να πουληθούν στις ιδιωτικές, δεν είναι εύκολο να υπάρξουν ρεαλιστικές λύσεις για την 6η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ – με τις συγκεκριμένες τράπεζες να εξυπηρετούν 2,5 εκ. Πολωνούς, με καταθέσεις 3,7 δις €.

.

Επίλογος  Όλοι γνωρίζουν πως η διάσωση της Ελλάδας, η οποία έχει οδηγηθεί στη σημερινή κατάσταση με αποκλειστική ευθύνη της Τρόικας, θα κόστιζε πολύ λιγότερα από τη χρεοκοπία της – ειδικά στη Γερμανία, η οποία διακινδυνεύει τα περισσότερα, ενώ τρέφεται κυριολεκτικά από τους εταίρους της (υπολογίζεται πως μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια θα κερδίσει τουλάχιστον 1,3 τρις €, μόνο από τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη).

Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης γνωστό πως η Γερμανία, φοβούμενη την απαίτηση της Ελλάδας για την καταβολή των οφειλομένων (πολεμικές επανορθώσεις, κατοχικό δάνειο), η οποία κατά τους δικούς της οικονομολόγους θα άνοιγε τους ασκούς του Αιόλου (ανάλυση), θα προτιμούσε την αποπομπή της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Παράλληλα, θα δημιουργούσε ένα παράδειγμα προς αποφυγή για τους υπολοίπους εταίρους της, έτσι ώστε να μην τολμήσει καμία άλλη χώρα να ζητήσει διαγραφή χρεών – κάτι που θεωρείται μάλλον δεδομένο εκ μέρους της Ιταλίας ή της Ισπανίας, εάν εγκριθεί για την Ελλάδα.

Εν τούτοις, η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη δεν ωφελεί καμία άλλη χώρα – ούτε τις Η.Π.Α., τόσο για οικονομικούς, όσο και για γεωπολιτικούς λόγους. Την ίδια στιγμή, η χώρα μας έχει πλέον το ηθικό έρεισμα για να ζητήσει τη διάσωση της (μείωση του χρέους, μέτρα ανάπτυξης της οικονομίας της κλπ.) – αφού δεν είναι η ίδια υπεύθυνη για τη σημερινή της κατάρρευση.

Αυτό που απαιτείται όμως για να το επιτύχει είναι η συνεργασία των πολιτικών κομμάτων της, τα οποία οφείλουν να υιοθετήσουν μία ενδιάμεση, κοινή γραμμή, όσον αφορά το πακέτο διάσωσης της χώρας μας – κάτι που, εάν επιτυγχανόταν πριν από τις εκλογές, θα έλυνε «άπαξ και δια παντός» το πρόβλημα της Ελλάδας. Σε συνδυασμό δε με την πολιτική σταθερότητα που θα επανερχόταν, η έξοδος από την κρίση θα ήταν ασφαλής, βιώσιμη και μακροπρόθεσμη.

Η πρωτοβουλία ανήκει, κατά την άποψη μας, στη σημερινή κυβέρνηση – ειδικά στον πρωθυπουργό, ο οποίος θα έπρεπε να πάψει να συμπεριφέρεται με τόσο άσχημο τρόπο στην αντιπολίτευση, κατανοώντας πως το συμφέρον της χώρας προηγείται του κομματικού.

Η αντιπολίτευση από την πλευρά της θα πρέπει να σταματήσει αμέσως να συμπεριφέρεται αλαζονικά, θεωρώντας πως έχει ήδη κερδίσει τις εκλογές – επειδή η επόμενη μέρα τυχόν νίκης της, πόσο μάλλον εάν δεν κατάφερνε να σχηματίσει βιώσιμη κυβέρνηση, θα μπορούσε να είναι η αφετηρία τόσο της δικής της κατάρρευσης, όσο και της απόλυτης καταστροφής της Ελλάδας.

Η απειλή άλλωστε έχει νόημα και οδηγεί σε θετικά αποτελέσματα, μόνο όσο διατηρείται ως απειλή – ενώ τόσο οι αγορές, όσο και τα κράτη, αργά ή γρήγορα συνηθίζουν ακόμη και τα πιο εξτρεμιστικά γεγονότα, όπως τη χρεοκοπία μίας χώρας ή την έξοδο της από μία νομισματική ένωση.

Βασίλης Βιλιάρδος, για το Analyst.gr

.

© Copyright 2015 — Analyst.gr. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση / αναπαραγωγή περιεχομένων του παρόντος website με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια των εκδοτών.
InfoGnomon
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ